Η ΠΡΟΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΝΥΚΤΟΣ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 7 Σεπτεμβρίου 1924

Ἕνα χρυσοχοεῖον ἐλεηλατήθη ἐν μέσῃ ἡμέρᾳ. Καί τό Κοινόν ἀπορεῖ καί ἐξίσταται:

-Τί Διάβολο! Μέρα μεσημέρι ἀνοίγουν τά μαγαζιά οἱ λωποδύτες; Πάρα πολύ θρασεῖς κατήντησαν αὐτοί οἱ ἀχρεῖοι!

Οἱ λωποδύται, λοιπόν, τοῦ χρυσοχοείου δέν κατήντησαν καθόλου θρασεῖς. Ἔκαμαν τήν ἐργασίαν των μετριοφρονέστατα, ὅπως πάντοτε. Ἁπλῶς, ἐξέλεξαν τήν καταλληλοτέραν στιγμήν διά τήν ἐπιχείρησίν των. Διότι, ἡ κατάλληλος στιγμή τοῦ λωποδύτου δέν εἶνε ἡ νύχτα. Εἶνε ἡ ἡμέρα. Τήν ἡμέραν τίποτε δέν παρεξηγεῖται. Ἕνα μαγαζί ἀνοιχτό, ἄνθρωποι μέσα εἰς τό μαγαζί, κίνησις εἰς τάς προθήκας του, εἶνε τά φυσικώτερα τῶν πραγμάτων. Οὔτε οἱ ἰδιοκτῆται καί ὑπάλληλοι τοῦ καταστήματος, οὔτε οἱ λωποδύται φέρουν καμμίαν σφραγῖδα εἰς τό μέτωπόν των. Ὁ διαβάτης περνᾶ, ρίχνει ἕνα βλέμμα μέσα καί ἀντιπαρέρχεται, χωρίς καμμίαν κακήν ὑποψίαν. Ὁ φρουρός χωροφύλαξ ἐπίσης. Κανείς δέν περιμένει νά συνατήσῃ τόν λωποδύτην καί τόν διαρρήκτην ὑπό μεσουρανοῦντα ἥλιον. Αὐτοί εἶνε ἄνθρωποι τῆς νυκτός. Καί ἡ ἐπιχείρησις τελειώνει, κατά τόν καλλίτερον καί ἀσφαλέστερον τρόπον.

Ἐάν ἕως τώρα οἱ λωποδύται ἐπροτιμοῦσαν τήν νύκτα ἀπό τήν ἡμέραν, τοῦτο συνέβαινεν, ἁπλούστατα, διότι εἶχαν καί αὐτοί τήν πρόληψιν τῆς νυκτός. Τεραστία πρόληψις αὐτή. Πόσοι τίμιοι ἄνθρωποι δέν ἐξακολουθοῦν νά τήν ἔχουν ἀκόμη! Φαντάζονται, ὅτι ὅλα τά κακά γίνονται τήν νύκτα. Κανένα τήν ἡμέραν! Φιλόστοργοι γονεῖς καταλαμβάνονται ἀπό παλμούς καρδίας, ὁσάκις τά παιδιά των ἀργήσουν κάπως τό βράδυ νά ἐπιστρέψουν εἰς τό σπίτι. Μποροῦν νά λείπουν ὅλην τήν ἡμέραν. Καμμία ἀνησυχία! Ἐβασίλεψεν ὁ ἥλιος, ἐφάνηκαν τά πρῶτα ἄστρα εἰς τό στερέωμα; Κίνδυνος-θάνατος!

-Τί ἔγιναν, ἐπί τέλους, αὐτά τά εὐλογημένα παιδιά; Νύχτωσε. Τρεχᾶτε νά ἰδῆτε, ποῦ βρίσκονται!

Ἀλλά μήπως οἱ διάφοροι ἰδιοκτῆται θηλέων καί φρουροί τῆς ἠθικῆς των; Θύματα τραγικά καί αὐτοί τῆς προλήψεως τῆς νυκτός. Ἐν ὅσῳ ὁ ἥλιος εὑρίσκεται εἰς τό στερέωμα, καμμία ἀνησυχία δέν ταράσσει τό πνεῦμα των. Ἐμπιστεύονται εἰς τό φῶς καί ἀναθέτουν εἰς αὐτό ὅλας τάς ἐλπίδας των. Ὅλαι αἱ ἀνησυχίαι, ὅλαι αἱ κακαί ὑποψίαι, ὅλα τά σαράκια τῆς ζηλοτυπίας, ἀρχίζουν νά εἰσέρχωνται εἰς τήν ψυχήν των καί νά τήν κυριεύουν, μαζῆ μέ τάς πρώτας σκιάς τῆς νυκτός. Τί νά γίνεται ἡ Μαρία; Πῶς δέν ἔχει γυρίσει ἀκόμη, τέτοια ὥρα, στό σπίτι; Ποῦ τριγυρίζει; Ἔπρεπε νά ἔχῃ γυρίσει πρό μισῆς ὥρας τοὐλάχιστον. Καί εἶνε περασμένες ᾑ ἐννιά. Κοντεύει ἐννιάμισυ… Ἐπί τέλους, ἡ Μαρία ἐπανέρχεται.

-Ἄκουσε νά σοῦ πῶ Μαρία! Αὐτά τά πράγματα δέν μοῦ ἀρέσουν καθόλου. Ἀκοῦς; ᾙ τίμιες γυναῖκες δέν γυρίζουν τέτοιες ὧρες ἔξω ἀπό τό σπίτι τους. Παρακαλῶ νά μή ἐπαναληφθῇ αὐτό τό πρᾶγμα, διότι θά ἔχῃ συνεπείας. Νά τό ξέρῃς!

Εἶνε ἀπολύτως βέβαιον, ἐν τούτοις, ὅτι ὁ λόγος τῆς μικρᾶς καθυστερήσεως τῆς Μαρίας ἦτο ἐντελῶς ἀθῶος καί τυχαῖος. Ἡ ἐνοχή εὑρίσκεται πάντοτε ἐντάξει μέ τάς ὥρας. Ἐπιστρέφει κανονικῶς εἰς τό σπίτι της. Βαδίζει μέ τό χρονόμετρον. Καί δέν περιμένει βεβαίως ἀπό τήν καθυστέρησιν μισῆς ὥρας τήν εὐτυχίαν της. Ἡ ἡμέρα ἔχει τόσες καί ἄλλες τόσες ὧρες διά κάθε εὐτυχίαν! Ἀλλά εἶνε ἡ πρόληψις τῆς νυκτός, ὅπως εἴπαμεν. Κανείς δέν φαντάζεται ὅτι ἡ ἡμέρα εἶνε δυνατόν ποτέ νά τοῦ πςοξενήσῃ καμμιάν ζημίαν. Ὅλοι τρέμουν τήν νύκτα. Ἐξησφάλισαν τήν τιμιότητα τῆς νυκτός;

Ἐξησφάλισαν τά πάντα. Κοιμῶνται ἥσυχοι καί ἀπό τά δύο πλευρά. Καί ἡ Μοῖρα δουλεύει. Δουλεύει ὅμως τήν ἡμέραν. Διότι καί λωποδύται καί τά θήλεα καί τά ἀνήλικα παιδάκια ἀκόμη ἀπό τήν πρόληψιν τῆς νύχτας ἀντλοῦν τήν εὐτυχίαν των. Καί ἔτσι, σιγά-σιγά, ὅλαι αἱ ἀπηγορευμέναι εὐτυχίαι μετεφέρθησαν εἰς τήν ἡμέραν. Ἡ νύχτα ἐγέμισεν ἀπό ἀθωότητα. Ἡ Ἑκάτη δέν ἀκούει πλέον δειλά μυστικά. Τά ἄστρα δέν ἀντικρύζουν πλέον παρά ἀθώους ξενύχτηδες καί διεφθαρμένους γλεντζέδες. Τό σκότος ἔχασε τά φαντάσματά του. Καί μέσα εἰς τά πυκνάς σκιάς δέν ἀκούει πλέον κανείς παρά τά ροχαλητά τῆς Ἀρετῆς. Ἡ Σαπφώ, ἐάν ἐζοῦσεν εἰς τάς ἡμέρας μας, δέν θά ἐτραγουδοῦσε τόν πόνον τῆς μοναξιᾶς της, ὅταν θά ἔφθαναν αἱ «μέσαι νύχτες» καί θά εἶχαν δύσῃ ἡ Σελήνη καί αἱ πλειάδες. Θά τόν ἐτραγουδοῦσε κανένα ὡραῖον ἀπόγευμα. Ἤ μᾶλλον δέν θά τόν ἐτραγουδοῦσε καθόλου, διότι δέν θά «ἐκάθευδε μόνα». Θά ἐκάθευδεν εἰς τήν γκαρσοιέραν ὅπου κανείς δέν «καθεύδει μόνος».

Καί ὅμως ὑπάρχουν ἀκόμη ἄνθρωποι, ποῦ ἔχουν πρόληψιν τῆς νυκτός. Ὁποία καθυστέρησις!

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

«Πασᾶς» στήν νῆσο Παναγιά ὁ Δένδιας προκαλεῖ τήν ὀργή τῆς Ἀγκύρας!

Εφημερίς Εστία
Οἱ ἀνιστόρητοι γείτονες θεωροῦν κατεχόμενα νησιά τίς Οἰνοῦσσες πού ἀναφέρονται στόν Ὅμηρο καί τίς παρακείμενες νησῖδες ὅπου εἶναι ἐγκατεστημένος Ἑλληνικός Στρατός – Ἐνοχλήθηκαν καί ἀπό τήν περιοδεία του στόν Βόρειο Ἕβρο – Χρησιμοποιοῦν τουρκικά ὀνόματα ἀκόμη καί γιά τήν Νέα Βύσσα, ὄχι μόνο γιά τίς Οἰνοῦσσες καί τήν Παναγιά! – Τούς «ἔτσουξαν» καί οἱ δηλώσεις τοῦ ἀρχηγοῦ ΓΕΕΘΑ

Ἡ νέα κοινωνική συνθήκη

Μανώλης Κοττάκης
Τό «νοιώθει»-«δέ νοιώθει» τοῦ πολιτικοῦ συστήματος καί τό «πέρασμα τοῦ ποταμοῦ»

Σέ ἁπλό ξύλινο φέρετρο θά ταφεῖ ὁ Πάπας Φραγκίσκος

Εφημερίς Εστία
Ρώμη.– Σέ λαϊκό προσκύνημα ἀναμένεται νά ἐκτεθεῖ ἀπό αὔριο ἡ σορός τοῦ ἐκλιπόντος Πάπα Φραγκίσκου, ὁ ὁποῖος ἀπεβίωσε πιθανώτατα ἀπό ἐγκεφαλικό ἐπεισόδιο, κατά τήν διάρκεια τοῦ ὕπνου του.

Ὅταν ἐρωτοῦν οἱ νεώτεροι καί ζητοῦν ἀπαντήσεις…

Δημήτρης Καπράνος
Πάντα, ἀπό τότε πού ἡ ἐγγονή μου ἄρχισε νά ἔχει τίς δικές της πολιτικές ἀνησυχίες, ἀνησυχῶ μήπως –μιά ἡμέρα σάν τήν χθεσινή– ἔλθει καί μέ ρωτήσει «Τί συνέβη στήν Ἑλλάδα τήν 21η Ἀπριλίου τοῦ 1967;».

Πέμπτη, 22 Ἀπριλίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
O ΚΟΣΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑ ΓΡΟΥΣΟΥΖΙΑΣ!