Μεταφέρω καί προσυπογράφω τήν ἄποψη τοῦ φίλτατου Πάνου Μπιτσαξῆ…
… ἐπιφανοῦς νομικοῦ, πρώην γενικοῦ γραμματέως Ἀθλητισμοῦ καί στενοῦ συνεργάτη τοῦ ἀειμνήστου καθηγητοῦ καί ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης Γεωργίου Α. Μαγκάκη. «Αἰσθάνομαι ὑπερήφανος γιά τούς Ἕλληνες νέους. Ὅταν τούς βλέπω νά πασχίζουν στίς σπουδές, στό κακοπληρωμένο μεροκάματο, στήν ἀγωνία ἀλλά καί τήν προσδοκία τοῦ αὔριο. Νέοι μέ τή φλόγα τῆς δημιουργίας, τῆς ἔντιμης ἐργασίας, τῆς ἐπιχειρηματικότητας, μέ κοινωνική ἀντίληψη, μέ ἄποψη, μέ ἰδέες, μέ εὔλογο θυμό. Τό πόσο ἄδικο εἶναι νά κρίνουμε ἀπό τίς περιθωριακές ὁμάδες ὅταν ἡ συντριπτική τους πλειονότητα δίνει δεῖγμα γραφῆς πολύτιμο στό αὔριο αὐτῆς τῆς χώρας. Μιά γενιά πού μεγαλώνει σέ δυσκολότερες συνθῆκες ἀπό τή δική μου. Ἔφαγε στό κεφάλι μιά οἰκονομική κρίση μπαίνοντας στήν ἀγορά ἐργασίας μέ μισθούς πείνας. Βίωσε τόν τρόμο τῆς ἀνεργίας. Ἔνοιωσε ἀνασφάλεια στή προοπτική τῆς οἰκογένειας. Ἔστρεψε πρός τήν μετανάστευση γιά νά βρεῖ τήν ὁδό. Καί τώρα, «στό καπάκι», ἡ πανδημία. Σέ ἕναν κόσμο πού τούς στερεῖ τίς εὐκαιρίες καί συχνά τούς παγιδεύει σέ ἐπιλογές ζωῆς πού δέν μποροῦν νά ἀναδείξουν τά ταλέντα καί τίς ἱκανότητές τους. Αἰσθάνομαι βαρειά τήν εὐθύνη τοῦ πολιτικοῦ συστήματος ἀπέναντί τους. Ὄχι θεωρητικά. Πολύ πρακτικά. Εἶχαν καί ἔχουν δικαίωμα σέ ἕνα πολύ καλύτερο σχολεῖο. Εἶχαν καί ἔχουν δικαίωμα σέ ἕνα πολύ καλύτερο Πανεπιστήμιο. Γιατί ὑπῆρχε καί ὑπάρχει ἡ δυνατότητα νά τό ἔχουν. Ἀλλά δέν τό ἔχουν. Εἶχαν καί ἔχουν δικαίωμα σέ ἕνα σύστημα πού νά μπορεῖ νά ὑποδέχεται, νά ἀξιοποιεῖ, νά ἐπενδύει καί νά προωθεῖ τήν δημιουργική πνοή τους. Ἀλλά δέν τό ἔχουν οὔτε στό ἐλάχιστο. Εἶχαν καί ἔχουν τό δικαίωμα νά προστατεύεται ἡ ἐργασία τους. Ἀλλά γίνονται συχνά θύματα ἐκμετάλλευσης τῆς ἀνάγκης. Εὔχομαι δέ σέ κάθε ἕναν νά καταφέρει αὐτή τήν κατάσταση νά μή τήν βιώσει ὡς Δράμα ἀλλά ὡς μάθημα ζωῆς. Ὡς πηγή προόδου καί ἀλλαγῆς κάποτε στό μέλλον.
Ἔτσι εἶναι, ἀγαπητοί. Οἱ νέοι μας ἔχουν δικαιώματα καί ἐμεῖς ἀπέναντί τους ἔχουμε μόνο ὑποχρεώσεις. Καί τό «ἐμεῖς» ἀπευθύνεται κυρίως σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κυβερνοῦν αὐτή τήν ὄμορφη πατρίδα. Μιά πατρίδα τῆς ὁποίας ὁ λαός, ἐμεῖς, ἔμαθε νά ζεῖ μέ ἀφορισμούς καί μέ μόνιμη ἐπωδό ἐκεῖνο τό ἰσοπεδωτικό «ὅλοι ἴδιοι εἶναι». Δέν βλέπουμε συχνά τά ΜΜΕ νά ἀσχολοῦνται μέ τούς νέους πού πασχίζουν, πού ἀγωνιοῦν. Ἀντίθετα, προβάλλουν τίς δράσεις τῶν μειονοτήτων, σχεδόν σέ καθημερινή βάση καί μέ «ἐπεισόδια» τά ὁποῖα συμβαίνουν σχεδόν πάντα τήν ὥρα τῶν κεντρικῶν «δελτίων εἰδήσεων». Δέν εἶναι αὐτό τό «ἀντιπροσωπευτικό δεῖγμα» τῶν νέων μας. Καί εἶναι μεγάλη ἡ εὐθύνη τῆς πολιτικῆς σκηνῆς ἀπέναντι στό πρόβλημά τους.
Δέν θά τούς ἐξασφαλίσει τό μέλλον (μόνο) ἡ φύλαξη τῶν Πανεπιστημιακῶν κτιρίων. Εἶναι πολλά ἀκόμη πού λείπουν γιά τήν διασφάλιση τῶν δικαιωμάτων τους, γιά τήν παροχή τῶν συνθηκῶν ἐκείνων πού θά τούς ἐπιτρέψουν νά σταδιοδρομοῦν καί ὄχι ἁπλῶς νά συντηροῦνται. Χωρίς ἀμφιβολία, οἱ σημερινοί νέοι θά βγοῦν πιό δυνατοί ἀπό ἐκείνους τῶν προηγουμένων ἐτῶν. Τό δικό τους «ἀτσάλι» δένει μέσα σέ ἀληθινές δοκιμασίες καί ὄχι στίς ὄχθες τῶν ποταμῶν τῆς (πλαστῆς) εὐημερίας. Ἔχουμε ἱερή ὑποχρέωση νά τούς ἐξασφαλίσουμε τίς προϋποθέσεις γιά τό αὔριο. Ἄς σπεύσουμε. Οἱ καιροί οὐ μενετοί…