Δέν διαφωνῶ! Καλή ἡ ἱστορική ἐμπειρία στήν πολιτική. Ἀρίστη ἡ προσέγγισις καί ἡ ἀνάλυσις τῆς πολιτικῆς μέσα ἀπό δόγματα, ἀξιώματα καί καθιερωμένους κανόνες.
Μέ μία διαφορά ὅμως. Τίποτε δέν εἶναι ἐγγεγραμμένο στίς πλάκες τοῦ Μωυσέως. Ἡ ζωή δέν εἶναι στατική. Ὅλα ἀλλάζουν. Τούτων δοθέντων, θεωρῶ ἰδιαιτέρως ἐπιπόλαιες τίς θεωρίες τῶν τελευταίων εἰκοσιτετραώρων –τίς ἀκούω στά κανάλια– μέ βάση τίς ὁποῖες πρῶτον δέν χρειάζεται περίοδο χάριτος ἡ Κυβέρνηση. Θεωρῶ, χρειάζεται.
Δεύτερον, ὅ,τι μεταρρυθμιστικό, δύσκολο καί ἀντιδημοφιλές, πρέπει νά ὑλοποιηθεῖ μέσα στό πρῶτο ἑξάμηνο μέχρι τόν Δεκέμβριο, μετά θά ὑπάρξουν ἀντιστάσεις.
Τρίτον, εἶναι ἀμφίβολης ἐπιτυχίας πείραμα ἡ συνύπαρξη κλασικῶν κοινοβουλευτικῶν μέ τεχνοκράτες στό πλαίσιο λειτουργίας ἑνός συλλογικοῦ σχήματος ὅπως μία κυβέρνηση.
Ξεκινῶ μέ τό πρῶτο. Θεωρῶ ἐντελῶς ἐπιπόλαιη καί ἀφελῆ τήν ἐλιτίστικη ἀξιωματική προσέγγιση ὁρισμένων ὑπουργῶν ὅτι αὐτή ἡ Κυβέρνηση δέν ἔχει οὔτε μία μέρα ἀνοχή καί πώς δέν ζητᾶ περίοδο χάριτος. Ἐπιπόλαιη διότι καί ὁ Γιουσέιν Μπόλτ νά εἶσαι στήν ταχύτητα ἀντίληψης τῶν πραγμάτων, σίγουρα χρειάζεσαι ἕνα καθαρό τρίμηνο γιά νά καταλάβεις τί παρέλαβες, ἀπό ποιούς παρέλαβες καί σέ ποιό σημεῖο τό παρέλαβες, ὥστε νά σχεδιάσεις πολιτική. Ἄν μέσα στόν οἶστρο σου νά δείξεις γρήγορο ἀποτέλεσμα πάρεις βιαστικές ἀποφάσεις χωρίς δεδομένα, τό πιθανώτερο πού μπορεῖ νά σοῦ συμβεῖ εἶναι νά ζημιώσεις τήν εἰκόνα τῆς Κυβέρνησης. Τέτοιες προχειρότητες ὅμως ἀπαγορεύονται. Ἐκτός ἀπό ἐπιπόλαιη εἶναι καί πολιτικά ἀφελής μία τέτοια προσέγγιση («κρίνομαι ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα») γιά ἕναν ἁπλό λόγο.
Δέν ἐπιφύλαξε ὁ ἑλληνικός λαός τήν ἴδια στάση ἀπέναντι στόν ΣΥΡΙΖΑ στήν ἔναρξη τῆς θητείας του πρό πενταετίας, γιά νά τοῦ χαρίζουμε τό πλεονέκτημα τῆς αὐστηρότητας ἔναντι τῆς ΝΔ. Ἡ «παιδική χαρά» τῆς Κουμουνδούρου εἶχε τόσο μεγάλη περίοδο χάριτος τό πρῶτο ὀκτάμηνο τοῦ 2015, ὥστε ὁ ἑλληνικός λαός, φύσει ὑπομονετικός, τῆς ἐπέτρεψε νά ἀντικρύσει τόν γκρεμό τῆς δραχμῆς ὥστε νά ἀναθεωρήσει τούς δογματισμούς της καί νά «ἔρθει στά ἴσια της». Τόσο ἐπιεικεῖς! Φθάσαμε ἕνα βῆμα πρίν ἀπό τήν ἄβυσσο στό ὄνομα τῆς περιόδου χάριτος πρός τήν Ἀριστερά, μέχρι νά καταλάβει τί σημαίνει εὐθύνη ἀπέναντι σέ ἕναν ὁλόκληρο λαό κατά τήν διακυβέρνηση. Πρός τί ἡ γενναιοδωρία, λοιπόν, πώς ἐμεῖς, οἱ «ἔμπειροι» τῆς κεντροδεξιᾶς παρατάξεως, ἀπεμπολοῦμε, ἀπαρνούμεθα, δέν ἔχουμε κάν ἀνάγκη τήν περίοδο χάριτος; Εἰλικρινῶς δέν καταλαβαίνω γιατί στό ὄνομα τοῦ ἐπείγοντος ὑπουργοί αὐτῆς τῆς Κυβέρνησης εἶναι τόσο «large» ὥστε νά μήν δίνουν στόν ἑαυτό τους τόν χρόνο νά καταλάβει ποῦ ἀκριβῶς πατᾶ καί τί παραλαμβάνει!
Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη μεγάλη ἔνστασή μου στήν θεωρία τῆς μηδενικῆς ἀνοχῆς ἀπέναντι στήν Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ἕνας λόγος παραπάνω εἶναι πώς ἡ ἐκχώρηση τοῦ προνομίου τῆς ἀνοχῆς δίδει τό δικαίωμα στήν ἀντιπολίτευση νά ἀρχίσει νά σφυροκοπᾶ ὑπουργούς καί ἀξιωματούχους πρίν αὐτοί καλά-καλά προλάβουν νά καθίσουν στίς καρέκλες τους. Τόση ἀνωτερότης πιά;
Ὁ αὐτός βαθμός ἐπιφύλαξης ἰσχύει καί γιά τό δεύτερο ἀξίωμα, πώς οἱ πλέον κρίσιμες μεταρρυθμίσεις πρέπει νά ὁλοκληρωθοῦν στό πρῶτο ἑξάμηνο διακυβέρνησης τοῦ 2019, ὅταν τό πολιτικό κεφάλαιο τῆς Κυβέρνησης βρίσκεται στό ζενίθ του καί οἱ κοινωνικές ἀντιστάσεις εἶναι ἐλάχιστες, ἀμελητέες. Ἄν καί κατ’ ἀρχήν αὐτή ἡ θεωρία ἔχει λογική βάση, προσωπικά δέν πιστεύω στίς κυβερνήσεις πού συλλαμβάνουν τίς κοινωνίες στόν ὕπνο καί ψηφίζουν-ἐφαρμόζουν ἀντιδημοφιλεῖς μεταρρυθμίσεις. Οὔτε πιστεύω στίς κοινωνίες πού τάχα ξυπνᾶνε αἴφνης ἀπό τόν μετεκλογικό λήθαργο καί μετά ἐμποδίζουν πρωθυπουργούς νά κάνουν μεταρρυθμίσεις.
Ἄν μία κυβέρνηση καί ἕνας πρωθυπουργός ἔχει ἰσχυρό πολιτικό κεφάλαιο, αὐτό δέν εἶναι μιᾶς χρήσης καί δέν ἐξαερώνεται. Διαρκεῖ. Μεταρρυθμίσεις μία ἰσχυρή κυβέρνηση μέ ρίζες στόν λαό μπορεῖ νά κάνει καί τό πρῶτο ἑξάμηνο τῆς θητείας καί τό δεύτερο καί τό τρίτο καί τό πέμπτο καί ἕκτο, ὅποτε ἐκείνη θέλει. Ὁ Κώστας Καραμανλῆς ἐπέδειξε μεταρρυθμιστική ὀλιγωρία στό ἀπόγειο τῆς ἰσχύος του τήν πρώτη τετραετία διακυβέρνησης μέ πλειοψηφία 165 ἑδρῶν, ἀλλά αὐτό δέν τόν ἐμπόδισε νά ἰδιωτικοποιήσει τόν ΟΤΕ, τήν Ὀλυμπιακή καί τά λιμάνια μέ πλειοψηφία 152 ἑδρῶν κατά τήν δεύτερη θητεία του.
Τέλος, οἱ τεχνοκράτες. Δέν ἀπορρίπτω τήν σκέψη πώς οἱ τεχνοκράτες εἶναι πιθανόν νά συγκρουστοῦν μέ τούς πολιτικούς τους προϊσταμένους στά Ὑπουργεῖα. Συνέβη καί στήν περίπτωση Παππᾶ – Κριμιζῆ, τῆς NASA. Τό μεῖζον ὅμως γιά τούς κορυφαίους τεχνοκράτες τῆς Κυβέρνησης Μητσοτάκη εἶναι νά κατανοήσουν τήν ἑλληνική πραγματικότητα καί νά τήν νικήσουν.
Τό μεῖζον εἶναι νά νικήσουν τήν γραφειοκρατία καί νά μήν νικηθοῦν ἀπό αὐτήν, νά μήν τούς καταπιεῖ. Τό μεῖζον γιά τά ἄριστα βιογραφικά τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου Μητσοτάκη εἶναι νά ἔχουν συναισθηματική νοημοσύνη ὅταν θά ἀσκοῦν διοίκηση. Τό μεῖζον εἶναι νά συμβιβαστοῦν ἀρχικῶς μέ τήν ἰδέα ὅτι μία ἐντολή ὑφυπουργοῦ στόν δημόσιο τομέα δέν ἐκτελεῖται μέ τήν ταχύτητα τῆς ἐντολῆς μάνατζερ στόν ἰδιωτικό τομέα.
Ἐάν ὅλα τά παραπάνω συντρέξουν (ἱκανή περίοδος χάριτος κατανόησης τῶν προβλημάτων, ἰσχυρή μεταρρυθμιστική θέληση κατά τήν διάρκεια τῆς τετραετίας, προσαρμογή τεχνοκρατῶν στήν ἑλληνική πραγματικότητα), τότε πιθανολογῶ βασίμως πώς αὐτή ἡ Κυβέρνηση θά πάει καλά στήν θητεία της. Ἐάν ὄχι, δέν θέλω νά τό σκέπτομαι.