Χθές ἔγραψα γιά τόν μεγάλο δημιουργό Νῖκο Σκαλκώτα. Σήμερα, θά ἀναφερθῶ στόν μέγιστο ἠθοποιό Δημήτρη Χόρν, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε σάν χθές, 9 Μαρτίου.
Λέω σέ φίλους ὅτι θεωρῶ ἑαυτόν εὐτυχῆ πού ἐργάσθηκα ὑπό τήν διεύθυνση τῶν Μάνου Χατζιδάκι καί Δημήτρη Χόρν στήν ΕΡΤ. Ἦταν ἕνα σύντομο, πλήν πολύτιμο, ὑπέροχο διάστημα. Εὐγνώμων διατελῶ καί ἀποκαλύπτομαι στήν ποιότητα καί, κυρίως, στό χιοῦμορ τους.
Τόν Χόρν τόν θυμᾶμαι ἀπό παιδί. Σέ μιά παράσταση στό «Ἔγκλημα καί Τιμωρία» στό Δημοτικό Θέατρο Πειραιῶς, ὅπου μᾶς εἶχαν πάει μέ τό σχολεῖο (ὁ φιλόλογός μας, τότε, στήν Ἰωνίδιο, Εὐθύμιος Κουτρολίκος) ἀλλά καί ἀπό ἐκεῖνα τά ἐκπληκτικά καθημερινά σχόλια στό ΕΙΡ, «Τά καθημερινά τοῦ καθημερινοῦ», σέ κείμενα τοῦ σπουδαίου Κώστα Πρετεντέρη, πού τά ἀπέδιδε ἐκπληκτικά.
Ἀργότερα, κατάλαβα πόσο σπουδαῖος ἦταν ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς, κρίνοντάς τον καί ἀπό τίς συναναστροφές του! Καθ’ ὅτι, ὅπως μοῦ ἔλεγε ὁ πατέρας μου, «μέ τόν κάλιό σου κάθιζε, τόν κουζουλό σεβάσου!». Κι ὁ Καραμανλῆς καθόταν μέ τούς καλύτερους καί σεβόταν ἀκόμα καί τίς… “κουζουλάδες” τους…
Νεαρά ρεπόρτερ, λοιπόν, τοῦ Καλλιτεχνικοῦ ρεπορτάζ (ἀργότερα τό βάφτισαν Πολιτιστικό) πλησιάζει τόν Χόρν ἔπειτα ἀπό μιά παράσταση. «Εἴχατε τράκ, κύριε Χόρν!» τοῦ λέει. Ἐκεῖνος, εἰσπνέει μιά κολοσσιαία δόση καπνοῦ ἀπό τό «κολλημένο» στό χέρι του τσιγάρο καί μουρμουρίζει, εὐκρινῶς: «Μόνον οἱ ἀτάλαντοι, χρυσό μου, δέν ἔχουν τράκ!»…
Χθές, ὁ Κώστας Τριανταφυλλάκης μοῦ θύμισε μιά, πρό τεσσαρακονταετίας, συνέντευξη τοῦ Δημήτρη Χόρν. Εἶναι σάν νά τήν ἔδωσε χθές!
«Οἱ ποιητές καί οἱ λογοτέχνες δίνουν τήν φυσιογνωμία τοῦ ἔθνους. Αὐτήν, λοιπόν, τήν φυσιογνωμία ἐπιχειροῦν σήμερα νά τήν παραμορφώσουν. Δέν ἔχουμε φυσιογνωμία ἑλληνική…
Ὑπάρχει μιά νοοτροπία πού θέλει νά τά ἁπλοποιήσει ὅλα.
Κι ἀναρωτιέμαι, γιατί; Γιατί οἱ ἄνθρωποι δέν πρέπει νά μοχθοῦν;
Γιατί ὁ καρπός τοῦ μόχθου περιφρονεῖται τόσο πολύ, ἐνῷ τόσο ἀνάγκη τόν ἔχουμε, τώρα εἰδικά πού ἀνήκουμε στήν Εὐρώπη καί χρειαζόμαστε ὅσο ποτέ ἄλλοτε τά πνευματικά ὅπλα;
Αὐτή ἡ νοοτροπία τῆς ἁπλοποιήσεως μᾶς ἔχει ὁδηγήσει στό σημεῖο νά κακοποιοῦμε καί νά ἐκχυδαΐζουμε τά πάντα.
Εἶναι ἀπελπιστικά ὀδυνηρό, γιά νά μήν πῶ θανατηφόρο.
Ἀναρωτιέται, λοιπόν, κανείς, τί θά παραλάβει καί ἀπό ποιούς ἡ νέα γενιά μέ τήν ὁποία τόσο πολύ ἀσχολεῖται ἡ παροῦσα κατάσταση. Τί σκοπό ἔχουν ἄραγε οἱ ὑπεύθυνοι πού μεταχειρίζονται τόσο ἄσχημα τή γλῶσσα; Τί, τέλος πάντων, θέλουν νά παραδώσουν καί ἀπό ποιούς τό παρέλαβαν;
Ὕβρις καί τίποτα ἄλλο χαρακτηρίζει τήν παροῦσα κατάσταση.
Ὕβρις καί, δυστυχῶς, τῆς ὕβρεως, πάντοτε ἕπεται ἡ Νέμεσις.
Τώρα βέβαια μιλᾶμε περί πολιτιστικοῦ κόσμου, περί πολιτικῶν ἐκδηλώσεων.
Τί θά πεῖ πολιτιστικό; Παίζουμε μέ τίς λέξεις. Λέμε, λέξεις.
Καί βεβαίως πίσω ἀπ’ αὐτές τίς λέξεις δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο παρά ἕνας μοναδικός σκοπός: ἡ ἐρείπωση τῆς γλώσσας. (Σημ. συντ: Σπανίως χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη “ἐρείπωση” ἀλλά ὑπάρχει.)…
Ἡ κατάργηση τῶν ἐννοιῶν, ὥστε οἱ ἄνθρωποι οὔτε νά συνεννοοῦνται, οὔτε νά μποροῦν νά σκέφτονται. Γιατί μόνον ἔτσι θά μποροῦν ὁρισμένοι νά κάνουν τή δουλειά τους. Νά θάψουν τόν τόπο…
Εἶμαι Ἕλληνας, γι’ αὐτό πονῶ καί ὑποφέρω γιά ὅ,τι βλέπω μπροστά μου.
Γιά ὅ,τι αἰσθάνομαι νά ἔρχεται…». Μέγας!