ΣΤΗΝ σφικτή μετεκλογική δημοσιονομική πραγματικότητα προσγείωσε ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή τήν Ἀθήνα, καθώς μέ τίς συστάσεις πού ἀπηύθυνε στό πλαίσιο τοῦ ἐαρινοῦ εὐρωπαϊκοῦ ἑξαμήνου καί τῆς προετοιμασίας τῶν προϋπολογισμῶν τοῦ 2024, ζητεῖ νά τεθεῖ ὅριο στήν αὔξηση τῶν καθαρῶν πρωτογενῶν δαπανῶν τό 2024 στό 2,6%.
Δεδομένου ὅτι ἀπό τό 2024 ἡ ρήτρα διαφυγῆς ἀπενεργοποιεῖται καί οἱ χῶρες-μέλη καλοῦνται νά ἐπιστρέψουν στήν δημοσιονομική ἰσορροπία, ἡ Κομμισσιόν βάζει κόφτη στίς δαπάνες τοῦ προϋπολογισμοῦ τῆς Ἑλλάδος –καί τῶν ἄλλων χωρῶν μελῶν– καθώς ἀπό τό ἑπόμενο ἔτος θά ἐφαρμόσει ἕναν νέο μηχανισμό δημοσιονομικῆς προσαρμογῆς πού ἐπιτάσσει τόν περιορισμό τῶν δαπανῶν καί τό «μάζεμα» τῶν δημοσιονομικῶν.
Προκειμένου νά διατηρηθεῖ ἡ βιωσιμότης τῶν δημοσίων οἰκονομικῶν ζητεῖ μιά αὔξηση τοῦ κυκλικῶς προσαρμοσμένου πρωτογενοῦς πλεονάσματος κατά 0,3% τοῦ ΑΕΠ γιά τό 2024. Γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτό, τονίζεται, ὅτι ἡ αὔξησις τῶν καθαρῶν πρωτογενῶν δαπανῶν δέν θά πρέπει νά ξεπεράσει γιά τόν ἑπόμενο χρόνο τό 2,6%.
Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ προϋπολογισμός τοῦ ἑπομένου ἔτους θά ἔχει ὡς ἀφετηρία ἕνα ὑπερβάλλον ποσόν μόλις 2,5 δισ. εὐρώ πού ἐπαρκεῖ ὁριακῶς γιά νέα αὔξηση τῶν συντάξεων καί τό νέο μισθολόγιο δημοσίων ὑπαλλήλων ἐνῷ δέν ὑπάρχουν περιθώρια γιά ἄλλες παροχές.
Ὑπέρβασις τοῦ ἀνώτατου ὁρίου αὐξήσεως τῶν πρωτογενῶν δαπανῶν θά ἐσήμαινε ἐνεργοποίηση τῆς διαδικασίας ὑπερβολικοῦ ἐλλείμματος καί ἐπιτήρηση γιά τήν οἰκονομία.
Σημειώνεται ὅτι στίς πρωτογενεῖς δαπάνες περιλαμβάνονται καταπτώσεις ἐγγυήσεων, προμήθειες γιά χρηματοοικονομικές ὑπηρεσίες, τόκοι ἀλλά καί ἀγορές ὁπλικῶν συστημάτων ἀπό προγράμματα ἐξοπλισμοῦ.
Ὁ νέος ὑπουργός Οἰκονομικῶν ἀναμένεται νά διαπραγματευθεῖ πάντως μέ τήν ΕΕ ἀπό τόν προσεχῆ Σεπτέμβριο, ἀπό τήν στιγμή μάλιστα πού δέν ὑπάρχει εἰδική μεταχείρισις τῶν ἀμυντικῶν δαπανῶν ἀλλά καί τῶν ἐπενδυτικῶν δαπανῶν γιά πράσινη καί ψηφιακή μετάβαση.
Στίς συστάσεις τῆς ΕΕ γίνεται ἀκόμη σαφές πώς πρέπει νά ἀποσυρθοῦν τά μέτρα στηρίξεως ἀπό τήν ἐνεργειακή κρίση ἕως τό τέλος τοῦ 2023, ἐκτός καί ἄν ὑπάρξουν νέοι τριγμοί. Σέ περίπτωση πού αὐτό συμβεῖ, τότε τά μέτρα θά πρέπει νά εἶναι στοχευμένα.
Ἡ Κομμισσιόν πάντως ἐπισημαίνει πώς ἡ Ἑλλάς, ὅπως καί ἡ Ἰταλία, συνεχίζει νά γνωρίζει δημοσιονομικές ἀνισορροπίες, ὡστόσο τά εὐάλωτα σημεῖα της δείχνουν σημάδια ὑποχωρήσεως, ἐξ αἰτίας καί τῆς πολιτικῆς προόδου πού ἔχει ἐπιτευχθεῖ.
Μιά βασική ἀνησυχία εἶναι ὅτι τό ἔλλειμμα τοῦ ἰσοζυγίου τρεχουσῶν συναλλαγῶν διευρύνθηκε σημαντικά τό 2022 φθάνοντας τό 9,7% τοῦ ΑΕΠ, παρά τήν ἀνάκαμψη τῶν ἐσόδων ἀπό τόν τουρισμό.
Τά μή ἐξυπηρετούμενα δάνεια κατέγραψαν ἀπότομη πτώση πέρυσι, ἀλλά παραμένουν ὑψηλά ἐπιβαρύνοντας τήν κερδοφορία καί τήν δανειοδοτική ἱκανότητα τῶν τραπεζῶν, γεγονός πού μέ τήν σειρά του ἐπηρεάζει τήν ἐμβάθυνση τοῦ κεφαλαίου καί τήν αὔξηση τῆς παραγωγικότητος τῆς οἰκονομίας.