Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 24 Ἀπριλίου 1918
Ἡ φράσις, τήν ὁποίαν πρέπει νά κρατήσωμεν, ἀνήκει εἰς τόν Ἀρχηγόν τῆς Ἀγγλικῆς Ναυτικῆς Ἀποστολῆς ὑποναύαρχον κ. Μπράουν. Μετά τό ναυτικόν μεγαλούργημα τοῦ Ζεεμπροῦγκε, ἀνώτερος Ἕλλην ὑπάλληλος ἔσπευσε νά ὑποβάλῃ πρός τόν Ἄγγλον ναύαρχον τήν ἔκφρασιν τοῦ θαυμασμοῦ του καί τά συγχαρητήριά του.
– Μόνον Ἄγγλοι θά ἠμποροῦσαν νά τό κάμουν αὐτό! ἐπρόσθεσε.
Καί ὁ Ἄγγλος ναύαρχος, μέ τήν γενναιοφροσύνην τῆς φυλῆς του […] συνεπλήρωσε τήν φράσιν τοῦ Ἕλληνος ὁμιλητοῦ του μέ τήν ὑψηλήν αὐτήν ἀναγνώρισιν:
– Καί οἱ Ἰάπωνες! εἶπεν.
Ἴσως ὁ Ἄγγλος ναύαρχος νά ἔφερεν εἰς τήν μνήμην του, κατά τήν στιγμήν ἐκείνην, παρά τάς ἄλλας ἐνδόξους σελίδας τοῦ Ἰαπωνικοῦ Ναυτικοῦ, καί τήν ὑπέροχον ἐκείνην πρόσφατον σελίδα, τήν ὁποίαν ἔγραψε, πρό ἑνός ἀκριβῶς ἔτους, εἰς τά νερά τῆς Κρήτης, ἕνα Ἰαπωνικόν ἀντιτορπιλλικόν, σελίδα […] ἡ ὁποία ἀνήκει εἰς τήν Ἱστορίαν τῶν ἀνθρωπίνων ἡρωϊσμῶν καί τῆς ἀνθρωπίνης εὐγενείας. Δύο Ἰαπωνικά ἀντιτορπιλλικά συνώδευαν, αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἐποχήν, ἕνα Ἀγγλικόν πλωτόν νοσοκομεῖον, μεταφέρον τραυματίας ἐκ τοῦ Μακεδονικοῦ Μετώπου. Ἔξω ἀπό τήν Κρήτην καί πρός τάς ἀκτάς τῆς Σιτείας, τό ἐνεδρεῦον Γερμανικόν πειρατικόν ἀνεδύθη ἀπό τό κῦμα διά νά ἐκτελέσῃ τό ἀπαίσιον καθῆκόν του. Τί ἄν ἐπρόκειτο περί νοσοκομείου; Τί ἄν ἐπρόκειτο περί τραυματιῶν, τούς ὁποίους ἐστέγαζε τό σῆμα τῆς διεθνοῦς ἀσυλίας, ἡ ἱερά αἰγίς τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ; […] Καί ἀπό τόν τορπιλλοβλητικόν σωλῆνα τοῦ ὑποβρυχίου ἐξηκοντίσθη, χωρίς καμμίαν τύψιν, ἡ κακοῦργος τορπίλλη καί ἐχάραξεν ἐπί τοῦ κύματος τήν ἀπαίσιαν γραμμήν της, ἡ ὁποία ἐφέρετο μέ μαθηματικήν ἀκρίβειαν ἐπί τοῦ ἱεροῦ σκάφους.
Ὀλίγα δευτερόλεπτα καί τό ἔργον τῆς ἀνοησίας καταστροφῆς θά εἶχε συντελεσθῇ. Καί δέν ὑπῆρχε πλέον καιρός, οὔτε μέσον σωτηρίας. Ἀλλά τί νά κάμνει ἕνας γενναῖος τῆς παλαιᾶς καί τῆς αἰωνίας ἱπποσύνης, ὅταν βλέπῃ τήν αἰχμήν τοῦ ξίφους ἤ τό στόμιον τοῦ ὅπλου στρεφόμενα κατά τοῦ στήθους ἑνός ἀθώου καί ἑνός ἀδυνάτου; […] Τί ἄλλο; Προτάσσει τά στήθη του. Καί δέχεται αὐτός τό κτύπημα. Καί ἐξαγοράζει μίαν ζωήν, μέ τήν θυσίαν μιᾶς ἄλλης. Αὐτό ἐπραξεν ἀκριβῶς τό Ἰαπωνικόν σκάφος, εἰς τό ὁποῖον ἕνας γραπτός καί ἄγραφος νόμος εἶχαν ἐμπιστευθῇ τήν τύχην τοῦ ἀδυνάτου. Ὥρμησεν ὁλοταχῶς […] παρενετέθη μεταξύ τῆς τορπίλλης καί τοῦ σκάφους καί ἐδέχθη, ἐν πλήρει συναισθήσει τῆς θυσίας, ἐδέχθη κατάστηθα τό κτύπημα, ἐνῷ τό ἀδελφόν του ἀντιτορπιλλικόν κατεδίωκε τό ὑποβρύχιον.
Βαρύτατα τραυματισμένον τό ἡρωϊκόν σκάφος, ἀλλά ὑπερήφανον διά τά τραύματά του, ἔπλευσε μέ νέον κίνδυνον πρός τήν Σούδαν, ἀπεβίβασε τούς νεκρούς του, τούς ἔκαυσε, κατά τά θρησκευτικά νόμιμα τῆς φυλῆς του, καί, ὡς νά μήν εἶχε τίποτε συμβῇ, ἔπλευσεν ἀβοήθητον καί περιφρονοῦν τούς κινδύνους μέχρι τῆς τελευταίας στιγμῆς, ἔπλευσεν εἰς τόν λιμένα τοῦ Πειραιῶς διά νά ἐπουλώσῃ τά τραύματά του. Εἶχε κάμει ἁπλῶς τό καθῆκόν του, ἕνα καθῆκον ὑψηλοῦ ἱπποτισμοῦ.
– Μόνον οἱ Ἄγγλοι θά ἠμποροῦσαν νά τό κάμουν αὐτό πού ἔγεινεν εἰς τό Ζεεμπροῦγκε.
Καί ὁ Ἄγγλος ναύαρχος δέν εἶχε κάμῃ ἁπλοῦν συμμαχικόν φιλοφρόνημα ὅταν ἀπήντησεν:
– Καί οἱ Ἰάπωνες!
Ἀλλά εἶπε καί κάτι ἄλλο ὁ Ἄγγλος ναύαρχος. […]
– Καί ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μποροῦμε νά κάμωμεν τέτοια πράγματα.
«Ἐμεῖς»!… Ὁ Ἄγγλος, ὁ ἀνήκων εἰς τήν ὑπηρεσίαν τῆς Ἑλληνικῆς Πατρίδος, ὡμιλοῦσε πλέον ὡς Ἕλλην. Διότι ἔτσι ἀντιλαμβάνεται καί ἔτσι αἰσθάνεται πρό πάντων τό καθῆκόν του ὁ Ἄγγλος. «Καί ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες…» Τό Ἑλληνικόν Ναυτικόν, τό ὁποῖον δέν ἔπαυσε ποτέ νά ἀνανεώνῃ τάς δάφνας του, θά ὑπερηφανευθῇ βεβαίως διά τήν πίστιν αὐτήν τοῦ Βρεττανοῦ ναυάρχου του. Καί, ὅταν σημάνῃ ἐκ νέου ἡ ἰδική του ὥρα, θά τήν δικαιώσῃ.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ