Ἡ ἐξαφάνιση καί ἡ ἐν συνεχείᾳ ἀνεύρεση τοῦ ἄψυχου καί σέ προχωρημένη σήψη σώματος τοῦ ἄτυχου ἄνδρα ἀπό τήν Λάρισα ἔγινε, ὅπως ἦταν φυσικό, «θέμα».
Φυσικό ἦταν ἐπίσης νά θελήσουν πολλοί (ἄλλοι μέ πρόθεση καί πρός ἴδιον ὄφελος καί ἄλλοι μέ ἁπλό-ἁπλοϊκό συλλογισμό) νά ἀσχοληθοῦν μέ τήν ὑπόθεση τῆς τραγωδίας τῶν Τεμπῶν, ἀπό τήν στιγμή πού ἡ μητέρα του εἶχε –ἔστω καί γιά πολύ λίγο– ἀσχοληθεῖ μέ τήν δικογραφία τοῦ τραγικοῦ δυστυχήματος. Παρήγορο τό ὅτι ἡ μητέρα-εἰσαγγελεύς δέν συνδέει (ἔτσι ἀναφέρουν μή διαψευσθεῖσες οἱ πληροφορίες) τόν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της μέ τήν ἄλλη ὑπόθεση. Θά τό δοῦμε. Ἄς μιλήσουμε, ὅμως, γιά τήν στάση τήν δική μας, δηλαδή τῶν δημοσιογράφων.
Ἕνας ἄνθρωπος, 39 ἐτῶν, ἐξαφανίσθηκε ἀπό τό σπίτι του, ἔφυγε γιά ἕναν περίπατο καί τελικά βρέθηκαν τά ἀπομεινάρια του πολλά χιλιόμετρα μακρυά ἀπό τό σημεῖο ἐκκινήσεως τοῦ τελευταίου περιπάτου τῆς ζωῆς του. Δολοφονία; Ἁρπαγή καί δολοφονία; Θάνατος ἀπό παθολογικά αἴτια; Κάτι ἄλλο; Σέ ὅλα αὐτά τά ἐρωτήματα, καλεῖται –καί ὀφείλει– νά ἀπαντήσει μία μεγάλη γκάμα εἰδικῶν ἐπιστημόνων.
Σέ μιά χώρα πολιτισμένη, ὅπου οἱ θεσμοί λειτουργοῦν καί οἱ πολῖτες τούς σέβονται, ὅλοι θά περίμεναν τά ἀποτελέσματα τῶν ἐρευνῶν. Ἐδῶ, ὅμως, εἴμαστε ἄλλου παπᾶ Εὐαγγέλιο! Ὁ ἕνας βγάζει στόν ἀέρα τόν προσωπικό φάκελο ὑγείας τοῦ νεκροῦ. Ἄν ὑπάρχουν «προσωπικά δεδομένα», αὐτό εἶναι ΤΟ δεδομένο! Ὁ ἄλλος ὁμιλεῖ γιά «ψυχολογικά προβλήματα». Ἕνας ἄλλος εἶμαι βέβαιος ὅτι «πρίν φύγει γιά τήν μοιραία βόλτα, εἶχε ἔντονο διάλογο καί προστριβή μέ τούς γονεῖς του.» Κάτι, πού μπορεῖ νά τό γνωρίζουν ΜΟΝΟΝ οἱ γονεῖς!
Βλέπει ἐπίσης τό φῶς μιά μαρτυρία ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος λέει ὅτι «εἶδε τόν θανόντα νά ὁδηγεῖται σέ ἕνα αὐτοκίνητο ἀπό κάποιους ἄλλους.» Καί γίνεται ὁ καθένας ντετέκτιβ, μιλᾶ πολύ καί ἡ ἐκπρόσωπος τῆς Ἀστυνομίας (καί ἄλλοι μαϊντανοί ἀστυνομικοί-συνδικαλιστές.) Ὑπό ποία ἰδιότητα μποροῦν νά ἔχουν ὅλοι αὐτοί πρόσβαση στήν δικογραφία;, καί ὁλοκληρώνεται τό «κουλουβάχαλτο». Ἄμ’ δέν γίνεται δουλειά ἔτσι, δέν βρίσκεται ἡ ἀλήθεια μέ τό «μοῦ φάνηκε ὅτι» ἤ μέ τό «κάτσε νά πῶ κι ἐγώ κάτι νά μέ δείξουνε τά κανάλια.»
Οἱ πάσης φύσεως ἐρευνητικές Ἀρχές πρέπει νά ἀφήνονται ἀπερίσπαστες. Οὔτε ὁ ἀνακριτής νά μηνύεται ἀπό συγγενεῖς θυμάτων, οὔτε ἡ ἰατροδικαστής νά κατηγορεῖται μέ κουβέντες βαρειές καί νά ζητεῖται ἡ ἀντικατάστασή της, οὔτε νά βγαίνουν στά κανάλια δημοσιολόγοι (οἱ δημοσιογράφοι ὅλο καί λιγοστεύουμε) καί νά λένε ὅ,τι τούς ἔλθει στό μυαλό, κοιτάζοντας παράλληλα καί τά «μηχανάκια» πού καταγράφουν τίς θεαματικότητες!
Τώρα, γιά νά λέμε τήν πᾶσα ἀλήθεια, ἡ Δικαιοσύνη δέν εἶναι καί στά καλύτερά της. Τόμους θά μποροῦσα νά γράψω ἀπό προσωπικές ἐμπειρίες, ἀλλά ἐπιφυλάσσομαι. Ἀπό τήν ἄλλη, ὅμως, πῶς νά πείσει ἡ Δικαιοσύνη ὅταν δέν τήν ἀφήνουμε ὅλοι σέ χλωρό κλαρί;
«Καί τί πρέπει νά γίνει δηλαδή κατά τήν γνώμη σας;» μέ ρώτησε μιά κυρία προχθές, στήν παρουσίαση ἑνός βιβλίου. «Πιστεύετε στόν Θεό;» τήν ρώτησα. «Καί βέβαια πιστεύω! Ἀλλοίμονο!» μοῦ ἀπαντᾶ. «Ἔ, τότε παρακαλέστε τον νά βάλει τό χέρι Του!» τῆς ἀπάντησα κι ἔφυγα ὅσο πιό ἀθόρυβα μποροῦσα…