Εἶδα ἀρκετά δημοσιεύματα προχθές…
… 27η ἐπέτειο τοῦ θανάτου τοῦ Βασίλη Τσιτσάνη, τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος ἔχει γράψει σπουδαῖες μουσικές καί ἔχει ὀμορφύνει τήν ζωή μας.
Ἐπιτρέψτε μου σήμερα νά ἀναφερθῶ σέ ἐκεῖνον, στήν μουσική του, στίς στιγμές τίς ὁποῖες πέρασα κοντά του –ὄχι τόσες πολλές, δυστυχῶς– ὅταν ὁ καλός συνάδελφος Γιῶργος Κοντογιάννης, σέ συνεννόηση μέ τόν ἀείμνηστο Μιχάλη Παπαδόπουλο, τόν «κατέβαζε» νωρίς τό πρωί στόν Πειραιᾶ, σέ μιά καφετέρια τῆς Πειραϊκῆς. Ἐκεῖ, λοιπόν, ὅπως καί κάποια βράδυα στό «Χάραμα» τῆς Καισαριανῆς εἶχα τήν εὐκαιρία νά τοῦ πῶ πόσο ἀγάπησα τήν μουσική του, πόσο «ἔψαχνα» τίς μελωδίες του στό πιάνο καί ἐπιχειροῦσα νά τίς διασκευάσω, ἀναζητώντας τόν τρόπο νά προσθέσω στοιχεῖα τζάζ, πόσο τρυφερή ἦταν ἡ «Ἀχάριστη» καί πόσο μουσικά γεμάτη ἡ «Συννεφιασμένη Κυριακή» του… «Γιατί βάζετε συχνά τήν λέξη “τρελή” στούς στίχους σας, ὅταν ἀναφέρεστε σέ γυναῖκες;» τόν εἶχα ρωτήσει (μέ παρότρυνση τοῦ Κοντογιάννη). «Ἐπειδή ἡ γυναίκα ἔχει τήν τρέλα μέσα της. Ὄχι ὅτι εἶναι τρελή ἡ ἴδια, ἀλλά ἔχει τήν δυνατότητα νά τρελαίνει ἐμᾶς, τούς ἄνδρες»…
Εἶπε γιά τόν Τσιτσάνη ὁ Μάνος Χατζιδάκις: «Λίγο πρίν ἀπ’ τόν πόλεμο τοῦ ’40 ὁ Tσιτσάνης τραγούδησε γιά πρώτη φορά τό “Ἀρχόντισσά μου μάγισσα τρελή- κουράστηκα γιά νά σέ ἀποκτήσω. Ἦταν ἕνας μεγαλοφυής σχεδιασμός –μπορῶ νά πῶ– πάνω στό ἐρωτικό θέμα, πού ἡ δύναμή του καί ἡ ἀλήθεια του μᾶς φέρνει κοντά στόν “Ἐρωτόκριτο” τοῦ Κορνάρου καί μετά ἀπό ἑκατοντάδες χρόνια κοντά στό “Ματωμέvο Γάμο” τοῦ Λόρκα.
Ἡ μελωδική του γραμμή ἀφάνταστη σέ περιεκτικότητα καί σέ λιτότητα πλησιάζει τόν Μπάχ. Αὐτό τό τραγούδι ὀρθώθηκε γιά νά ἀντιμετωπίσει μιά τυραννισμένη καί δύσκολη ἐποχή καί στάθηκε ἡ πρώτη δυνατή φωνή μιᾶς γενιᾶς». Ἐπειδή κάθε λέξη τοῦ Χατζιδάκι ἔχει ἰδιαίτερη βαρύτητα, τολμῶ νά ἰσχυριστῶ ὅτι, πράγματι, ὁ Τσιτσάνης –καί ὁ Μᾶρκος Βαμβακάρης– εἶναι γιά τό ἑλληνικό τραγοῦδι ὅ,τι ὁ Μπάχ γιά τήν μουσική.
Ἀναλύστε τήν μελωδία τῆς «Φραγκοσυριανῆς» καί βάλτε την δίπλα στό «Girl» τοῦ Πώλ Μακάρτνεϊ ἤ τήν μελωδία «Τά ματόκλαδά σου λάμπουν», καί συγκρίνετέ την μέ ἐκείνη τοῦ «Michelle» τοῦ Λένον. Θά διαπιστώσετε ὅτι οἱ Beatles, ἐκτός τοῦ ὅτι τραγούδησαν Μίκη Θεοδωράκη, «ἀντέγραψαν» καί Μᾶρκο Βαμβακάρη…
Ἄς ἐπιστρέψουμε στόν Τσιτσάνη, ὁ ὁποῖος ἔγραψε τά πάντα! Δέν δίστασε νά ἐνδώσει ἀκόμη καί στά «ἀραβοειδῆ», ὅταν ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα τό ἀπαίτησε! Πολλοί τόν κατηγόρησαν γι’ αὐτό, ἀλλά εἶναι βέβαιο ὅτι καί ἐκεῖνοι ἔχουν τραγουδήσει σέ παρέες γιά «Νύχτες μαγικές καί ὀνειρεμένες».
Ὁ Λευτέρης Παπαδόπουλος τρέφει ἀπεριόριστο θαυμασμό γιά τόν Τσιτσάνη, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν μόνο συνθέτης, ἀλλά ἔγραφε καί τούς στίχους τῶν τραγουδιῶν, γραμμοφωνοῦσε καί δούλευε κάθε νύχτα, μπουζούκι, τραγούδι, τσιγάρο, ξενύχτι, λίγος ὕπνος καί μετά σύνθεση, στιχουργική, ὀργάνωση ὀρχήστρας καί φωνοληψία, τοὐλάχιστον μέ 5-6 ὧρες, στό στούντιο, γιά τούς δίσκους!
Ὁ Διονύσης Σαββόπουλος, μετά τόν θάνατο τοῦ Τσιτσάνη, εἶπε: «Νοιώθω ὅτι στό πρόσωπό του ἀποκτήσαμε τώρα ἕναν πρεσβευτή ἀνάμεσα στό λαϊκό μας τραγοῦδι καί τόν Θεό»…