Ὁ Στ. Κεφαλοῦρος γράφει γιά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία της
ΗΤΑΝ ἡ πιό σεμνή καί ἱεροπρεπής κηδεία πού ἔχω παραστεῖ, ἐκείνη τῆς μεγάλης μας γλύπτριας Ναταλίας Μελᾶ, τήν Τετάρτη πού πέρασε στό Πρῶτο Κοιμητήριο. Ἤτανε ἕνα ἀνώδυνο, ἀνεπαίσχυντο καί εἰρηνικό πέρασμα ἀπό τήν μία ζωή στήν ἄλλη, ἕνα μικρό Πάσχα. Αὐτό σημαίνει ἄλλωστε καί Πάσχα· τό Πέρασμα. Ἦταν λοιπόν τέτοια ἡ γαλήνη, πού σήμερα ἀνακαλώντας την στήν μνήμη δέν εἶμαι βέβαιος ἄν ἤμουν κι ἐγώ ἐκεῖ. Θυμᾶμαι ὅμως πώς ὄντως πῆγα καί γιά ἕναν ἐπιπλέον λόγο. Δέν μπορεῖ δηλαδή…, κάπου ἐκεῖ ἀνάμεσά μας θά τριγύριζε κι ὁ παπποῦς της, γιά νά τήν ὑποδεχθεῖ. Εὐκαιρία μοναδική, γιά νά ζήσεις ἀπό κοντά τήν ἱστορία. Διότι εἶναι ἀσύγκριτα καλύτερο νά τόν νιώθεις κοντά παρά νά τόν βλέπεις σέ κάδρο μακρυά, τόν Παῦλο Μελᾶ. Ἀλλά καί τήν Ναταλία Μελᾶ, τήν ἀγαπημένη ἀδελφή τοῦ Ἴωνος Δραγούμη. Οἱ δέ παριστάμενοι φίλοι καί συγγενεῖς, λίγοι μά ἐκλεκτοί, ὅπως ἔπρεπε κι αὐτοί. Νά τούς πάρεις ἀπ’ τό χέρι καί μέ κλειστά μάτια νά τούς δώσεις τά κλειδιά τῆς χώρας, νά τούς κάνεις κυβέρνηση. Δέν τούς γνώριζα προσωπικά, ἀλλά διέκρινα πώς πρόκειται γιά ἀληθινούς ἀριστοκράτες, τούς ὁποίους ἡ θύελλα τοῦ νεοπλουτισμοῦ καί τῆς ἀμορφωσιᾶς τούς ἔριξε στό περιθώριο τῆς πολιτικῆς ζωῆς ἤ ἐνδεχομένως καί μόνοι τους νά προτίμησαν νά βρίσκονται στήν ἐρημιά, μέ χάρη…
Ξέρετε πῶς κατάλαβα πώς ἦταν γνήσιοι ἀριστοκράτες καί καλοί ἄνθρωποι; Ὄχι κάνοντας τό προφανές καί μᾶλλον ἀνασφαλές, ψαχουλεύοντας δηλαδή μέ τήν φαντασία μου γενεαλογικά δέντρα, ἀλλά βλέποντάς τους ἀπό κοντά νά ντρέπονται. Αὐτό εἶναι τό ἀσφαλέστερο κριτήριο γιά ἕναν καλό χαρακτῆρα. Ντρέπονταν, τό ἔβλεπες στά μάτια τους, στίς κινήσεις τους. Ντρέπονταν ἀκόμα καί νά χειροκροτήσουν, ὅταν βγῆκε τό φέρετρο ἀπό τήν ἐκκλησία γιά νά πάει στό μνῆμα. Τό ἔκαναν ὅμως, τό κάναμε ἐν τέλει κι αὐτό σεμνά καί μέ συστολή. Τηλεοπτικό κανάλι δέν ὑπῆρχε οὔτε κάποιος φωτογράφος. Πρός στιγμήν –καί εὐτυχῶς– ξεχάσαμε κι ἐμεῖς πώς τά τηλέφωνα εἶναι κινητά καί βγάζουν φωτογραφίες, ὅπως τότε στήν ἐποχή τοῦ Παύλου Μελᾶ. Μόνο ὁ ἀρχαῖος λόγος ἔμεινε γιά νά ἀπαθανατίσουμε τήν στιγμή.
Ὅλα ἔγιναν μέ τάξη, ὅπως πρέπει, ὅσο πρέπει. Τώρα πού γράφω καί τά θυμᾶμαι ὅλα αὐτά ξανά, τήν προηγούμενη ἑβδομάδα στό Πρῶτο Κοιμητήριο ἦταν σάν νά κηδέψαμε ὄχι μόνο μιά γυναίκα ἀλλά κι ἕνα καθῆκον. Ναί, αὐτό ἤμασταν τελικά ὅλοι αὐτοί, στήν κηδεία αὐτή…! Καθήκοντα, πού μᾶς ἀπομένει ἀκόμα ζωή γιά νά τά διακονήσουμε καί νά διακονηθοῦμε μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Σήμερα ζοῦν στήν Ἀθήνα πολλοί γόνοι ἔνδοξων οἰκογενειῶν, οἱ ὁποῖοι πολύ δικαιολογημένα ἐξερευνοῦν στήν ζωή τους διαφορετικά πεδία ζωῆς ἀπό τούς ἔνδοξους προγόνους τους. Καί καλά κάνουν. Καί ὡς κληρονόμοι πολύ φυσικό εἶναι νά κατέχουν οἰκογενειακές πληροφορίες καί μαρτυρίες γιά τούς φημισμένους προγόνους τους, πού ἐμεῖς, ὁ λαός, δέν κατέχει. Ἡ βαριά αὐτή κληρονομιά ἄλλους ἀπογόνους τούς βαραίνει καί δυσφοροῦν, ἄλλους τούς κάνει νά ἀποστασιοποιοῦνται, ἄλλοι ἀναθεωροῦν καί μερικοί ἄλλοι ἀδιαφοροῦν. Ὑπάρχουν ὅμως κι αὐτοί οἱ κληρονόμοι, πού σέβονται, τιμοῦν ἤ ἀκόμα περισσότερο κρατοῦν τήν ἴδια φλόγα ἀναμμένη, κι ἐάν τό κράτος εἶχε τήν σοφία νά πάρει λίγο ἅγιο φῶς ἀπό τήν λαμπάδα τους, τότε ἡ Ἑλλάδα μας θά ἤτανε πιό καλλιεργημένη.
Λένε γιά τόν ἔρωτα καί τόν βῆχα, μά καί ἡ ἀγάπη γιά τήν Ἑλλάδα δέν κρύβεται. Στήν περίπτωσή μας ἡ καλλιτέχνιδα Ναταλία Μελᾶ, θυγατέρα Μιχαήλ Μελᾶ, ἐγγονή τοῦ Παύλου καί τῆς Ναταλίας, τυλίχτηκε στό φέρετρό της ὄχι ἁπλά μέ μία ἑλληνική σημαία ἀλλά μέ τήν νησιωτική σημαία τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ἦταν συνεπῶς καί μία κηδεία πρός γνώση καί συμμόρφωση τόσο τῶν φαρμακερῶν ἀπάτριδων ὅσο καί τῶν φωνακλάδων πατριδοκάπηλων, πού φυσικά καί ἔλειπαν ἀπ’ τήν κηδεία αὐτή.