«ΓΡΑΦΩ γιατί ἔτσι δίνω παράταση στή ζωή μου» δήλωνε πρίν ἀπό μερικά χρόνια ὁ Μάνος Ἐλευθερίου, ὁ ὁποῖος «ἔφυγε» χθές σέ ἡλικία 80 ἐτῶν ἀπό ἀνακοπή καρδιᾶς.
Ποιητής, πεζογράφος, στιχουργός καί ἀρθρογράφος, διανοούμενος, καλλιτέχνης μέ δημόσιο λόγο καί παρουσία, ὁ Μάνος Ἐλευθερίου ὑπῆρξε ἐμβληματική προσωπικότης. Οἱ στίχοι του τραγούδησαν τήν μοναχικότητα, τό ἀστικό τοπίο μιᾶς κοινωνίας πού ἀλλάζει ἀπό τή Δικτατορία πρός τή Μεταπολίτευση, τούς ἄδειους δρόμους καί τίς στριμωγμένες πόλεις, τά τοπία καί τούς ἀνθρώπους τους.
Ἀπεβίωσε ὁ Μάνος Ἐλευθερίου
ΠΤΩΧΟΤΕΡΟΣ εἶναι ἀπό χθές ὁ χῶρος τοῦ πνεύματος μετά τόν θάνατο τοῦ Μάνου Ἐλευθερίου, ὁ ὁποῖος «ἔφυγε» σέ ἡλικία 80 ἐτῶν, ἀπό ἀνακοπή καρδιᾶς. Ὁ Μάνος Ἐλευθερίου γεννήθηκε στίς 12 Μαρτίου 1938 στήν Ἑρμούπολη τῆς Σύρου, γιά τήν ὁποία ἔγραφε συχνά στά βιβλία του-φωτογραφικά ἄλμπουμ, μυθιστορήματα καί χρονικά. Ἦταν στιχουργός, ποιητής, μυθιστοριογράφος, ἱστορικός τῆς Σύρου καί τοῦ μουσικοῦ θεάτρου της, μανιώδης συλλέκτης, ζωγράφος, δημιουργός κολλάζ ἀλλά καί συγγραφεύς παιδικῶν βιβλίων, στά ὁποῖα θά πρέπει νά προστεθοῦν καί τά φωτογραφικά ἄλμπουμ του. Ἀπό παιδί εἶχε μιά ἀδυναμία στήν ἑλληνική γλῶσσα. Λαχταροῦσε νά ρουφήξει τόν κόσμο ὅλο μέσα σέ λίγες γραμμές. Ἰδιαίτερη ἡ προτίμησίς του στόν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ἔκδηλη συχνά καί στά τραγούδια του.
Τό 1955 γνωρίζεται μέ τόν Ἄγγελο Τερζάκη ὁ ὁποῖος τόν παροτρύνει νά παρακολουθήσει μαθήματα στήν Δραματική Σχολή τοῦ Ἐθνικοῦ Θεάτρου καί ἕναν χρόνο ἀργότερα γράφεται στό Τμῆμα Θεάτρου τῆς Σχολῆς Σταυράκου. Τόν καιρό τῆς στρατιωτικῆς θητείας του τό 1960 ἀρχίζει νά δημοσιεύει θεατρικά ἔργα καί ποιήματα, μέ τήν πρώτη ποιητική συλλογή του «Συνοικισμός» νά κυκλοφορεῖ τό 1962. Τήν ἴδια ἐποχή στά Ἰωάννινα γράφει τούς πρώτους στίχους του γιά τραγούδι, ἀνάμεσα στούς ὁποίους εἶναι καί «Τό τρένο φεύγει στίς ὀκτώ», πού ἀργότερα μελοποίησε ὁ Μίκης Θεοδωράκης. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1963 ἀρχίζει νά ἐργάζεται στό «Reader’s Digest», ὅπου καί παρέμεινε γιά τά ἑπόμενα δεκαέξι χρόνια. Ἐν τῶ μεταξύ κυκλοφοροῦν τά δύο πρῶτα βιβλία του μέ διηγήματα «Τό διευθυντήριο» (1964) καί «Ἡ σφαγή» (1965).
Στήν ἑλληνική δισκογραφία παρουσιάζεται τό 1964. Συνεργάζεται μέ τόν Χρῆστο Λεοντῆ καθώς καί μέ τόν Θεοδωράκη (1967), μέ τόν ὁποῖο ἡ συνεργασία διεκόπη λόγω τῆς δικτατορίας. Ἐπίσης, συνεργάστηκε μέ τόν Δῆμο Μούτση καί μέ τόν Γιάννη Μαρκόπουλο, στόν δίσκο «Θητεία», τοῦ ὁποίου ἡ ἠχογράφησις ἄρχισε τόν Νοέμβριο τοῦ 1973, διεκόπη ἀπό τά γεγονότα τοῦ Πολυτεχνείου καί τελικῶς κυκλοφόρησε τό 1974. Κατά καιρούς συνεργάσθηκε μέ ὅλους σχεδόν τούς Ἕλληνες συνθέτες, μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Μάνος Χατζιδάκις, ὁ Σταῦρος Κουγιουμτζῆς, ὁ Θανάσης Γκαϊφύλλιας, ὁ Γιάννης Σπανός, ὁ Γιῶργος Ζαμπέτας, ὁ Σταμάτης Κραουνάκης, ὁ Γιῶργος Ζαμπέτας, ὁ Ἀντώνης Βαρδῆς καί ὁ Γιῶργος Χατζηνάσιος.
Παράλληλα ἔγραφε καί εἰκονογραφοῦσε παραμύθια γιά παιδιά, ἐνῶ ἐπιμελήθηκε τήν ἔκδοση λευκωμάτων μέ θέμα τήν Σῦρο, ὅπως τά «Ἐνθύμιον Σύρας» καί «Θέατρο στήν Ἑρμούπολη».
Τήν δεκαετία τοῦ 1990 ἔκανε ραδιοφωνικές ἐκπομπές στόν «Ἀθήνα 9.84» καί στό «Δεύτερο Πρόγραμμα», ἐνῶ τό 1994 ἐξέδωσε τήν πρώτη του νουβέλα μέ τίτλο «Τό ἄγγιγμα τοῦ χρόνου» καί τό 2004 δημοσίευσε τό πρῶτο μυθιστόρημά του μέ τίτλο «Ὁ καιρός τῶν χρυσανθέμων», τό ὁποῖο τιμήθηκε μέ τό Κρατικό Βραβεῖο Λογοτεχνίας τό 2005. Τό 2013 βραβεύθηκε γιά τήν συνολική προσφορά του στά γράμματα ἀπό τήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν.
Συνολικά, ὁ Μάνος Ἐξευθερίου ἔγραψε στίχους γιά περισσότερα ἀπό 400 τραγούδια, τά ὁποῖα γνώρισαν μεγάλη ἐπιτυχία, δημοσίευσε πολλές ποιητικές συλλογές, διηγήματα καί πέντε μυθιστορήματα. Μεταξύ τῶν δισκογραφικῶν ἐπιτυχιῶν του «Τό παλληκάρι ἔχει καημό» (Μ. Θεοδωράκης), «Ὁ Ἅγιος Φεβρουάριος» (Δ. Μούτσης), «Θητεία» (Γ. Μαρκόπουλος), «Κάτω ἀπ’ τή μαρκίζα» (Γ. Σπανός), «Οἱ ἐλεύθεροι κι ὡραῖοι» (Στ. Κουγιουμτζῆς), «Ἅμλετ τῆς Σελήνης» (Θ. Μικρούτσικος), «Εἶναι ἀρρώστια τά τραγούδια» (Στ. Ξαρχάκος), «Ἔρημοι σταθμοί» (Δ. Τσακνῆς), «Θά σέ ξανάβρω στούς μπαξέδες» (Ἠλ. Ἀνδριόπουλος), «Ἡ διαθήκη» (Χρ. Νικολόπουλος), «Τό σπίτι γέμισε μέ λύπη» (Χρ. Λεοντῆς), «Μή χτυπᾶς σ’ ἕνα σπίτι κλειστό» (Λ. Κηλαηδόνης) καί «Ἀτέλειωτη ἐκδρομή» (Θ. Γκαϊφύλλιας).
Τήν θλίψη του γιά τόν θάνατο τοῦ Μάνου Ἐλευθερίου ἐξέφρασε ὁ πολιτικός κόσμος. Ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας σέ ἀνακοίνωσή του ὑπεγράμμισε: «Ὁ Μάνος Ἐλευθερίου ἀνήκει, ἐδῶ καί πολλά χρόνια, στήν χορεία τῶν μεγάλων Πνευματικῶν μας Ἀνθρώπων, γιά τούς ὁποίους ὁ θάνατος εἶναι τό πέρασμα στήν αἰωνιότητα πού δικαιωματικῶς τούς ἀναλογεῖ. Αἰωνία ἡ Μνήμη του» ἐνῶ ὁ Πρωθυπουργός μέ ἀνάρτηση στόν λογαριασμό του στό Twitter ἀνέφερε: «Στόν κόσμο τοῦτο εἶναι φορές πού πάει κανείς καί δίχως χάρτη. Ὁ Μ. Ἐλευθερίου διέγραψε μιά πορεία στόν πολιτισμό πού ὑπερβαίνει κατά πολύ τήν βιολογική του παρουσία, θά εἶναι μαζί μας γιά πολλές γενιές. Μέ τά λόγια του τίμησε τά χρόνια μας. Τόν ἀποχαιρετοῦμε μέ συγκίνηση & σεβασμό». Ἡ τομεάρχης Πολιτισμοῦ καί Ἀθλητισμοῦ τῆς Νέας Δημοκρατίας Ὄλγα Κεφαλογιάννη σημείωσε: «Ὁ Μάνος Ἐλευθερίου ὑπῆρξε σπουδαῖος ποιητής, λογοτέχνης, στιχουργός καί συγγραφέας, ὅπως καί ἐνεργός πολίτης μέ εὐαισθησίες καί σημαντική κοινωνική δράση».
Ἡ πολιτική κηδεία του Μ. Ἐλευθερίου θά γίνει αὔριο (12μεσημ.) στό Α΄ Νεκροταφεῖο.