H ΕΛΛΗΝΙΚΗ EΠΑΝΑΣΤΑΣΗ τοῦ 1821 ξεχωρίζει ἔναντι τῶν ἄλλων Ἐπαναστάσεων…
… στήν Εὐρώπη καί στήν Ἀμερική ἀπό τό ὅτι προετοιμάστηκε, πραγματοποιήθηκε καί ὁλοκληρώθηκε μέ πρωταγωνιστές κληρικούς, μοναχούς καί πιστά μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Μεταξύ πολλῶν ἄλλων οἱ Ἠλίας Μηνιάτης, Κύριλλος Λούκαρης, Εὐγένιος Βούλγαρης, Νεκτάριος Τέρπος, Ρήγας, Σαμουήλ τοῦ Σουλίου, παπᾶ Θύμιος Βλαχάβας, Φιλική Ἑταιρεία, Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης, Π. Πατρῶν Γερμανός, Παπαφλέσσας, Ἀθανάσιος Διάκος, μοναχοί Μεγάλου Σπηλαίου, Ἁγιορεῖτες Μοναχοί, Σαλώνων Ἠσαΐας, Ρωγῶν Ἰωσήφ, Κολοκοτρώνης, Νικηταρᾶς, Μπότσαρης, Μακρυγιάννης, Καραϊσκάκης, Κανάρης, Καποδίστριας, εἶναι λίγοι ἀπό ἐκείνους στούς ὁποίους ὀφείλουμε τιμή καί εὐγνωμοσύνη.
Κάποιοι Συνέλληνες, λόγῳ ἰδεοληπτικῶν ἐμμονῶν, ἀδυνατοῦν νά δεχθοῦν τήν ἱστορική αὐτή πραγματικότητα. Ὑπάρχουν καί κάποιοι πού ὑποστηρίζουν ὅτι κακῶς κληρικοί συμμετέσχον στόν ἔνοπλο ἀγῶνα τοῦ 1821 καί πώς οἱ σημερινοί κληρικοί δέν πρέπει νά τούς ἐπαινοῦν! Ὡς τεκμήριο ἐπικαλοῦνται τό πονημάτιο τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κων. Καλλινίκου «Χριστιανισμός καί Πόλεμος» (Ἐκδ. «Ἡ Περιστερά», Ἐν Ἀθήναις 1963), πού γράφει μεταξύ ἄλλων:
«… Εἰς τούς Ὀρθοδόξους ἱερωμένους δέν ἐπιτρέπεται –θεωρητικῶς τοὐλάχιστον– τό μαχαιροφρονεῖν καί αἷμα ἀνθρώπινον ἐκχύνειν εἰς τάς μάχας… Οἱ Παπαφλέσσας, Βρεσθένης Θεοδώρητος, Σαλώνων Ἠσαΐας, Ἀνδρούσης Ἰωσήφ, Ταλαντίου Νεόφυτος, Καρύστου Νεόφυτος, αὐτός ὁ μαρτυρικώτατος ἐν τῇ πλήρει ἀνδρική του βλαστήσει Ἀθανάσιος Διᾶκος, ὁ ὠμότατα ὑπό τῶν κτηνωδῶν δημίων του σουβλισθείς, ἀλλά μέ ἐσπασμένον τό ξίφος εἰς τήν τεθραυσμένην χεῖρα του καί αἱμοστάζουσαν τήν φουστανέλλαν, ὅλοι ἐκεῖνοι ρασοφόροι τῶν τελευταίων μας χρόνων οἱ φορέσαντες εἰς τό σελάχι τό γιαταγάνιον καί ἀτρομήτως τόν Τοῦρκον ἀντιμετωπίσαντες, δέν δύναται νά τεθῶσιν εἰς τήν αὐτήν ἀκριβῶς μοῖραν μέ ἕναν ἀπόστολον Ἰάκωβον… μέ ἕνα πρωτομάρτυρα Στέφανον, μέ ἕνα Πατριάρχην Γρηγόριον Ε΄ καί τούς συναρχιερεῖς του, οἵτινες ἀπῆλθον τοῦ κόσμου τούτου τελειωθέντες ἐν τῷ ἰδίῳ καί ὄχι τῷ ἀλλοτρίῳ αἵματι».
Σημειώνεται ὅτι ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Φθιώτιδος Νικόλαος μέ ἐμπεριστατωμένη ἀναφορά του πρός τήν Ἱερά Σύνοδο ζήτησε τήν ἀναγνώριση ὡς Ἁγίου τοῦ Ἀθανασίου Διάκου, διότι ὅταν τοῦ ζητήθηκε νά γίνει μουσουλμάνος γιά νά μήν ἐκτελεσθεῖ, ἐκεῖνος ὁμολόγησε τήν Πίστη του καί ἑκουσίως δέχθηκε τό φρικτό μαρτύριο τοῦ ἀνασκολοπισμοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στά 2.000 χρόνια ἱστορίας Της, ἀναγνώρισε ὡς Ἁγίους πολεμιστές στρατιωτικούς καί πολέμαρχους αὐτοκράτορες, μεταξύ τῶν ὁποίων τούς Μέγα Θεοδόσιο (17/1), Ἰουστινιανό (2/8), Βασίλειο τόν Μακεδόνα (29/8), Ἰωάννη Βατάτζη (4/11) καί Νικηφόρο Φωκᾶ (11/12).
Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ Χριστός δίδαξε τήν κατάργηση τῆς βίας καί βεβαίως τοῦ φόνου. Εἶναι ἀλήθεια πώς ἡ Ἐκκλησία ἄνθισε διά τοῦ αἵματος τῶν Μαρτύρων καί ὄχι μέ πολέμους καί κατακτήσεις. Ὅμως, ὅπως ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων εἶπε στόν ἐπιτάφιο λόγο του στόν Ἐπίσκοπο Σελασσίας (Βρεσθένης) Θεοδώρητο, «στήν κατά πάντα παράδοξη ἀνάσταση τῆς Ἑλλάδος ἔγινε καί τοῦτο τό παράδοξο. Συμμετέσχον τοῦ ἀγῶνος καί κληρικοί, οἱ υἱοί τῆς εἰρήνης, καί οἱ «πρᾶοι ἔγιναν μαχητές», προσφέροντες θυσίαν τίς ψυχές τους γιά τή σωτηρία τῶν ἀδελφῶν, διά τήν ὁποίαν καί ἄκοντες παρέβησαν τή νόμιμη καί κανονική τους κλήση».–
*Δημοσιογράφος – συγγραφέας