Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 3 Ὀκτωβρίου 1924
Ἀπό τά χείλη Ἀθηναίας κυρίας ἄκουσα χθές ἕνα ρηξικέλευθον κήρυγμα.
-Νά παύσουν, σέ παρακαλῶ, αὐτές ᾑ ὑπερβολικές ἀγάπες, Κωστάκη μου! Δέν μοῦ ἀρέσουν καθόλου. Μά καθόλου!
Ἡ κυρία δέν ἀπετείνετο πρός τόν σύζυγόν της, διά μίαν ὑπερβολικήν ἀγάπην πρός τά ἔξω τοῦ οἴκου της, θίγουσαν τήν φιλοτιμίαν της ἤ μίαν ὑπερβολικήν ἀγάπην πρός τά ἔσω, ἐξαντλοῦσαν τήν ὑπομονήν της. Ἀπετείνετο πρός τό ἀγοράκι –ἕνα πιτσιρίκον ἕξη ἐτῶν– ὁ ὁποῖος, πρίν ἀρχίσῃ νά ἀγαπᾶ τάς ὡραίας γυναῖκας, ἀγαποῦσε περιπαθῶς ἕνα καλόν του θεῖον.
-Ζηλεύετε, λοιπόν, κυρία μου τόν ἀνθρωπάκον σας; τῆς εἶπα. Φαντάζεσθε, ὅτι ὁ θεῖος κλέβει ἕνα μέρος ἀπό τούς θησαυρούς τῆς ἀγάπης, πού σᾶς ἀνήκουν ἐξ ὁλοκλήρου;
Ἔκαμεν ἕνα κίνημα σφοδρᾶς διαμαρτυρίας.
-Καθόλου, φίλε μου! Δέν ὑπάρχει καμμίας μορφῆς ἐγωισμός στή μέση, κανενός εἴδους ζήλεια. Φροντίζω, ἁπλούστατα, γιά τήν εὐτυχία τοῦ παιδιοῦ μου.
-Φρονεῖτε, δηλαδή, κυρία μου, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρωπάκου σας πρός τόν θεῖον του, μιά ἀθωοτάτη ἀγάπη, μπορεῖ νά τοῦ γίνῃ, μ’ ἕνα ὁποιονδήποτε τρόπον, ἐμπόδιον εἰς τήν εὐτυχίαν του; Ἀλλά ποίου εἴδους τέρας εἶνε λοιπόν ὁ θεῖος αὐτός, τοῦ ὁποίου τρέμετε τήν ἀχαριστίαν;
-Δέν πρόκειται περί τοῦ θείου! ἐξήγησεν ἡ κυρία. Πρόκειται γιά τήν Ἀγάπη. Πρόκειται γιά κάθε ἀγάπη. Δέν θέλω, ἁπλούστατα, τό παιδί μου ν’ ἀγαπᾶ ὑπερβολικά κανέναν. Οὔτε ἐμένα τήν ἴδια!
Διάβολε! Τά πράγματα ἄρχισαν νά λαμβάνουν σοβαρωτέραν τροπήν. Ἡ κυρία δέν εἶχεν ἁπλῶς περιωρισμένας καί εἰδικάς ἀντιρρήσεις διά τά αἰσθήματα τοῦ τέκνου της. Εἶχεν ὁλόκληρον κοσμοθεωρίαν. Ὕψωνε τήν σημαίαν μιᾶς Σταυροφορίας κατά τῆς Ἀγάπης, καί τό φαινόμενον ἦτο καταπληκτικόν καί ἀνέλπιστον.
-Θέλετε λοιπόν, κυρία μου, νά πνίξετε εἰς τά στήθη τοῦ τέκνου σας τόν σπόρον τῆς ἀγάπης, πρίν προφθάσῃ ἀκόμη νά βλαστήσῃ; Ἡ μήπως δέν ἐνόησα καλά; Ἐρώτησα σταυροκοπούμενος.
-Ἐννοήσατε πολύ καλά! Μοῦ εἶπεν ἡ ἀγαπητή, τρομερά κυρία. Τόν ὀλέθριον αὐτόν σπόρον ἀκριβῶς καταγίνομαι νά πνίξω!
Καί ἐπροχώρησεν εἰς τήν ἀνάπτυξιν τῆς κοσμοθεωρίας της.
-Ἡ ἀγάπη –δέν βλέπετε, λοιπόν, δέν τόν ἀντιλαμβάνεσθε;– εἶνε ἡ πηγή τῆς ἀνθρωπίνης δυστυχίας. Οἱ ἄνθρωποι, ποῦ ἀγαποῦν ὑπερβολικά εἰς τόν κόσμον αὐτόν, εἶνε τά αἰώνια θύματα τῆς ζωῆς, ἡ ὁποία δέν ἔχει πλέον δι’ αὐτούς παρά μόνον ἀπογοητεύσεις, διαψεύσεις, θλίψεις, χωρίς τέλος. Εἶνε οἱ ἄνθρωποι μέ τήν διαρκῶς τραυματισμένην καρδίαν. Εἶνε οἱ μεγάλοι δυστυχεῖς. Καί ταυτοχρόνως εἶνε οἱ αἰώνιοι ἀποτυχημένοι, οἱ αἰώνιοι ἡττημένοι εἰς τόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς, διότι ἀκριβῶς εἶνε καί οἱ ὀλιγώτερον ἰσχυροί μαχηταί εἰς ἕνα τόσον τρομερόν ἀγῶνα. Δέν τό γνωρίζετε, λοιπόν, δέν τό ἐδοκιμάσατε ποτέ στόν ἴδιον τόν ἑαυτόν σας, ὅτι ἡ ἀγάπη, κάθε ἀγάπη, κάμνει τόν ἄνθρωπον ἀνίσχυρον, τοῦ ἀφαιρεῖ τήν δύναμιν τῆς ἀντιστάσεως, τόν παραδίδει ἀνυπεράσπιστον εἰς τόν ἐχθρόν, κάθε ἐχθρόν; Ἡ ἀγάπη εἶνε ἡ κατάρα τῆς ἀνθρωπότητος! Εἲνε ἡ τρομακτική ἐπιδημία, πού τήν μαστίζει καί ἀπό τήν ὁποίαν σώζονται ὅσοι εἶνε προικισμένοι ἀπό τήν Φύσιν μέ τήν σχετικήν ἀνοσίαν. Τό μικρόβιον, λοιπόν, τῆς ἐπιδημίας αὐτῆς ἐπιθυμῶ νά φονεύσω εἰς τά σπλάχνα τοῦ παιδιοῦ μου, ἐν ὅσω εἶνε καιρός. Καί θά τό κατορθώσω. Καί θά ἔλθῃ μιά ἡμέρα, σᾶς βεβαιώνω, πού τό παιδί μου θά εὐλογῇ τό ὄνομά μου!
Τό ἀνέλπιστον κτύπημα τῆς καταπληκτικῆς αὐτῆς κοσμοθεωρίας ἦτο τόσον τρομερόν, ὥστε πρίν προφθάσω ἀκόμη νά σκεφθῶ ὁτιδήποτε, ἔπαθα, ὅ,τι ἐπάθαινεν εἰς κάθε του βῆμα ἐντός τῶν κύκλων τῆς Κολάσεως ὁ Δάντης. Ἔπεσα ὅπως πέφτει νεκρόν σῶμα:
E cadi come corpo morto cade.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ