Τό ὅτι κάτι ἔχει ἀλλάξει, πρός τό καλύτερο, μέ τήν νέα πρυτανική ἀρχή στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, τό ἔχουμε ἀντιληφθεῖ.
Μακάρι νά προχωρήσει βαθύτερα ἡ κατάργηση τῆς οἰκογενειοκρατίας καί τῶν προνομίων τῶν «λοιπῶν δημοκρατικῶν δυνάμεων» στό πρῶτο τῶν ἑλληνικῶν Πανεπιστημίων.
Μέ ἰδιαίτερη, λοιπόν, χαρά, ὑποδεχθήκαμε τήν ἀνακήρυξη τοῦ φίλου καί συναδέλφου Γιάννη Μπακογιαννόπουλου σέ ἐπίτιμο διδάκτορα τοῦ τμήματος Ἐπικοινωνίας καί Μέσων Μαζικῆς Ἐνημερώσεως τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου.
«Ὁ κ. Μπακογιαννόπουλος δέν ὑπῆρξε μόνο κριτικός ἀλλά καί δημιουργός. Συμμετεῖχε στή δημιουργία ντοκιμαντέρ, ἐνῷ μέσα ἀπό τήν ἱστορική ἐκπομπή “Κινηματογραφική Λέσχη”, ἀνέδειξε τόν κινηματογράφο ὡς μιά τέχνη πού ἐνσωματώνει τή δυναμική ὅλων τῶν ἄλλων τεχνῶν. Ὅπως ἔχει πεῖ χαρακτηριστικά, τό σινεμά εἶναι μιά σύνθεση τῶν τεχνῶν, μιά τέχνη ἡ ὁποία ἐμπεριέχει τήν παράδοση, τήν μορφολογία καί τήν δυναμική ὅλων τῶν τεχνῶν καί αὐτό εἶναι ἡ μεγάλη του ἀρετή. Ὡς μέλος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Ἑλληνικοῦ Κέντρου Κινηματογράφου καί ὡς σύμβουλος κινηματογραφίας, συνέβαλε καθοριστικά στήν ἑδραίωση καί ἀνάπτυξη τῆς κινηματογραφικῆς πολιτικῆς στή χώρα μας. Ὡς συγγραφέας ἔχει γράψει ἑκατοντάδες ἄρθρα, μελέτες σέ βιβλία, ἐφημερίδες, περιοδικά καί ἐγκυκλοπαίδειες. Ἡ προσφορά του στήν ἱστορία τῶν κινηματογραφικῶν ἐντύπων καί τῶν ἐκδόσεων ὑπῆρξε καθοριστική, ἐνῷ οἱ στῆλες του στίς ἐφημερίδες “Τό Βῆμα”, “Καθημερινή” καί “Ἐλευθεροτυπία”, ἐπηρέασαν γενιές κριτικῶν καί σινεφίλ» εἶπε στήν ὁμιλία του ὁ πρύτανις τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Γεράσιμος Σιάσος.
Καιρός ἦταν νά τιμηθεῖ ὁ κλάδος τῶν κριτικῶν κινηματογράφου, ἕνας κλάδος τῆς δημοσιογραφίας, πολύτιμος καί ἀξιοζήλευτος. Μέ τόν Γιάννη Μπακογιαννόπουλο εἴχαμε γειτονικά γραφεῖα στήν «Καθημερινή» τῆς Ἑλένης Βλάχου. Ἔχοντας καί ἐγώ τήν «πετριά» τοῦ κινηματογράφου, πολλές φορές ζητοῦσα τήν ἄποψή του, προκειμένου νά ἐπιλέξω κάποια ταινία. Ἐμπιστευόμουν τήν ἄποψή του καί ὅποτε πιάναμε τήν κουβέντα, ξεχνοῦσα νά φύγω!
Ἀργότερα, ὅταν ὁ γυιός μου ἐπέλεξε τόν συγκεκριμένο κλάδο, διεπίστωσα τόν σεβασμό τῶν κριτικῶν πρός τόν Γιάννη, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται «Τοτέμ». Ἦταν πάντα μέ τό χαμόγελο, μέ τό χαρακτηριστικό μουστάκι (στήν ἐφημερίδα ἤμασταν λίγοι οἱ μυστακοφόροι) καί μέ τήν εὐγένεια πού τόν χαρακτήριζε, ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἔμπαινε στόν μικρό, παλαιό ἀνελκυστῆρα τῆς ὁδοῦ Σωκράτους («Περάστε, παρακαλῶ, προηγοῦνται οἱ κυρίες» ἔλεγε στίς συναδέλφους καί τούς ἄνοιγε τήν πόρτα) μέχρι τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀπευθυνόταν στόν θυρωρό, στόν κλητῆρα, στόν καφετζῆ.
Θυμᾶμαι ἐπίσης τό πόσο δημοφιλής ἦταν ἡ ἐκπομπή του «Κινηματογραφική Λέσχη». Ὁ πρόλογός του, μέ ἐκείνη τήν ἀργή ἐκφορά τοῦ λόγου καί τόν ἰδιαίτερο τονισμό στίς λέξεις-κλειδιά τοῦ κειμένου του, σέ εἰσήγαγε στό πνεῦμα τῆς ταινίας, χωρίς νά σοῦ δώσει περισσότερα στοιχεῖα ἀπό ὅσα ἔπρεπε, ὥστε νά δεῖς τήν ταινία μέ τονισμένο τό ἐνδιαφέρον. Πάντα κάζουαλ ἀλλά προσεκτικά ντυμένος, στεκόταν ἄνετα στόν φακό καί ἐπέλεγε ταινίες ὄχι πάντα δύσκολες, ὅπως συνηθίζουν νά ἐπιλέγουν οἱ κριτικοί. «Τό σινεμά εἶναι λαϊκή τέχνη, ἀπευθύνεται σέ ὅλους» συνήθιζε νά λέει.
Νά εὐχαριστήσουμε, λοιπόν, τό Ἐθνικό καί Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, πού ἔφερε τόν κινηματογράφο κοντά του. Τό σινεμά δέν εἶναι μόνο Τέχνη. Εἶναι καί Ἐπιστήμη!