H χαμηλή προσέλευσις ἀξιολόγων ὑποψηφίων (ἱκανῶν νά περάσουν τήν βάση τῶν Πανελληνίων Ἐξετάσεων) εἶναι μία μόνον πτυχή ἑνός τεραστίου προβλήματος στελεχώσεως τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων.
Ἐξ ἴσου σημαντικό εἶναι καί τό μέγα ζήτημα τῶν παραιτήσεων ἀξιωματικῶν σέ πολύ μικρές ἡλικίες. Προσφάτως, ἀρχηγός Γενικοῦ Ἐπιτελείου ἐπεσήμανε ὅτι ἡ γενιά τοῦ 21ου αἰῶνος ἔχει τήν νοοτροπίας τῆς συχνῆς ἐναλλαγῆς ἀντικειμένων ἐργασίας. Τήν θεωρεῖ μέρος τῆς ἐπαγγελματικῆς ἀνελίξεως. Ἡ παρατήρησις αὐτή εἶναι σωστή, ἀλλά τά αἴτια τοῦ προβλήματος δέν περιορίζονται σέ αὐτό τό ἀντικείμενο.
- Tοῦ Εὐθ. Π. Πέτρου
Τό συγκεκριμένο ὅμως δεικνύει μιάν εὐθύνη τῶν παλαιοτέρων. Ἀποτύχαμε νά δείξουμε στούς νέους ὅτι ἡ σταδιοδρομία στίς Ἔνοπλες Δυνάμεις δέν εἶναι ἕνα ἐπάγγελμα σάν ὅλα τά ἄλλα. Γιά νά γίνει κανείς Ἕλλην ἀξιωματικός πρέπει νά ἔχει ἀφοσίωση, πίστη σέ ἰδανικά καί ὑψηλό ἐθνικό φρόνημα. Εἰς πεῖσμα τῶν καιρῶν τῆς ἀπαξιωτικῆς συμπεριφορᾶς μέρους τοῦ πολιτικοῦ συστήματος πρός τό στράτευμα, ὑπάρχουν ἀκόμη ἀξιωματικοί καί στελέχη πού τούς διακρίνουν οἱ ἀνωτέρω ἀρετές. Αὐτοί βεβαίως δέν παραιτοῦνται.
Ἕνα μεγάλο ζήτημα ἀφορᾶ σέ αὐτούς πού ἀπεφάσισαν νά ἀκολουθήσουν τό στρατιωτικό ἐπάγγελμα (μᾶλλον κατόπιν προτροπῆς τῶν οἰκογενειῶν τους) κατά τήν διάρκεια τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως, μέ μοναδικό κριτήριο τό ὅτι τούς ἐξασφαλίζει «ἕναν σίγουρο μισθό». Καί μπορεῖ ὁ μισθός τοῦ στρατιωτικοῦ νά εἶναι «σίγουρος» (ὅπως εἶναι καί τῶν δημοσίων ὑπαλλήλων), οὐδέποτε ὅμως τά τελευταῖα χρόνια ὑπῆρξε «καλός». Ἕνας νέος ἀξιωματικός δέν μπορεῖ νά ζήσει μέ τίς ἀποδοχές πού λαμβάνει. Αὐτοί λοιπόν πού εἰσήχθησαν στίς στρατιωτικές σχολές μέ κριτήριο τόν «σίγουρο μισθό», βλέποντας τίς εὐκαιρίες πού τούς ἀνοίγονται σέ ἄλλους ἐπαγγελματικούς τομεῖς, σπεύδουν νά τίς ἁρπάξουν. Καί δέν εἶναι λίγοι αὐτοί πού τό κάνουν σέ μικρές σχετικῶς ἡλικίες, ὥστε νά ἔχουν τά περιθώρια τῆς περαιτέρω ἐξελίξεως στόν ἰδιωτικό τομέα. Νά σημειωθεῖ ὅτι τά προσόντα ἑνός -ἀκόμη καί κατωτέρου- ἀξιωματικοῦ εἶναι περιζήτητα στήν ἀγορά ἐργασίας. Καί τά πτυχία τῶν στρατιωτικῶν σχολῶν εἶναι ὑψηλοῦ ἐπιπέδου καί ἡ πεῖρα, ἡ ἐργατικότης καί ἡ διοικητική ἱκανότης ἑνός παραιτηθέντος ἀξιωματικοῦ τόν καθιστοῦν ἰδανικό ὑποψήφιο γιά ὁποιαδήποτε θέση εὐθύνης στόν κόσμο τῶν ἐπιχειρήσεων. Μόνον τό ἑλληνικό Κράτος δέν τό ἀντιλαμβάνεται αὐτό καί τούς ἀφήνει νά φεύγουν. Δέν δημιουργεῖ δηλαδή κίνητρα γιά νά τούς πείσει νά παραμείνουν.
Καί τά κίνητρα δέν εἶναι καί δέν μπορεῖ νά εἶναι μόνον οἰκονομικά. Ἡ ελλείπουσα ἀξιοκρατία εἶναι ἕνας ἀκόμη παράγων φυγῆς ἀξιωματικῶν ἀλλά ἔχει νά κάνει κυρίως μέ τήν ἀνωτέρα βαθμίδα, ὅπου στίς ἐπιλογές ἐμπλέκεται καί ὁ πολιτικός παράγων. Ὁ ὁποῖος πολιτικός παράγων εὐθύνεται καί γιά τό γεγονός ὅτι τό στρατιωτικό ἐπάγγελμα ἔχει ἀπολέσει τήν αἴγλη πού εἶχε κάποτε, ἡ δέ κοινωνική ἀναγνώρισις δέν εἶναι εὐθέως ἀνάλογη πρός τήν ἱκανότητα καί τήν προσφορά τῶν στρατιωτικῶν στό κοινωνικό σύνολο καί τήν πατρίδα.
Ὑπάρχει ὅμως ἕνας ἀκόμη παράγων πού, κατά τήν γνώμη μας, εἶναι ὁ σημαντικώτερος. Οἱ διαβεβαιώσεις τῶν κυβερνήσεων γιά τό ἀξιόμαχο τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων εἶναι, δυστυχῶς, πομφόλυγες κενές περιεχομένου. Γιά νά εἶναι ἀξιόμαχες, οἱ Ἔνοπλες Δυνάμεις πρέπει νά ἔχουν ἱκανό καί ἐπαρκές προσωπικό, ὀρθολογική ὀργάνωση καί κατάλληλα ὁπλικά συστήματα, τά ὁποῖα πρέπει νά ἀνανεώνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Δέν μπορεῖ νά κομπάζουμε ὅτι ἀγοράσαμε τρεῖς νέες φρεγάτες ὅταν χρειαζόμαστε 13 γιά νά ἀντικαταστήσουμε αὐτές πού ἔχουν κλείσει 30 καί 50 χρόνια ἐπιχειρησιακῆς ζωῆς. Δέν ἀρκοῦν τά Rafale, ὅταν δέν ἔχουμε μεταφορικά C-130 διαθέσιμα ἐπειδή οὐδείς ἐμερίμνησε νά δουλεύει ἀποτελεσματικά ἡ Ἑλληνική Ἀεροπορική Βιομηχανία καί ὁ ἰδιωτικός φορέας πού θά μποροῦσε νά ἐκτελέσει τό ἔργο ἐξεδιώχθη κακήν κακῶς. Ὅσο γιά τήν ὀργάνωση, πολλές προσπάθειες ἐξορθολογισμοῦ ἐγκατελείφθησαν ἐξ αἰτίας μικροπολιτικῶν παρεμβάσεων διαφόρων τοπικῶν παραγόντων. Καί νά μήν πιάσουμε τό τραγικό κεφάλαιο τῆς ἐγχωρίας ἀμυντικῆς βιομηχανίας πού ἀπό παράγων ἀναπτύξεως ἔχει καταστεῖ πηγή προβλημάτων.
Τέλος, τό προσωπικό εἶναι ἀνεπαρκές. Δέν εἶναι σκόπιμο νά ἀναφερθοῦμε στά ποσοστά στελεχώσεως μονάδων, οὔτε στά ποσοστά διαθεσιμότητος εἰδικευμένου προσωπικοῦ, ἱκανοῦ νά χειρισθεῖ τά σημερινά ὑψηλῆς τεχνολογίας συστήματα. Θά ποῦμε μόνον ὅτι, μέ θητεία ἐννέα καί δώδεκα μηνῶν, ὁ Στρατός δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀξιόμαχος.
Ἕνας ἀξιωματικός λοιπόν πού βιώνει αὐτήν τήν συνολική ἀπαξία ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἡ Πολιτεία δέν τοῦ δίδει τά μέσα νά ἀνταποκριθεῖ στήν ἀποστολή του. Τοῦ ἀναθέτει καθήκοντα, χωρίς νά ἐνδιαφέρεται κανείς ἄν αὐτό πού τοῦ ζητεῖ εἶναι ἐφικτό. Καί ἄν ἐπιχειρήσει νά θέσει τά ζητήματα αὐτά ὑπηρεσιακῶς, θά μεριμνήσει ἡ γραφειοκρατία ὥστε νά γίνει ἡ κατάλληλη «ἐπιτήδευσις» τῶν ἀναφορῶν ὥστε νά μήν εἶναι «ἐνοχλητικές». Ὅταν ὅμως ἔλθει ἡ κρίσιμη ὥρα, οἱ πολιτικοί ἐντέχνως θά βγάλουν «τήν οὐρά τους ἀπ’ ἔξω» καί θά τά ρίξουν ὅλα στούς στρατιωτικούς. Θά προφασισθοῦν ἄγνοια καί θά κατηγορήσουν κιόλας τά Γενικά Ἐπιτελεῖα ὅτι τούς κρατοῦσαν στό σκοτάδι. Ἐνῶ οἱ ἴδιοι ἔμεναν στό σκοτάδι συνειδητά, μόνον καί μόνον γιά νά μποροῦν στίς κρίσιμες στιγμές νά ἀπεκδύονται εὐθυνῶν. Ὅπως ἔκανε ὁ Κώστας Σημίτης μέ τά Ἴμια. Γιατί λοιπόν ἕνας ἀξιωματικός νά περιμένει νά ὑποστεῖ τίς συνέπειες ὀλιγωριῶν καί σφαλμάτων γιά τά ὁποῖα ὁ ἴδιος δέν εὐθύνεται; Παραιτεῖται καί διασώζει τήν ἀξιοπρέπειά του.