Καί βέβαια εἴχαμε καί παλαιότερα πλημμύρες. Στήν Κοκκινιά, ὅπου μεγάλωσα, εἴχαμε τήν «Σούδα», ἕνα ἀνοιχτό ρέμα, πού μέ τίς μεγάλες νεροποντές τούς χειμῶνες πλημμύριζε καί προκαλοῦσε σημαντικές ζημιές στά παραπήγματα πού εἶχαν ἀνεγείρει στίς ὄχθες τοῦ ρέματος οἱ πρόσφυγες καί στά ὁποῖα ἔμεναν ἀκόμη κάποιες φτωχές οἰκογένειες.
Ἐμεῖς, πιτσιρικάδες, τό σκάγαμε ἀπό τό σπίτι καί τρέχαμε -μέσα στήν βροχή- νά δοῦμε τό πόσο φούσκωνε τό ρέμα, νά ἀκούσουμε ἐκείνη τήν ὑπόκωφη βουή τοῦ νεροῦ καί νά βλέπουμε τό γεφυράκι νά σκεπάζεται ἀπό τά νερά καί νά μεταβάλλεται σέ ποτάμι ἡ ὁδός Κονδύλη!
Τότε, ὅμως, δέν εἴχαμε τηλεόραση, δέν εἴχαμε τήν τρομολαγνεία τῶν μετεωρολόγων, τούς ὁποίους τά αἱμοδιψῆ καί εὐρωβόρα κανάλια ἔχουν ἐμβολιάσει μέ τό «τσιπάκι» πού διδάσκει ὅτι «ὁ φόβος φέρνει θεαματικότητες.»
Τότε ἀκούγαμε ἕνα ὑποτυπῶδες «δελτίον καιροῦ» στήν ἐκπομπή «Τά χρονικά τῆς ἡμέρας» στό Ἐθνικόν Ἵδρυμα Ραδιοφωνίας καί μετά ἀκολουθοῦσε «ἐλαφρά ἑλληνική μουσική καί τραγούδια» καί δέν πέφταμε στό κρεβάτι μέ τόν φόβο τοῦ «τί μᾶς ξημερώνει.» Κι ἄν ἔπεφταν τήν νύχτα κεραυνοί, καθόμασταν στό παράθυρο, ἀπολαμβάναμε τίς ἀστραπές καί κάναμε χάζι τήν σκυλίτσα μας, τήν Κάρμεν, πού ἀλαφιαζόταν καί χωνόταν κάτω ἀπό τό κρεβάτι μας!
Γιά τό Σάββατο, λοιπόν, ὅλοι στό σπίτι ἐπέμεναν ὅτι «θά χαλάσει ὁ κόσμος.» Τά δελτία εἰδήσεων εἶχαν κάνει καλή δουλειά, εἶχαν μιλήσει καί «γιά πιθανότητα ἰσχυρῶν καταιγίδων στήν Ἀττική» καί ἔτσι ὅλοι συνιστοῦσαν στήν ἐγγονή μας «νά τό σκεφθεῖ ἄν θά πάει νά παίξει στόν ἀγῶνα βόλλεϋ», πού ἔδινε ἡ ὁμάδα της.
Οὔτε μία στιγμή δέν εἶχε περάσει ἀπό τό μυαλό μου, ὅτι τά πράγματα θά ἐξελίσσονταν ὅπως τά προέβλεπαν τά «κανάλια». Καί στίς δέκα τό πρωί, μέ θερμοκρασίες καλοκαιριοῦ καί ὀλίγον μουντό οὐρανό, πῆγα τήν Σταματίνα στό κλειστό γυμναστήριο ὅπου θά διεξαγόταν ὁ ἀγῶνας τῆς ὁμάδας της, τοῦ «Πορφύρα» (ἐκ τοῦ ποιητοῦ τοῦ Πειραιῶς Δημητρίου Σύψωμου, ὅστις μεγαλούργησε ὡς Λάμπρος Πόρφυρας.)
Ἔχω πρό πολλοῦ πάψει νά παίρνω στά σοβαρά τίς προβλέψεις τῶν τηλεοπτικῶν μετεωρολόγων. Βέβαια, ὑπάρχουν κανά-δυο πού λειτουργοῦν ἐπιστημονικά καί ὄχι σάν νά διαφημίζουν συστήματα κλιματισμοῦ, ἀλλά καί πάλι, ἐμπιστεύομαι τό ἔνστικτό μου. Ἴσως αὐτό νά εἶναι «ἀπομεινάρι» ἀπό τόν καιρό πού ἀνεβαίναμε στά βουνά καί μέ μάθαινε ὁ Σπῦρος Ράνης καί ὁ περίφημος Ρήττας, νά ὑπολογίζω τόν ἄνεμο καί νά διαβάζω τά σύννεφα. Ἀλλά ὅλα ἐκεῖνα τά κραυγαλέα, μέ τά σχεδιαγράμματα καί τά «συστήματα», πού ἔρχονται ἀπό τήν Ἰταλία καί περνοῦν κι ἀπό ἐδῶ ἀλλά πλήττουν ὁρισμένα μόνο τμήματα τῆς χώρας, δέν τά πολυπαίρνω στά σοβαρά.
Μπορεῖ νά κάνω λάθος, ἀλλά τώρα εἶναι πλέον ἀργά γιά νά ἀλλάξω ἄποψη. Στό κάτω-κάτω, Νοέμβριο μῆνα ἔχουμε. Κι ἄν δέν ἔχει βρέξει δυνατά μέχρι τώρα. Κι αὐτό μᾶλλον περίεργο εἶναι, μή φυσιολογικό. Καί ἴσως νά ἔχει δίκιο ὁ φίλος μου ὁ Χρῆστος, πού προχθές ἔλεγε ὅτι «γίναμε ἐπί τέλους Τζαμάικα καί εἶναι καιρός νά γράφονται ἑλληνικά τραγούδια σέ ὕφος “ρέγγε”»! Ἄν τό καλοσκεφθεῖς, δέν θά εἶναι καί τόσο ἄσχημη ἐξέλιξη…