ΔΕΝ τό ἤξερα
Μία ἀνάσα ἀπό τό Προεδρικό Μέγαρο καί τό Μέγαρο Μαξίμου στό Ἐκκλησάκι τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν στήν ὁδό Στησιχόρου 6 εὑρίσκεται καλά φυλασσόμενη σέ λύκηθο ἐδῶ καί δεκαετίες ἡ καρδιά τοῦ ἱδρυτῆ τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας Ἀλέξανδρου Ὑψηλάντη. Ταριχευμένη. Μεταφέρθηκε ἐκεῖ –κατόπιν τῆς ἐπιθυμίας του νά ταφεῖ στήν Ἑλλάδα– τό 1859 ἀπό τόν Ἅγιο Γεώργιο τῆς Βιέννης τῇ μερίμνῃ τῆς συζύγου του Μαρίας τό γένος Μουρούζη χωρίς νά τό γνωρίζει οὐδείς. Πικραμένη ἀπό τήν στάση πού ἐπεφύλαξε ἡ Ἑλληνική Πολιτεία στόν μεγάλο αὐτό Ἕλληνα ἡ Μαρία κλείδωσε καί ἔκρυψε τήν καρδιά του σέ αὐτόν τόν ναό –δίπλα ἀκριβῶς στό ἱδρυθέν τό 1855 ἀπό τήν βασίλισσα Ἀμαλίειο Οἰκοτροφεῖο Θηλέων– κάτω ἀπό τήν μύτη τῆς ἐξουσίας, καί δέν ἐπρόκειτο νά τήν ἐντοπίσει ποτέ κανείς ἐάν ὁ φιλοπερίεργος ἀρχιμανδρίτης Κριεζῆς δέν εἶχε ἀνακαλύψει τήν λήκυθο τυλιγμένη σέ ἕνα πανί κατά τήν ἀπουσία τοῦ ἐφημερίου τοῦ ναοῦ Μούρτζινου.
Ἡ καρδιά τοῦ Ὑψηλάντη –θέμα μέ τό ὁποῖο ἀσχολήθηκε ὁ πρώην ἀντιπρόεδρος τῆς Βουλῆς Γιῶργος Σούρλας στό πλαίσιο συγγραφικῆς του προσπάθειας γιά τόν Ἱερό Λόχο– δέν εἶναι ἡ μόνη πού σώζεται. Σώζονται καί ἄλλες καρδιές τοῦ Ἔθνους. Σώζεται ἡ καρδιά τοῦ Κανάρη τοποθετημένη σέ λύκηθο στήν Παλαιά Βουλή, στό Ἐθνικό Ἱστορικό Μουσεῖο. Σώζεται ἡ καρδιά τοῦ Μιαούλη σέ λύκηθο στό Μουσεῖο τῆς Ὕδρας. Σώζονται ταριχευμένα τά σπλάγχνα τοῦ Καποδίστρια θαμμένα μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος στό Ναύπλιο. Καί βεβαίως εἶναι θαμμένη ταριχευμένη –μέ ἀπόφαση τοῦ Ἰταλοῦ φιλέλληνα φίλου τοῦ Βονιφάτιου Βοναφίν– στήν Ἱερά Μονή Πλατυτέρας στήν Κέρκυρα ἡ σωρός τοῦ πρώτου κυβερνήτη μας, Ἰωάννη Καποδίστρια.
Οἱ φιλελεύθεροι ἄς μήν φοβοῦνται! Δέν εἰσηγοῦμαι τήν ἔκθεση τῆς καρδίας τῶν Ἑλλήνων σέ λαϊκό προσκύνημα, ἄν καί αὐτό συνέβη τό 2019 ὅταν ἡ καρδιά τοῦ Ὑψηλάντη μεταφέρθηκε στήν Ἱερά Πόλη τοῦ Μεσολλογίου καί τῆς ἐπεφυλάχθη συγκινητική ὑποδοχή. Αὐτά εἶναι «συντηρητικές ἀντιλήψεις» ὅπως θά ἔλεγε καί ἡ φιλτάτη Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας. Οὔτε βεβαίως εἰσηγοῦμαι τήν δημιουργία ἑνός Ἑλληνικοῦ «Κρεμλίνου» μέ τίς καρδιές καί τά σπλάγχνα τῶν ἡρώων μας, ἱδρυτῶν τοῦ νεωτέρου ἑλληνικοῦ ἔθνους. Ὁ καθένας μας κάνει αὐτό πού νοιώθει μέσα του ὅταν ἐπιθυμεῖ νά ἀποδώσει τιμές σέ αὐτούς πού ρίσκαραν τά πάντα γιά νά ὑπάρχουμε ἐμεῖς σήμερα καί νά διατυπώνουμε ἐλευθέρως τήν γνώμη μας. Ὡστόσο, θά ἤθελα νά προτείνω κάτι στήν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας ὅταν κάποτε ὁλοκληρώσει τίς ἀσκήσεις πείσματος καί ἐγωισμοῦ στίς ὁποῖες ἐπιδίδεται γιά νά πείσει τόν ἑαυτό της, ὅπως ὅτι δέν ἐνοχλεῖται ἀπό τίς ἐπισημάνσεις μας (ἄν δέν ἐνοχλεῖτο δέν θά ὑλοποιοῦσε ὅλες τίς προτάσεις μας ἀναγνωρίζοντας ἐμμέσως τά λάθη της –ἀπό τόν Ἐθνικό Ὕμνο, τήν Σημαία καί τήν στολή τῶν Ἀτάκτων τοῦ 1821 πού τοποθέτησε στό γραφεῖο της ἕως τήν παρασημοφόρηση τοῦ εὐεργέτου Ἰακώβου Τσούνη καί τό mea culpa πού εἶπε στόν Ἀρχιεπίσκοπο γιά τό Εὐαγγέλιο.) Θά ἤθελα νά τῆς προτείνω, λοιπόν, πρῶτον νά πραγματοποιήσει προσκυνηματικές ἐπισκέψεις στίς χῶρες ἀπό τίς ὁποῖες ξεκίνησε νά κτυπᾶ ἡ καρδιά τοῦ Ἔθνους γιά τήν ἀπελευθέρωση καί τήν παλιγγενεσία. Νά μεταβεῖ στήν Ὀδησσό ἐκεῖ πού ὑπάρχει τό Μουσεῖο τῶν Κέρινων Ὁμοιωμάτων τῶν μελῶν τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας. Καί μέ ὁδηγό τά βιβλία τοῦ Δερτιλῆ, τοῦ Κωστῆ, ἀκόμη καί τά μυθιστορήματα τοῦ ἀείμνηστου Νίκου Θέμελη, νά ἀφουγκραστεῖ τήν καρδιά τοῦ Ἔθνους. Νά πάει στήν Ἑλβετία, στήν Γενεύη, τήν ἱστορία τῆς ὁποίας ἐπηρέασε καταλυτικά μέ τό Σύνταγμα πού ἐκπόνησε ὁ Καποδίστριας. Προχθές κατέθεσαν στεφάνια στόν ἐκεῖ ἀνδριάντα του οἱ πρέσβεις τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Ρωσσίας μαζί μέ τίς ἑλβετικές ἀρχές. Νά πάει στήν Βιέννη πού ταυτίστηκε τόσο μέ τό 1821 ὡς ἀφετηρία ἐξελίξεων, ὥστε ἀκόμη καί σήμερα νά ὑπάρχει στό Μετρό της στάση «Πλαπούτα».
Κοντολογίς: ἀντί νά τούς κυνηγοῦμε ἐμεῖς νά ἔρθουν στίς ἑορτές μας, ἄς πᾶμε νά τούς βροῦμε στούς τόπους τους γιά νά τούς θυμίσουμε τά αὐτονόητα. Ὅτι τό ξήλωμα τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας πού εἶχε φθάσει νά ἀπειλεῖ τήν Εὐρώπη ἄρχισε ἀπό μερικούς ὡραίους Ἕλληνες, τρελλούς, πού ἀψήφησαν τίς φωνές τῆς «λογικῆς» πού ζητοῦσαν νά περιμένουμε κάποια «καλύτερη» στιγμή. Καί εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ τό ἐσωτερικό, θεωρῶ ὅτι ἡ Πρόεδρος πού ἔθιξε τό θέμα τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καί τῆς Ὀδησσοῦ παρεμπιπτόντως στό πλαίσιο μιᾶς τηλεφωνικῆς ἐπικοινωνίας της μέ τόν Πρόεδρο τῆς Οὐκρανίας Ζελένσκι –ἡ ὁποία ἔγινε γιά ἄλλους λόγους, γεωπολιτικούς– θά μποροῦσε νά πρωτοστατήσει ὥστε τό Ἐκκλησάκι τῶν Ταξιαρχῶν, ἡ Παλαιά Βουλή καί τό Μουσεῖο τῆς Ὕδρας, ἡ Ἱερά Μονή Πλατυτέρα τῆς Κέρκυρας καί κάθε σπιθαμή τῆς ἐπικράτειας ὅπου σώζονται Λείψανα Ἡρώων, νά ὁριστοῦν ἀπό τό Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ ὡς Ἱεροί Ἱστορικοί Τόποι γιά τό μέλλον. Καί ἄν ἡ κοσμοπολίτικη ἀντίληψή της γιά τήν Ἑλλάδα δέν τῆς τό ἀπαγορεύει, θά προτείναμε στήν κυρία Πρόεδρο νά περπατήσει τά ἑκατό μέτρα πού χωρίζουν τήν ἔξοδο τοῦ Προεδρικοῦ ἕως τούς Ταξιάρχες καί νά προσκυνήσει τήν καρδιά τοῦ Ἀλέξανδρου Ὑψηλάντη. Θά τήν ἀνοίξει καί θά τήν ξεναγήσει ἡ Πρόεδρος τοῦ Ἀμαλίειου Ἰωάννα Φωκᾶ-Μεταξᾶ. Ἄν μπορεῖ, ἄλλως τε, σήμερα νά φωτογραφίζεται αὐτάρεσκα μέ τήν συμπαθῆ Καλυψώ ἐπάνω στήν Προεδρική καρέκλα, ἡ κυρία Σακελλαροπούλου τό ὀφείλει καί σέ αὐτόν. Νά μήν τό ξεχνᾶ ποτέ.