ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ὕφεση ἀναμένουν τά δύο τρίτα τῶν ἐπί κεφαλῆς οἰκονομολόγων τοῦ ἰδιωτικοῦ καί δημόσιου τομέως, πού ἠρωτήθησαν ἀπό τό Παγκόσμιο Οἰκονομικό Φόρουμ (WEF), ἀναμένουν συμφώνως πρός ἔρευνα τοῦ Φόρουμ πού ἐδημοσιοποιήθη ἐν ὄψει τῆς ἐτήσιας συνόδου του.
Τό 18% ἐκτιμᾶ ὅτι μιά παγκόσμια ὕφεσις εἶναι «ἐξαιρετικά πιθανή» –ποσοστό ὑπερδιπλάσιο συγκριτικῶς πρός τήν προηγούμενη ἔρευνα πού διενεργήθη τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2022. Μόνο τό ἕνα τρίτο τῶν ἐρωτηθέντων ἀπήντησε ὅτι τήν θεωρεῖ ἀπίθανη φέτος. «Ὁ σημερινός ὑψηλός πληθωρισμός, ἡ χαμηλή ἀνάπτυξη, τό ὑψηλό χρέος καί τό περιβάλλον ἔντονου κατακερματισμοῦ μειώνουν τά κίνητρα γιά τίς ἐπενδύσεις πού χρειάζονται γιά ἐπάνοδο στήν ἀνάπτυξη καί αὔξηση τοῦ ἐπιπέδου διαβίωσης γιά τούς περισσότερο εὐάλωτους τοῦ κόσμου» δήλωσε ἡ γενική διευθύντρια τοῦ WEF Σαάντια Ζαχίντι σέ ἀνακοίνωση πού συνοδεύει τά συμπεράσματα τῆς ἐρεύνης.
Ἡ ἔρευνα τοῦ ὀργανισμοῦ ἐβασίσθη σέ 22 ἀπαντήσεις ἀπό ὁμάδα ὑψηλόβαθμων οἰκονομολόγων πού προέρχονται ἀπό θεσμούς, ὅπως τό Διεθνές Νομισματικό Ταμεῖο, ἐπενδυτικές τράπεζες, πολυεθνικές καί ὅμιλοι ἀντασφαλίσεως. Γιά τόν πληθωρισμό ἡ ἔρευνα τοῦ WEF ἔδειξε μεγάλες περιφερειακές διαφοροποιήσεις: τό ποσοστό πού ἀναμένει ὑψηλό πληθωρισμό τό 2023 ἐκυμαίνετο ἀπό μόλις 5% γιά τήν Κίνα ἕως 57% γιά τήν Εὐρώπη, ὅπου ὁ ἀντίκτυπος ἀπό τήν αὔξηση στίς τιμές ἐνέργειας τήν περασμένη χρονιά ἔχει ἐξαπλωθεῖ στήν εὐρύτερη οἰκονομία. Ἡ πλειονότης τῶν οἰκονομολόγων ἀναμένει περαιτέρω σύσφιγξη τῆς νομισματικῆς πολιτικῆς στήν Εὐρώπη καί τίς ΗΠΑ (59% καί 55% ἀντιστοίχως.)
Ἄλλα εὑρήματα τῆς ἐρεύνης εἶναι:
ἐννέα ἀπό τούς δέκα ἐρωτηθέντες ἀναμένουν ὅτι ἡ ἀσθενής ζήτησις καί τό ὑψηλό κόστος δανεισμοῦ θά ἀσκήσουν πιέσεις στίς ἐπιχειρήσεις, μέ πάνω ἀπό τό 60% νά καταδεικνύει ἐπίσης ὑψηλότερο κόστος εἰσροῶν.
Οἱ προκλήσεις ἀναμένεται νά ὁδηγήσουν τίς πολυεθνικές ἑταιρεῖες εἰς τό νά μειώσουν τίς δαπάνες τους, ἀπό τό νά περιορίσουν τά λειτουργικά ἔξοδά τους ἕως τό νά ἀπολύσουν ἐργαζομένους.
Ἡ κρίσις τοῦ κόστους διαβιώσεως ἴσως ἐπίσης νά πλησιάζει τό ἀποκορύφωμά της, μέ τήν πλειονότητα τῶν ἐρωτηθέντων νά ἀναμένουν ὅτι θά ἔχει γίνει λιγώτερο σοβαρή ἕως τά τέλη τοῦ 2023.