Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 21 Αὐγούστου 1924
Ὁ αὐτοκτονήσας προχθές τραπεζιτικός μᾶς ἔδωκε τό διάγραμμα τοῦ συγχρόνου φαύλου κύκλου, ὁ ὁποῖος ὁμοιάζει καταπληκτικά μέ τόν πύρινον κύκλον, μέσα εἰς τόν ὁποῖον αὐτοκτονοῦν καί οἱ σκορπιοί. Ἔπαιξεν εἰς τό Χρηματιστήριον καί ἔχασε ποσά, τά ὁποῖα δέν εἶχεν. Ἐπλαστογράφησε τότε ἕνα γραμμάτιον διακοσίων πενῆντα χιλιάδων δραχμῶν εἰς τήν Τράπεζαν, ὅπου ὑπηρετοῦσε, ὄχι διά νά κλέψῃ τάς χιλιάδας αὐτάς. Ἐλογάριαζεν, ἁπλῶς, νά ξαναπαίξῃ μέ αὐτάς, νά κερδίσῃ, νά βάλῃ τά ξένα χρήματα εἰς τήν θέσιν των καί νά ἐξακολουθήσῃ τήν ζωήν του ὡς τίμιος ἄνθρωπος. Ἀντί νά κερδίσῃ ὅμως τά χαμένα, ἔχασε καί τά ξένα χρήματα. Ἀνεκάλυψε τότε, ὅτι εὑρίσκεται ζωσμένος ἀπό ἕνα πύρινον κύκλον, χωρίς διέξοδον. Ἔστρεψε λοιπόν τό περίστροφον πρός τόν κρόταφόν του, ὅπως ὁ σκορπιός στρέφει τό κεντρί του πρός τήν κοιλίαν του, καί ἡ ὑπόθεσις ἐτελείωσεν.
Αὐτός ὁ φαῦλος κύκλος κατήντησε τυπικός πλέον. Ἄλλοτε εὑρίσκοντο κλεισμένοι αἰφνιδίως εἰς αὐτόν ὀλίγοι συστηματικοί ἤ ἐκ περιστάσεως χαρτοπαῖκται, οἱ ὁποῖοι συνέπιπτε νά εἶνε δημόσιοι ὑπάλληλοι, ἤ ἀξιωματικοί, ἤ διαχειρισταί ὁπωσδήποτε ξένων χρημάτων καί ἐτελείωναν, ὅπως ἐτελείωσε καί ὁ προχθεσινός τραπεζικός. Ἀλλά διά νά φθάσῃ κανείς μέχρι τοῦ χαρτοπαιγνίου, δέν ἦτο καί τόσον εὔκολον. Ὑπῆρχαν κάποιοι δισταγμοί, κάποιαι ἐπιφυλάξεις, κάποιος ὑπολογισμός τῆς Κοινῆς Γνώμης. Καθένας ἐδίσταζε νά φθάσῃ μέχρι τῆς θύρας τοῦ δημοσίου χαρτοπαικτείου. Τό ἄλλο πρωί θά τόν ἐδακτυλοδεικτοῦσαν. Καί θά διέτρεχεν ἴσως καί τόν κίνδυνον νά χάσῃ τήν θέσιν του. Ἦλθεν ὅμως τό Χρηματιστήριον. Ἡ τρομερωτέρα πράσινη τράπεζα, ποῦ εἶδε ποτέ ὁ κόσμος! Κρημνός καί ἄβυσσος. Ἀλλά τό Χρηματιστήριον δέν εἶνε καταγώγιον. Εἶνε τιμή καί δόξα. Περνοῦν ἀπ’ αὐτό ὑπουργοί, ἀρχιερεῖς, ἀξιωματικοί, ἀνώτεροι ὑπάλληλοι, ἐπίσημα πρόσωπα καί μεγάλαι κυρίαι ἀκόμη. Καί ἔπειτα τό Χρηματιστήριον δέν εἶνε ἀστεία. Δέν ποντάρει κανείς τό ἑκατοντάδραχμόν του διά νά πάρῃ ἕνα ἄλλο, μέ παλμούς καρδιᾶς κάθε δευτερόλεπτον. Τό χρηματιστήριον δίδει τά μεγάλα κέρδη. Χιλιάδας, ἑκατοντάδας χιλιάδων, ἑκατομμύρια. Σέ κάνει πλούσιον ἀπό τήν μίαν στιγμήν εἰς τήν ἄλλην. Βγαίνεις ἀποκεῖ καί ἀνοίγονται ἐμπρός σου οἱ δρόμοι ὅλων τῶν μεγαλείων. Τό αὐτοκίνητον, τό ἐξοχικόν γεῦμα, ὁ καμπανίτης, τό παρθεναγωγεῖον τοῦ πεζοδρομίου, ὅλες ᾑ εὐτυχίες, ὅλες ᾑ δόξες, ὅλοι οἱ γλυκασμοί. Σπέρνεις χιλιόδραχμα καί θερίζεις ὅλα τά ἄνθη τῶν φυσικῶν καί τῶν τεχνητῶν παραδείσων. Καί λές ἀπομέσα σου:
-Ἐγώ εἶμαι, μωρέ, ὁ χθεσινός ψωρίλος, ποῦ λογάριαζα τό ταλληράκι; Μνήσθητί μου Κύριε! Μεγάλα καί θαυμαστά τά ἔργα σου.
Ἔρχεται ὅμως καί ἡ ἀνάποδη καί δυστυχῶς ἔρχεται πολύ συχνά. Καί τότε ὁ στρατιωτικός διαχειριστής ἀνακαλύπτει ὅτι εἶνε ἐλλειμματίας. Ὁ ἀνώτερος ὑπάλληλος τοῦ Κράτους ἀνακαλύπτει ὅτι ἐβούτηξεν εἰς ὕποπτον ἐπιχείρησιν. Ὁ ταμίας ἀνακαλύπτει, ὅτι δέν εὑρίσκονται ἐν τάξει τά βιβλία του. Ὁ κύριος μέ τήν ἐμπιστευτικήν θέσιν, ἀνακαλύπτει ὅτι ἔκαμε κατάχρησιν ἐμπιστοσύνης. Οἱ ἄνθρωποι δέν ἐγεννήθησαν κλέπται. Ἠθέλησαν ἁπλῶς νά γίνουν πλούσιοι εἰς μίαν ἐποχήν, ποῦ μόνον οἱ ἠλίθιοι δέν πλουτίζουν. Ἠθέλησαν νά ζήσουν τήν ζωήν τους, εἰς μίαν ἐποχήν, ποῦ ζῇ ὅλος ὁ κόσμος. Τό Χρηματιστήριον τούς ἐμειδίασε. Διάβολε, δέν πρέπει νά εἶνε κανείς ὑπερβολικά σχολαστικός! Καί ὅταν πρόκειται νά ξαναβάλλῃ εἰς τήν θέσιν τους τά ξένα χρήματα, θά ἦτο ὑπερβολική σχολαστικότης νά μή τά χρησιμοποιήσῃ προσωρινῶς διά νά γίνῃ πλούσιος. Ἕως πότε τά μετρημένα, τά ὑπολογισμένα, τό μεροδούλι-μεροφάι, ἡ μιζέρια; Χρειάζεται καί ὀλίγος ἴλιγγος εἰς τήν ζωήν. Ἔπειτα… εὑρέθησαν ἔξαφνα κλεισμένοι εἰς τόν πύρινον φαῦλον κύκλον, ζωσμένοι ἀπό φλόγας.
Καί οἱ πύρινοι κύκλοι πολλαπλασιάζονται. Καί δέν γνωρίζει κανείς ποιόν νά πρωτοκλάψῃ καί ποῖον νά πρωτοζηλέψῃ. Τούς ἀνθρώπους καί τούς σκορπιούς ἤ τό μακάριον γκαρσόνι τοῦ ἐξοχικοῦ κέντρου καί τήν πλουμιστήν πεταλουδίτσα τῶν τεσσάρων ἐποχῶν; Μά τόν Ἅγιον Ἰάκωβον τῆς Κομποστέλλας, ἀξίζει νά κλεισθῇ κανείς εἰς τόν πύρινον κύκλον, διά νά βάψῃ τά χείλη του εἰς τά δικά της καί νά γευθῇ ὀλίγα γραμμάρια Κρέμ-σιμόν στά μαγουλάκια της.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ