Ὅταν ἐπισκέφθηκα γιά πρώτη φορά τό Βρεταννικό Μουσεῖο…
… μόνος, μέ πρόθεση νά μελαγχολήσω, συναντήθηκα μέ ἕνα γκρούπ Ἑλλήνων ἐπισκεπτῶν, τούς ὁποίους ξεναγοῦσε Ἕλληνας τοῦ Λονδίνου.
Ἀκολούθησα τήν ὀλιγομελῆ ὁμάδα, πού ἐρχόταν ἀπό τήν Κρήτη, καί παρακολουθοῦσα τήν ξενάγηση, ἡ ὁποία, ὁμολογῶ, ἦταν ρέουσα καί εἶχε ἐνδιαφέρον. Κἄποια στιγμή, ὅμως, ἕνα ἀπό τά τέσσερα παιδιά πού μετεῖχαν στό γκρούπ –πρέπει νά ἦταν μαθητής τοῦ δημοτικοῦ– εἶπε δυνατά. «Μά, καλά, δέν ἔχουν τίποτε δικό τους ἐδῶ μέσα; Ὅλο γιά πράγματα ἀπό ἄλλα κράτη μᾶς λέτε»!
Γελάσαμε ὅλοι καί θυμηθήκαμε τόν σπουδαῖο Δανό λογοτέχνη Χάνς Κρίστιαν Ἄντερσεν, πού ἔγραψε τό περίφημο διήγημα «Ὁ Βασιλιᾶς εἶναι γυμνός»! Καί τότε, ἕνα παιδάκι μίλησε καί ἀπεκάλυψε τήν ἀπάτη! Καί τώρα, μέσα στό μουσεῖο, πού φιλοξενεῖ σχεδόν ἀποκλειστικά «κλεμμένα» εὑρήματα, ὁ πιτσιρίκος ἀπό τήν Κρήτη ἔβαζε τά πράγματα στήν θέση τους!
Τά θυμήθηκα ὅλα αὐτά, βλέποντας χθές τήν ἔρευνα τῶν «Τάϊμς» τῆς Κυριακῆς, κατά τήν ὁποία τό 80% τῶν Ἄγγλων πιστεύει ὅτι τά Γλυπτά (καί ὄχι «τά μάρμαρα») τοῦ Παρθενῶνος πρέπει νά ἐπιστραφοῦν στήν Ἑλλάδα, ἀπό τήν ὁποία τά βούτηξε ὁ μέγας ἀρχιληστής λόρδος Ἔλγιν. Καί ὀφείλω νά πῶ ὅτι οὐδόλως μέ ἐξέπληξε τό ἀποτέλεσμα τῆς μετρήσεως. Ἔχοντας ὅλη σχεδόν τήν οἰκογένειά μου νά ζεῖ γιά περισσότερα ἀπό ἑξῆντα χρόνια στό Ἡνωμένο Βασίλειο, γνωρίζω καλά ὅτι οἱ πολῖτες τῆς γηραιᾶς Ἀλβιόνος ἔχουν ἀπό καιρό ἀντιληφθεῖ ὅτι τό «μουσεῖο τους» δέν εἶναι παρά μία τεράστια ἔκθεση κλοπιμαίων!
«Κανονικά, ὅλα αὐτά ἔπρεπε νά ἐκτίθενται στό κτίριο τῆς Σκώτλαντ Γυάρντ καί νά καλοῦνται οἱ κάτοχοι νά τά ἀναγνωρίζουν» μοῦ ἔχει πεῖ καθηγητής Πανεπιστημίου, συνάδελφος τοῦ πρυτάνεως ἀδελφοῦ μου, πείθοντάς με ὅτι τό βρεταννικό χιοῦμορ εἶναι, πράγματι, «θανατηφόρο». Ὡστόσο, καλό θά εἶναι νά μήν μείνουμε μόνο στίς ἁρπαγές τῶν Ἄγγλων. Ὑπάρχουν καί ἄλλοι, πού ἔχουν λεηλατήσει τόν τόπο μας.
Ἁλίευσα τήν κατωτέρω δημοσίευση τοῦ Ἀθανασίου Κρουστάλλη. Καί τήν παραθέτω: «Μόλις χθές γύρισα ἀπό τό Παρίσι. Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκα τό μουσεῖο τοῦ Λούβρου. Κάποια στιγμή ρώτησα τόν ὑπάλληλο στήν ἑλληνική πτέρυγα, ποῦ εἶναι ἡ Νίκη τῆς Σαμοθράκης στά γαλλικά, ἀναφέροντας τό ὄνομα στά ἑλληνικά. Μοῦ εἶπε εὐγενικά ἄν ρωτάω γιά τήν «Βικτουάρ ντέ λά Σαμοτράς». Τόν ρώτησα τότε ἄν γνωρίζει πῶς λέγεται τό φημισμένο ρολόϊ τοῦ Λονδίνου καί ἐκεῖνος ἀπάντησε μέ ἔμφαση «Μπίγκ Μπέν».
«Γιατί δέν τό λέτε κι αὐτό “Γκράν Μπέν”»; τόν ρώτησα στά γαλλικά. «Γιατί νιώθετε τήν ἀνάγκη νά κλέψετε καί τό ὄνομα ἐκτός ἀπό τό ἔκθεμα;»… Κατέβασε τό κεφάλι. Τόν χτύπησα φιλικά στήν πλάτη. Δέν ἔφταιγε ἐκεῖνος… Ἡ ἑλληνική πλευρά κατέχει τό 30% τοῦ Λούβρου καί στήν εἴσοδο δέν ὑπάρχει οὔτε κἄν τό «Καλῶς ἤρθατε» στά ἑλληνικά (ἀνάμεσα σέ εἴκοσι γλῶσσες). Αὐτό μποροῦμε νά τό πετύχουμε καθισμένοι σέ ἕναν καναπέ, μέσα ἀπό μία ἱστοσελίδα καί νά φωνάζουμε, «Δῶστε τα, πίσω»: Τήν Νίκη πού ἔγινε «Βικτουάρ», τήν Καρυάτιδα, πού ἔγινε «Καριατίντ»… Ἔτσι μόνο, δίνοντας στά παιδιά μας μία σταγόνα ἱστορίας, ὑπερηφάνειας καί κληρονομιᾶς, θά εἴμαστε ἄξιοι μνημόνευσης στό μέλλον…