Εἶδα τόν Θᾶνο Σουγιούλ, γιό τοῦ μεγάλου συνθέτη Μιχάλη Σουγιούλ, στήν τηλεόραση, στήν ταινία «Ὁ κύριος πτέραρχος» μέ τόν Χατζηχρῆστο.
Καί θυμήθηκα πῶς χάθηκε ἐκεῖνο τό ταλαντοῦχο παιδί, ἕνα μεσημέρι τοῦ 1965.
Μεσημέρι Κυριακῆς ὁ Θᾶνος, ὁ Ἀλέκος καί τά κορίτσια τους πηγαίνουν γιά καφέ στήν Auberge στό Τατόι. Ψιλοβρέχει, ὁ δρόμος εἶναι ὀλισθηρός, κάπου στή Φιλαδέλφεια μπαίνει περίεργα στό δρόμο ἕνα φορτηγό, ὁ Θᾶνος, ὁ ὀργανίστας τοῦ γκρούπ καί τό κορίτσι του ἐπί τόπου, ὁ Ἀλέκος Καρακαντᾶς, ὁ κιθαρίστας, μέ σπασμένο χέρι καί πόδι καί οἱ Juniors γίνονται τό θέμα τῆς ἡμέρας!
Στήν κηδεία τοῦ Θάνου Σουγιούλ θυμᾶμαι ἴσως καί χιλιάδες νέα παιδιά, τά κορίτσια ὅλα μαυροφορεμένα, νά συνοδεύουν τό φέρετρο τοῦ ἀδικοχαμένου καλλιτέχνη.
Μέχρι τότε οἱ Juniors εἶχαν κάνει ἐπιτυχία μέ τό «Special 65 Υanka» καί τό «Ιt’s so easy» τοῦ Μπάντι Χόλι (εἶχε καί αὐτός σκοτωθεῖ σέ δυστύχημα τό 1959) σέ μιά πολύ πετυχημένη, σχεδόν ἄψογη, διασκευή.
Ὁ θάνατος τοῦ Σουγιούλ καί ὁ σοβαρός τραυματισμός τοῦ Καρακαντᾶ χτυποῦν τό συγκρότημα, ἐνῶ τήν ἑπόμενη Κυριακή 17 Ὀκτωβρίου ἔχει προγραμματιστεῖ μεγάλη συναυλία στόν κινηματογράφο «Τερψιθέα» στόν Πειραιᾶ. Ἐκεῖ πού ἡ ἐμφάνιση ἀποτελοῦσε καί καταξίωση!
Ὅλοι μιλοῦν γιά ματαίωση, ἀλλά ὁ Μαστοράκης ἔχει ἄλλη ἄποψη. Ἐκμεταλλεύεται τό «κενό ἐξουσίας» καί ἀναλαμβάνει ὑπό τήν προστασία του τούς Juniors.
Ταυτόχρονα ἀναγγέλλεται ὅτι ἡ συναυλία θά γίνει καί βαφτίζει τό συγκρότημα «The four Juniors». Τήν Κυριακή ἡ «Τερψιθέα» ἔχει γεμίσει ἀπό τίς 8.30 τό πρωί, ἐνῶ ἀπ’ ἔξω ἑκατοντάδες νέοι θά ἀκούσουν τή συναυλία ἀπό τά μεγάφωνα.
Βρίσκομαι μπροστά-μπροστά, καθισμένος ὀκλαδόν στό πάτωμα, μέ τήν ἐξαδέλφη μου Ἀμαλία καί τόν κιθαρίστα μου Τάκη. Δέν θυμᾶμαι νά στάζω στόν ἱδρῶτα τόσο πολύ ἄλλη φορά. Ἀλλά ποιός λογαριάζει τή δοκιμασία μπροστά στό ρόκ; Καί βγαίνουν οἱ Four Juniors (Εὕρης, Λάκης, Τζίμης, Γιῶργος), ἀλλά εἶναι πέντε!
Στό ἀριστερό ἄκρο τῆς σκηνῆς ἕνας ἀδύνατος μακρυμάλλης κιθαρίστας πού κανείς μας δέν γνωρίζει. Τό ρεσιτάλ ἀρχίζει καί ὁ μαυροντυμένος (οἱ ὑπόλοιποι τέσσερεις φοροῦσαν λευκό ζιβάγκο καί «πένθος» στό ἀριστερό μπράτσο) κιθαρίστας μᾶς τρελλαίνει μέ τά «σόλο» του.
Δέν ἔχουμε ξανακούσει τέτοιον ἦχο! Χωρίς ἀμφιβολία, ξεχώριζε ἀπό ὅ,τι εἴχαμε ἀκούει μέχρι τότε. Σιγά-σιγά τό ὄνομά του ψιθυρίζεται μεταξύ τῶν θεατῶν: Ἔρικ Κλάπτον!
Ναί! Ἦταν ὁ μεγάλος, ὁ μοναδικός, ὁ ἀνεπανάληπτος Ἔρικ Κλάπτον. Εἶχε πρίν λίγο καιρό ἀποχωρήσει ἀπό τούς Yardbirds γιατί δέν πίστευε στήν ἀξία τοῦ κομματιοῦ «For your love», πού τελικά ἠχογράφησαν καί ἔγινε «χίτ» σέ ὅλο τόν κόσμο.
Βέβαια, αὐτό τοῦ βγῆκε σέ καλό, ἀφοῦ κατέκτησε ὅλο τόν κόσμο μέ τήν κιθάρα καί τίς συνθέσεις του.
Ὁ Κλάπτον, λοιπόν, παράτησε τούς Υardbirds καί ἄρχισε ἕνα ταξίδι στήν Ἀνατολή μέ πρῶτο σταθμό τήν Ἑλλάδα, στήν ὁποία καί κόλλησε ἀρκετό καιρό.
Μιά φήμη λέει ὅτι εἶπε στόν Μαστοράκη «Μοῦ ἀρέσει ἐδῶ, τήν ἔχω καταβρεῖ». Μιά ἄλλη φήμη, ἡ ἐπικρατέστερη, λέει ὅτι ὁ μαγαζάτορας τοῦ κλάμπ στό ὁποῖο ἔπαιζε -σημειώνοντας μοναδική ἐπιτυχία- μέ τό συγκρότημά του, τούς Faces, τούς εἶχε κρύψει τά διαβατήρια γιά νά μήν φύγουν καί ἀφήσουν τό κέντρο χωρίς ὀρχήστρα!
Τό ὅτι ἀπό τότε ὁ Ἔρικ δέν ξαναπάτησε στήν Ἑλλάδα δείχνει ὅτι πιό λογική φαίνεται ἡ δεύτερη περίπτωση.