Ἐξαιροῦνται τῶν ἀναδρομικῶν συνταξιοῦχοι τοῦ δημοσίου καί δικαιοῦχοι ἐπικουρικῶν
ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ἀντοχές τῆς οἰκονομίας καί τό ἐνδεχόμενο πολιτικό κόστος εἶναι οἱ δύο κρίσιμοι παράγοντες πού ἀναμένεται νά καθορίσουν τόν τελικό ἀριθμό τῶν δικαιούχων τῶν ἀναδρομικῶν. Aπό τήν ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας πού ἐπιδικάζει ἀναδρομικά 11 μηνῶν –ἀπό τόν Ἰούνιο τοῦ 2015 μέχρι τόν Μάιο τοῦ 2016, στούς περίπου 250.000 συνταξιούχους πού εἶχαν προσφύγει στή δικαιοσύνη, συμφώνως πρός τήν πρώτη ἀνάγνωση, ἐξαιροῦνται δικαιοῦχοι ἐπικουρικῶν συντάξεως καί συνταξιοῦχοι τοῦ δημοσίου. Κυβερνητικοί κύκλοι ἐπισημαίνουν ὅτι οἱ συνταξιοῦχοι τοῦ δημοσίου καί οἱ ἔνστολοι (περίπου 600.000) δέν καλύπτονται ἀπό τήν ἀπόφαση τοῦ ΣτΕ, καθώς ἔχουν προσφύγει στό Ἐλεγκτικό Συνέδριο καί ἀναμένεται ἡ ἀπόφασις τοῦ ἀνωτάτου δικαστηρίου.
Ταυτοχρόνως τό ἐρώτημα πού εἶχε ἀπευθύνει ὁ ΕΦΚΑ πρός τό ΣτΕ τό ὁποῖο προεκάλεσε τήν πιλοτική δίκη καί τήν σημερινή ἀπόφαση, δέν ἀνεφέρετο στίς ἐπικουρικές συντάξεις (1,2 ἑκ. δικαιοῦχοι ἐπικουρικῶν) ὁπότε τό ΣτΕ δέν ἔλαβε ἀποφάσεις ἐπί τῶν ἐπικουρικῶν. Τό δημοσιονομικό κόστος ἀπό 4 δισ. εὐρώ ἐκτιμᾶται ὅτι θά μειωθεῖ κατά τό ἥμισυ σέ περίπτωση πού δέν δοθοῦν ἀναδρομικά γιά ἐπικουρικές συντάξεις ἀλλά καί στούς δημοσίους ὑπαλλήλους. Ὡστόσο, μετά τίς ἀποφάσεις τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ, ἡ δικαίωσίς τους θεωρεῖται δεδομένη, ἀλλά θά εἶναι χρονοβόρος ἡ διαδικασία.
Ἡ πρόβλεψις τῆς ἀποφάσεως τοῦ ΣτΕ ὅτι ὅσοι δέν ἔχουν προσφύγει διατηροῦν τό δικαίωμα διεκδικήσεως ἐφ’ ὅσον προσφύγουν τελικῶς στήν Δικαιοσύνη, δημιουργεῖ προβληματισμό στήν Κυβέρνηση γιά μπαράζ δικαστικῶν προσφυγῶν τό ἑπόμενο διάστημα. Ὑπό τόν φόβο αὐτό ἡ Κυβέρνησις ἐξετάζει πολιτική παρέμβαση ὥστε νά νομοθετήσει ρύθμιση συμφώνως πρός τήν ὁποία ἡ ἐπιστροφή τῶν ἀναδρομικῶν θά ἀφορᾶ τό σύνολο τῶν συνταξιούχων. Σέ ἀνακοίνωση τοῦ Ὑπουργείου Ἐργασίας ἀναφέρεται ὅτι «μελετᾶμε τή σημερινή ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας καί συνεκτιμώντας τίς δημοσιονομικές δυνατότητες καί ἀντοχές τῆς ἐθνικῆς μας οἰκονομίας, ἡ Κυβέρνησις θά ἀνακοινώσει τό χρόνο καί τόν τρόπο ὑλοποιήσεως τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς».
Τά σενάρια πού ἐπεξεργάζονται προβλέπουν ἀναδρομικά πολλῶν ταχυτήτων, πού ξεκινοῦν ἀπό 660 εὐρώ καί μπορεῖ νά ἀγγίζουν ἤ καί νά ξεπερνοῦν τά 10.000 εὐρώ, καθώς ἄλλα ποσά διεκδικοῦν οἱ συνταξιοῦχοι μέ εἰσόδημα ἀπό κύριες, ἐπικουρικές καί μερίσματα κάτω ἀπό 1.000 εὐρώ μικτά, καί ἄλλα οἱ συνταξιοῦχοι μέ εἰσόδημα ἀπό κύριες, ἐπικουρικές καί μερίσματα πάνω ἀπό 1.000 εὐρώ μικτά. Χαμηλά ποσά διεκδικοῦν συνταξιοῦχοι τοῦ πρ. ΟΓΑ πού ἔχασαν μόνο τά δῶρα, τά ὁποῖα γιά τήν κατώτατη σύνταξη τῶν 330 εὐρώ ἦταν 660 εὐρώ τόν χρόνο. Ὑπάρχουν μάλιστα καί κάποιοι συνταξιοῦχοι πού ὅταν ἔγιναν οἱ περικοπές κάτω ἀπό 60 ἐτῶν, εἶχαν ὑποστεῖ τήν περικοπή τῶν δώρων ἀπό τό 2010 καί μέ τούς νόμους τοῦ 2012 εἶχαν ἐλάχιστες περικοπές τῆς τάξεως τῶν 15 εὐρώ τόν μῆνα στήν κύρια σύνταξή τους. Στόν ἀντίποδα, τά μεγαλύτερα ποσά προκύπτουν γιά συνταξιούχους μέ ὑψηλές συντάξεις ἤ περισσότερες ἀπό δύο συντάξεις, καθώς εἶναι αὐτοί πού ἔχασαν τά περισσότερα τό 2012.