Δύσκολα θά ἀλλάξει ἡ ὑποχρέωσις τό ἔλλειμμα νά μήν ὑπερβαίνει τό 3% τοῦ ΑΕΠ
ΣΕ μία πρόταση συμβιβασμοῦ μεταξύ τῶν χωρῶν τοῦ Βορρᾶ καί ἐκείνων τοῦ Νότου σχετικῶς πρός τίς ἀλλαγές πού ἀπαιτοῦνται γιά τό Σύμφωνο Σταθερότητος, φαίνεται νά ἔχουν καταλήξει οἱ οἰκονομολόγοι τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Μηχανισμοῦ Σταθερότητος. Ὅπως ἀναφέρει ἡ γερμανική Handelsblatt, οἱ εἰδικοί τοῦ ESM προτείνουν νά αὐξηθεῖ ἀπό τό 60% στό 100% τό ἀνώτατο ὅριο γιά τό συνολικό ἐπίπεδο χρέους τῶν χωρῶν τοῦ εὐρώ, χωρίς ὅμως νά ἀλλάξει τό 3% γιά τό δημοσιονομικό ἔλλειμμα. «Ἡ πρότασις τοῦ ESM εἶναι νά παραμείνει τό ἀνώτατο ὅριο δημοσιονομικοῦ ἐλλείμματος στό 3% τοῦ ΑΕΠ, ἀλλά τό χρέος τῆς γενικῆς κυβερνήσεως νά αὐξηθεῖ στό 100%» σημειώνει ἡ γερμανική ἐφημερίς.
«Προτείνουμε τρόπους ἁπλοποιήσεωςτῶν κανόνων, εἰ δυνατόν χωρίς νά ἀπαιτεῖται ἀλλαγή τῶν Συνθηκῶν ἤ ἐπικυρώσεις ἀπό τά ἐθνικά κοινοβούλια» σημειώνουν οἱ οἰκονομολόγοι τοῦ ESM στό σκεπτικό τους.
Ταυτοχρόνως, σέ μία προσπάθεια νά καθησυχάσουν τούς «σκληρούς» τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Βορρᾶ, ξεκαθαρίζουν ὅτι «ἡ δημοσιονομική πειθαρχία παραμένει ἀκρογωνιαῖος λίθος τῆς νομισματικῆς Ἑνώσεως», προσθέτοντας ὅτι «ἡ δημοσιονομική πειθαρχία δέν εἶναι σήμερα λιγώτερο σημαντικό ἀπό ὅ,τι τήν περίοδο πού ἡ νομισματική ἕνωσις ἐτέθη σέ ἰσχύ».
Ἐάν προχωρήσει αὐτή ἡ ἀλλαγή, θά ὑπάρξει μία χαλάρωσις στίς πιέσεις πού ἀσκοῦνται στίς ὑπερχρεωμένες χῶρες τῆς Εὐρώπης. Ὅπως εἶναι, γιά παράδειγμα, ἡ Ἑλλάς, ἀλλά καί ἡ Ἰταλία, ἡ ὁποία μέ βάση τό ἰσχῦον καθεστώς θά ἦταν ὑποχρεωμένη νά καταγράφει, γιά τήν ἑπομένη 20ετία, πλεονάσματα τῆς τάξεως τοῦ 6-7% προκειμένου τό χρέος της –πού σήμερα εἶναι στό 156% τοῦ ΑΕΠ– νά βρεθεῖ κάτω ἀπό τό 60%. Ὡστόσο, θα παραμείνει ἡ ὑποχρέωσις τῆς μειώσεως τοῦ χρέους στό νέο ὅριο μέσα σέ διάστημα 20 ἐτῶν. Γιά τήν Ἑλλάδα αὐτό συνεπάγεται μία μείωση τῆς τάξεως τοῦ 5% τοῦ ΑΕΠ ἐτησίως.
Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες, ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή ἐπανεκκίνησε τόν δημόσιο διάλογο γιά τήν μεταρρύθμιση τοῦ Συμφώνου Σταθερότητος καί Ἀναπτύξεως, μέ τήν διαπίστωση ὅτι ἡ ἐπιταγή γιά χρέος ἕως τό 60% τοῦ ΑΕΠ καί ἔλλειμμα ἕως 3% δέν ἀνταποκρίνεται στίς σύγχρονες ἀνάγκες πού ἔχουν δημιουργηθεῖ ἐξ αἰτίας τῆς πανδημίας καί τῶν ἀναγκῶν γιά πράσινες ἐπενδύσεις. Ὅπως τονίζεται, ἡ κρίσις ἔχει κάνει κάποιες προκλήσεις πιό ὁρατές, ὅπως τά ὑψηλότερα ἐλλείμματα καί τό ὑψηλότερο χρέος, ἔχει διευρύνει τίς ἀποκλίσεις καί τίς ἀνισότητες, καί ἡ ἀνάγκη γιά ἐπενδύσεις εἶναι μεγαλύτερη.
Ἡ δημοσία διαβούλευσις ἀπευθύνεται στά θεσμικά ὄργανα τῆς ΕΕ, στίς ἐθνικές κυβερνήσεις καί τά κοινοβούλια, στίς κεντρικές τράπεζες, στήν ΕΚΤ καί στόν ἀκαδημαϊκό κόσμο καί θά παραμένει ἀνοικτή ἕως τίς 31 Δεκεμβρίου. Μέχρι τότε, οἱ δημόσιες ἀρχές καί ὅλοι οἱ ἐνδιαφερόμενοι καλοῦνται νά ὑποβάλουν τίς προτάσεις τους. Ἡ Ἐπιτροπή θά ἀξιολογήσει τίς προτάσεις καί θά ἐξετάσει ὅλες τίς ἀπόψεις πού θά ἐκφρασθοῦν κατά τήν διάρκεια τῆς διαβουλεύσεως καί θά παρουσιάσει τίς ὁδηγίες καί τίς κατευθύνσεις της γιά τίς ἀλλαγές στό πλαίσιο τῆς δημοσιονομικῆς διακυβερνήσεως, τό πρῶτο τρίμηνο τοῦ 2022. Στόχος εἶναι ἡ ἐπίτευξις εὐρείας συναινέσεως, ἐγκαίρως, πρίν ἀπό τό 2023.