Τά τρία σενάρια – Παραμένει ὑψηλή ἡ ἀβεβαιότης
ΣΥΣΤΑΣΗ στήν Κυβέρνηση γιά συνετή δημοσιονομική πολιτική προκειμένου νά ἐξασφαλισθεῖ ἡ βιωσιμότης τῶν δημοσίων οἰκονομικῶν μεσοπρόθεσμα μέ δεδομένο τό ὕψος τοῦ δημοσίου χρέους καί τῶν ὑψηλῶν προκλήσεων βιωσιμότητος μεσοπρόθεσμα πρίν ἀπό τό ξέσπασμα τῆς πανδημίας, ἀπευθύνει ἡ Κομμισσιόν στήν ἔκθεσή της γιά τό προσχέδιο τοῦ προϋπολογισμοῦ τοῦ 2022. Ἐπί τῆς οὐσίας, ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή ζητεῖ ἀπό συγκεκριμένες χῶρες, ὅπως ἡ Ἑλλάς, ἡ Ἰταλία, ἡ Γαλλία, ἡ Ἱσπανία καί τό Βέλγιο τό ἑπόμενον ἔτος νά δώσουν ἰδιαίτερη βαρύτητα στήν δημοσιονομική προσαρμογή, χωρίς ὡστόσο νά ἀποσύρουν ἄμεσα τά μέτρα στηρίξεως τῆς οἰκονομίας, ὥστε ἡ μετάβασις νά εἶναι ὅσο τό δυνατόν πιό ὁμαλή.
Ταυτοχρόνως, τό ὑψηλό δημόσιο χρέος ὡς ποσοστό τοῦ ΑΕΠ, τό ἐπενδυτικό κενό, τό ὕψος τῶν μή ἐξυπηρετουμένων δανείων, παρά τήν σημαντική μείωση πού ἔχει καταγραφεῖ καί ἡ ἀνεργία, ἀποτελοῦν τά βασικά προβλήματα γιά τήν ἑλληνική οἰκονομία συμφώνως πρός ἑτέρα ἔκθεση τῆς Κομμισσιόν γιά τίς μακροοικονομικές ἀνισορροπίες. Συμφώνως πρός τήν Ἐπιτροπή, ἡ Ἑλλάς εἶναι μία ἀπό τίς 12 χῶρες πού ἐμφανίζουν μακροοικονομικές ἀνισορροπίες, οἱ ὁποῖες θά πρέπει νά ἐρευνηθοῦν εἰς βάθος. Μάλιστα ἡ χώρα μας εἶναι μία ἀπό τίς τρεῖς χῶρες πού ἐμφανίζουν ὑπερβολικές ἀνισορροπίες. Οἱ δεῖκτες πού παραμένουν πάνω ἀπό τό ὅριο εἶναι οἱ καθαρές ξένες ἐπενδύσεις, τό κρατικό χρέος, τό μερίδιο ἀγορᾶς τῶν ἐξαγωγῶν, οἱ ὑποχρεώσεις τοῦ χρηματοοικονομικοῦ τομέως καί ἡ ἀνεργία. Ἐπισημαίνεται ὅτι ἡ χαμηλότερη τοῦ ἀναμενομένου ἀνάπτυξις μπορεῖ νά ὑπονομεύει μακροπρόθεσμα τήν βιωσιμότητα τοῦ χρέους. Παρουσιάζει τρία σενάρια. Στό βασικό σενάριο, τό χρέος μειώνεται ἀπό 203% τοῦ ΑΕΠ τό 2021 σέ περίπου 54% τοῦ ΑΕΠ τό 2060, ἐνῶ οἱ ἀκαθάριστες χρηματοδοτικές ἀνάγκες παραμένουν κάτω ἀπό τό 15% τοῦ ΑΕΠ μακροπρόθεσμα. Στό σενάριο ὑψηλότερου κινδύνου, τό χρέος μειώνεται στό 90% τοῦ ΑΕΠ ἕως τό 2060 καί οἱ ἀκαθάριστες χρηματοδοτικές ἀνάγκες κυμαίνονται γύρω στό 18% τοῦ ΑΕΠ ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 2030. Στό σενάριο χαμηλῆς ἀναπτύξεως, τό ἐπίπεδο τοῦ χρέους δέν σταθεροποιεῖται καί οἱ ἀκαθάριστες χρηματοδοτικές ἀνάγκες ξεπερνοῦν μονίμως τό 20% τοῦ ΑΕΠ ἕως τό 2050. Τά ἐναλλακτικά σενάρια δείχνουν ὅτι οἱ πιθανές ἀλλαγές στό τρέχον περιβάλλον χαμηλῶν ἐπιτοκίων μεσοπρόθεσμα καί ἡ ἀσθενέστερη οἰκονομική ἀνάπτυξις θά μποροῦσαν νά ἐπηρεάσουν ἀρνητικά τήν βιωσιμότητα τοῦ χρέους. Ὅπως σημειώνεται στήν ἔκθεση, ἡ ἑλληνική οἰκονομία μετά ἀπό μιά ἀπότομη συρρίκνωση κατά 9% τό 2020, φέτος ἐκτιμᾶται ὅτι τό ΑΕΠ θά αὐξηθεῖ κατά 7,1% καί κατά 5,2% τό 2022. Στό τέλος τοῦ 2022, τό ΑΕΠ θά εἶναι κατά 2,4% ὑψηλότερο σέ σχέση μέ τό 2019. Ἐπισημαίνει ὅτι ἡ ἀνάκαμψις τῆς ἑλληνικῆς οἰκονομίας κερδίζει ἔδαφος, παρά τήν συνεχιζόμενη πανδημία.
Ἡ 12η ἀξιολόγησις ἐπισημαίνει ὅτι ὑπάρχουν σειρά ἀπό ἀνοικτά μέτωπα ὅπως ἡ ὑψηλή ἀναβαλλόμενη φορολογία, ὁ μεγάλος ἀριθμός τῶν ἐκκρεμῶν ὑποθέσεων τοῦ νόμου Κατσέλη καί ὁ ἀργός ρυθμός ἀποπληρωμῆς ἀπό τό δημόσιο τῶν ἐγγυήσεων ἐπί δανείων, οἱ ὁποῖες ἔχουν καταπέσει, ἡ ὀλιγωρία γιά τήν τακτοποίηση τῶν ληξιπρόθεσμων ὀφειλῶν πρός τρίτους καί τίς ἐκκρεμεῖς συντάξεις. Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι ἡ Κομμισσιόν προειδοποιεῖ ὅτι προκειμένου νά ὑπάρξει ἔξοδος τῆς χώρας ἀπό τήν ἐνισχυμένη ἐποπτεία, κάτι τό ὁποῖο εἶναι προγραμματισμένο γιά τό καλοκαίρι τοῦ 2022, θά πρέπει νά ἔχουν ἐκπληρωθεῖ ὅλα τά προαπαιτούμενα.