Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 7 Δεκεμβρίου 1924
Ἐμπρός εἰς τό μυστηριῶδες σύμπλεγμα τοῦ Θησέως, ἐπί τῆς πλατείας τοῦ Συντάγματος, πυκνός ὅμιλος ἀνθρώπων, χθές τό μεσημέρι, διδέν ὄψιν πολιτικῆς συγκεντρώσεως, ἀπό τήν ὁποίαν δέν ἔλειπε καί ὁ ῥήτωρ τῆς ἡμέρας. Πράγματι κάποιος κύριος, σοβαρωτάτου ἐξωτερικοῦ, ἱστάμενος εἰς περίοπτον θέσιν, ἠγόρευε πρός τούς συγκεντρωμένους πολίτας, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦσαν μέ ἐντατικήν προσοχήν τούς λόγους του, ὑποβάλλοντες, κατά διαλείμματα, διαφόρους ἐρωτήσεις καί δεχόμενοι διαφωτιστικάς ἀπαντήσεις ἐκ μέρους τοῦ ὑήτορος. Ἔξαφνα ἕνας χωροφύλαξ ἐπλησίασε τόν ρήτορα καί τοῦ εἶπεν αὐστηρῶς:
– Κύριε, αἱ πολιτικαί συγκεντρώσεις ἀπαγορεύονται. Παρακαλῶ νά διαλυθῆτε!
Ὁ ῥήτωρ, διακύψας τήν ἀγόρευσίν του, διεμαρτυρήθη ἐντόνως πρός τόν χωροφύλακα.
– Ἐδῶ, κύριε χωροφύλαξ, δέν ἔχομεν πολιτικήν συγκέντρωσιν. Ἐγώ ἐξηγῶ, αὐτήν τή στιγμή, στούς ἀνθρώπους τό ἄγαλμα καί τήν ὑπόθεσίν του. Ἄν θέλετε νά καθήσετε κ’ ἐσεῖς ν’ ἀκούσετε, θά μοῦ κάμετε εὐχαρίστησιν.
Ὁ χωροφύλαξ, καθησυχάσας ἀφ’ ἑνός καί μή ἔχων ἐξ ἄλλου καμμίαν εὐχαρίστησιν νά παρακολουθήσῃ τό μάθημα, ἀπεμακρύνθη, ἐνῷ ὁ ἄγνωστος ἐξηκολούθησε νά ὁμιλῇ πρός τούς χάσκοντας ἀκροατάς του περί Θησέως, Κενταύρων, Λαπιθῶν, Ἱπποδαμίας, καί ἄλλων διαφόρων καταπληκτικῶν πραγμάτων, ἐνῷ ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν, ὑπεδείκνυε μέ τήν ράβδον του τά σημεῖα τοῦ συμπλέγματος, τῶν ὁποίων ἔδιδε τήν μυθολογικήν καί τεχνοκριτικήν ἑρμηνείαν.
Ἐπί τέλους, ἔδωκε τέρμα εἰς τό μάθημά του, ἐχαιρέτησε τό Κοινόν καί ἀνῆλθεν, ὡς ἄνθρωπος ἔχων τήν συνείδησιν, ὅτι ἐξετέλεσε τό καθῆκόν του. Ἀλλά ποιός ἦτο λοιπόν ὁ αἰφνίδιος αὐτός καί καλοπροαίρετος ἑρμηνευτής τοῦ μυστηριώδους μνημείου; Τό περίεργον εἶνε, ὅτι κανένας ἐκ τῶν ἀκροατῶν του δέν τόν ἐγνώριζεν, ὅπως ἐμφαίνεται ἀπό τούς διαλόγους, ποῦ ἐπηκολούθησαν τήν ἀναχώρησίν του.
-Κανένας καθηγητής θά εἶνε…
-Δέ φαίνεται γιά καθηγητής. Θά εἶνε κανένας ρεκλαμαδόρος, ποῦ κάθισε καί διάβασε αὐτά τά πράματα καί μᾶς τά ξαναλέει.
-Καλωσύνη του πάλι… Μήπως βγάζει δίσκο ὁ ἄνθρωπος; Δωρεάν μᾶς φωτίζει…
-Μπορεῖ νά τόν πληρώνῃ καί ὁ Δῆμος γιά νά ἐξηγάῃ τό ἄγαλμα. Ποῦ τό ξέρεις; Ποιός δουλεύει σήμερα γιά τήν ψυχή τοῦ πατέρα του;
-Κάτι τέτοιο θά τρέχῃ. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶνε τακτικός στή δουλειά του.
-Τακτικός εἴπατε;
-Βέβαια! Καί χθές τό βράδυ ἐδῶ ἤτανε. Μίλησε μία ὥρα. Κατά τό βραδάκι θά ξανάρθῃ πάλι. Δέν ἀκούσατε, ποῦ τό εἶπε;
-Τό εἶπε;
-Πῶς δέν τό εἶπε; Ὅσοι δέν ἄκουσαν, λέει, ἐξ ἀρχῆς τό μάθημα, νἀρθοῦν, κατά τῆς ἕξη τό βράδυ, ν’ ἀκούσουν.
-Τέλος πάντων, δέν βρίσκεται κανένας νά τόν γνωρίζῃ;
-Κανένας γιά τήν ὥρα. Φαίνεται νά εἶνε νεοφερμένος ὁ ἄνθρωπος…
Τέλος πάντων, ἤ ἰθαγενής ἤ νεοφερμένος, ὑπάρχει, τήν στιγμήν αὐτήν, ἕνας ἄνθρωπος εἰς τάς Ἀθήνας, ποῦ ἔκαμεν ἐπάγγελμά του νά ἑρμηνεύῃ ἀφιλοκερδῶς πρός τούς Ἀθηναίους τό μυστηριωδέστερον μνημεῖον τῶν Ἀθηνῶν. Καί μέχρις ἀποδείξεως τοῦ ἐναντίου, πρέπει νά τόν θεωρήσωμεν ὡς εὐεργέτην τῆς πόλεως. Ἠμποροῦσεν ἀξιόλογα νά καυτηριάζῃ τόν Διάβολον, ὅπως ὁ Βδελλόπουλος καί νά εἰσπράττῃ χρήματα. Αὐτός ἐδιάλεξεν ἕνα ἐπάγγελμα, ποῦ δέν προσφέρει τίποτε εἰς τόν ἴδιον καί προσφέρει πολλά εἰς τούς ἄλλους. Καί παρόμοιον ἐπάγγελμα, εἰς τάς ἡμέρας μας, εἶνε ὄχι μόνον ἀνέλπιστον, ἀλλά καί σκανδαλῶδες. Σκανδαλίζεται κανείς νά ὑποθέσῃ, ὅτι τόν πληρώνει ὁ ἀείμνηστος Θησεύς, Κύριος οἶδε, διά ποίου εἴδους μυστηριώδη προπαγάνδαν.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ