Συνέντευξις* τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν τῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας (Ταϊβάν) Δρος Jaushieh Joseph Wu στήν «Ἑστία τῆς Κυριακῆς» καί τόν Καθηγητή κ. Ἠλία Ἠλιόπουλο**
*Ἡ συνέντευξις παρεχωρήθη τόν Φεβρουάριο τοῦ τρέχοντος ἔτους
ΜΕΡΟΣ Α΄
(ΜΕΡΟΣ Β΄)
-Ὁ Πρόεδρος τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας κ. Xi Jinping ἐδήλωσε ὅτι ἡ Ταϊβάν θά ἑνωθεῖ μέ τήν ἠπειρωτική Κίνα, ἐνῶ ὑψηλόβαθμοι ἀξιωματοῦχοι τοῦ Πεκίνου καί ἐξέχοντα στελέχη τῆς ἰθυνούσης γραφειοκρατικῆς ἐλίτ τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος Κίνας ἔχουν ἐπανειλημμένως ἐκφράσει τήν ἄποψιν, ὅτι τό ζήτημα τῆς Ταϊβάν δύναται νά ἐπιλυθεῖ μόνον διά τῆς βίας. Οἱ ἀπειλές ἐπιθέσεως ἐναντίον τῆς Ταϊβάν εἶναι, σχεδόν, εἰς τήν ἡμερησίαν διάταξιν εἰς τά σινικά μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως. Πῶς ἀντιμετωπίζει αὐτήν τήν κατάστασιν ἡ Δημοκρατία τῆς Κίνας (Ταϊβάν);
- Τό καθεστώς, τό ὁποῖον ἐπικρατεῖ εἰς τό Στενόν τῆς Ταϊβάν συνίσταται εἰς τό ὅτι οὐδεμία ἐκ τῶν δύο πλευρῶν εἶναι ὑποτακτική τῆς ἄλλης. Ἡ Ταϊβάν εἶναι ἀνεξάρτητος, κυρίαρχος χώρα, οὐδέποτε ἐτέλεσε δέ ὑπό τήν κυριαρχίαν τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας. Αὐτά εἶναι τά ἀδιαμφισβήτητα γεγονότα. Ἀναντιρρήτως, ἡ Ταϊβάν ἀντιμετωπίζει τρομακτικές στρατιωτικές ἀπειλές ἀπό πλευρᾶς τῆς Κίνας, ἡ ὁποία ἐφαρμόζει, συχνάκις, τακτικές υβριδικού πολέμου. Ἐπί παραδείγματι, ἡ Κίνα ἀπέστειλε τριάντα-ἐννέα (39) στρατιωτικά ἀεροσκάφη (Σ.Μ.: εἰς τήν Ζώνην Ἀναγνωρίσεως Ἀεραμύνης [Air Defence Identification Zone] τῆς Ταϊβάν), προκειμένου νά ἐκφοβίσει τήν Ταϊβάν, τήν 23ην Ἰανουαρίου τρέχοντος ἔτους. Ἐπηκολούθησαν δέ δύο ἀκόμη ἀεροπορικές ἐπιδρομές τήν ἑπομένην ἡμέραν.
- Ὄντες ἀντιμέτωποι μέ τρομακτικές ἀπειλές καί προκλήσεις ἀπό πλευρᾶς Κίνας, τό σημαντικόν δι’ ἡμᾶς εἶναι νά τηρήσομε τίς Τέσσερεις Δεσμεύσεις, τίς ὁποῖες ἀνεκοίνωσε ἡ Πρόεδρος Tsai Ing-wen, διαρκούσης τῆς ὁμιλίας της ἐπί τῇ ἐπετείῳ τῆς Ἐθνικῆς Ἡμέρας τῆς Ταϊβάν πέρυσι. Αὐτές εἶναι οἱ ἑξῆς: ὅτι δεσμευόμεθα ὑπέρ ἑνός ἐλευθέρου καί δημοκρατικοῦ συνταγματικοῦ συστήματος, ὅτι ἡ Δημοκρατία τῆς Κίνας [Ταϊβάν] καί ἡ ΛΔΚ δέν ὑποτάσσονται ἡ μία εἰς τήν ἄλλην, ὅτι θά ἀντισταθοῦμε εἰς τήν προσάρτησιν ἤ τήν καταπάτησιν τῆς κυριαρχίας μας καί ὅτι τό μέλλον τῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας (Ταϊβάν) θά ἀποφασισθεῖ συμφώνως πρός τήν βούλησιν τοῦ λαοῦ τῆς Ταϊβάν.
- Μέ τήν ὑποστήριξιν τοῦ λαοῦ τῆς Ταϊβάν καί τήν δέσμευσίν του ὑπέρ ἐλευθερίας καί δημοκρατίας, θά συνεχίσομε νά ἐνισχύομε τίς ἐθνικές ἀμυντικές μας ἱκανότητες, νά ἀναπτύσσομε ἀσύμμετρες στρατιωτικές δυνατότητες καί νά οἰκοδομοῦμε τήν ἰσχύν καί ἀξιοπιστίαν μας, ἀπαραιτήτους ὅρους ἀποτροπῆς. Ταυτοχρόνως, ἐκτιμοῦμε τήν ὑποστήριξιν, τήν ὁποίαν ἐλάβαμε ἀπό δημοκρατικούς ἑταίρους μας διεθνῶς. Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωσις ἔχει ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τήν ἀνησυχίαν της διά τήν κακόβουλον τακτικήν ἐκφοβισμοῦ τῆς Ταϊβάν ὑπό τῆς Κίνας. Οἱ Ἡνωμένες Πολιτεῖες Ἀμερικῆς προέβησαν εἰς τήν πώλησιν ἀμυντικῶν ὅπλων πρός τήν Ταϊβάν, ὡς μέρος τῆς [ἐξακολουθητικῆς] δεσμεύσεώς των εἰς τίς πρόνοιες τοῦ Νόμου περί Σχέσεων μετά τῆς Ταϊβάν (Σ.Μ.: Taiwan Relations Act: Ἀντιδρῶσα εἰς τήν ὑπό τῆς Κυβερνήσεως Jimmy Carter πρωτοφανῆ ἐνέργειαν τῆς ἄρσεως τῆς διπλωματικῆς ἀναγνωρίσεως τῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας [Ταϊβάν], μέχρι τότε πιστοῦ συμμάχου τῶν ΗΠΑ, ὡς μόνου καί νομίμου διεθνοδικαϊκοῦ ἐκπροσώπου τοῦ Σινικοῦ Ἔθνους, καί τῆς διπλωματικῆς ἀναγνωρίσεως, ἀντ’ αὐτῆς, τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας, ἤτοι τῆς Κομμουνιστικῆς Κυβερνήσεως τοῦ Πεκίνου, ἐπί τῆς ἠπειρωτικῆς Κίνας, ὡς μόνης νομίμου, ἐξ ἐπόψεως Διεθνοῦς Δικαίου, Ἀρχῆς τοῦ Σινικοῦ Ἔθνους (1/1/1979), μία πολυάριθμος καί εὐρείας συνθέσεως μερίς μελῶν τοῦ Ἀμερικανικοῦ Κογκρέσσου κατόρθωσε τήν ὑπερψήφισιν τοῦ Νόμου περί Σχέσεων μετά τῆς Ταϊβάν, ὁ ὁποῖος, κατ’ οὐσίαν, ἐπέτρεπε τήν ἐξακολουθητικήν διατήρησιν τῶν σχέσεων μεταξύ Οὐάσιγκτων καί Ταϊπέι, ἔστω καί κάτωθεν τοῦ ἐπιπέδου τῆς διεθνοῦς διπλωματικῆς ἀναγνωρίσεως. Ὁ αὐτός νόμος ἐπέτρεπε τήν ἐξακολούθησιν πωλήσεως ἀμερικανικῶν ὅπλων στήν Ταϊβάν, ἔστω καί διά λόγους αὐτοαμύνης.) Παραδείγματος χάριν, τόν Φεβρουάριον [2022] οἱ ΗΠΑ ἐνημέρωσαν τήν Ταϊβάν ὅτι ἐνέκριναν τήν πώλησιν στρατιωτικοῦ ἐξοπλισμοῦ καί ὑπηρεσιῶν πρός ὑποστήριξιν τῆς συμμετοχῆς τῆς Ταϊβάν στό «Patriot International Engineering Services Program» καί τό «Field Surveillance Program», σηματοδοτοῦσες τήν δευτέραν δέσμην πωλήσεως ὅπλων ὑπό τῆς Κυβερνήσεως Biden.
- Σταθερά στάσις τῆς Κυβερνήσεως τῆς Ταϊβάν εἶναι νά μή ὑποκύπτει εἰς πιέσεις ἀλλ’ οὔτε καί νά ἐνεργεῖ βεβιασμένως, ὅταν τυγχάνει ὑποστηρίξεως. Ἡ χρῆσις στρατιωτικῶν μέσων πρός ἐπίλυσιν τῶν διαφορῶν μεταξύ τῶν δύο πλευρῶν εἰς τό Στενόν τῆς Ταϊβάν ἀπορρίπτεται εἰς πᾶσαν περίπτωσιν. Προτρέπομε τίς Ἀρχές τοῦ Πεκίνου νά ἀντιμετωπίσομε καί νά ἐπιλύσομε ἀπό κοινοῦ τίς διαφορές μας, υἱοθετοῦντες μίαν προσέγγισιν βασιζομένην ἐπί τῆς εἰρήνης καί τῆς ἰσότητος.
– Ἡ ἔντασις τῶν στρατιωτικῶν προκλήσεων τοῦ Πεκίνου, συμπεριλαμβανομένων τῶν εἰσβολῶν εἰς τήν Ζώνην Ἀναγνωρίσεως Ἀεραμύνης (ADIZ) τῆς Ταϊβάν ἀπό πλευρᾶς τοῦ «Λαϊκοῦ Ἀπελευθερωτικοῦ Στρατοῦ» (Σ.Μ.: ἡ ἐπίσημος ὀνομασία τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας), ἔχει, κατ’ οὐσίαν, ἀνατρέψει τό ἐπί μακράν σειράν ἐτῶν ὑφιστάμενον status quo. Τό Πεκῖνον μπορεῖ, κάλλιστα, νά ἐπιθυμεῖ νά συμβεί ἕνα στρατιωτικόν «ἀτύχημα», τήν εὐθύνην τοῦ ὁποίου θά ἐπέρριπτε, ἐν συνεχείᾼ, εἰς τήν Ταϊβάν καί τό ὁποῖον θά ἐχρησιμοποιοῦσε ὡς αἰτίαν πολέμου. Ὑπό τήν ἡγεσίαν τῆς Προέδρου Tsai Ing-wen, ἡ Ταϊβάν ἔχει ἐπιδείξει ἀξιοσημείωτον αὐτοσυγκράτησιν. Ὡστόσο, ἡ Κυβέρνησις τῆς Ταϊβάν θά ὑποχρεωθεῖ νά προβεῖ εἰς περισσότερον συγκεκριμένες ἐνέργειες, εἰς ἀπάντησιν τῶν προκλήσεων τοῦ Πεκίνου. Ποία εἶναι ἡ ἐκτίμησίς σας περί τῆς τρεχούσης καταστάσεως ἑκατέρωθεν τοῦ Στενοῦ;
- Ἡ καλή μας θέλησις δέν θά ἀλλάξει, οὔτε καί ἡ δέσμευσίς μας ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν διατήρησιν τοῦ status quo καί τήν καταβολήν πάσης δυνατῆς προσπαθείας, ὥστε νά ἀποφευχθεῖ ἡ ἀλλαγή τοῦ ἐν λόγῳ status quo. Ὡστόσο, ἡ Κίνα οὐδέποτε ἐγκατέλειψε τίς προσπάθειές της νά καθυποτάξει τήν Ταϊβάν. Κατά τήν διάρκειαν τῶν ἑορτῶν τοῦ Σεληνιακοῦ Νέου Ἔτους (Σ.Μ.: Φεβρουάριος 2022) καί τῶν Χειμερινῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, συνέχισε νά ἀποστέλλει στρατιωτικά ἀεροσκάφη, γιά νά ἐκφοβίσει τήν Ταϊβάν. Κατά τήν εἴσοδον τῆς ἀντιπροσωπίας τῆς Ταϊβάν στόν χῶρον τῆς τελετῆς ἐνάρξεως τῶν Χειμερινῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, τά σινικά κρατικά μέσα ἐνημερώσεως τήν ἀνέφεραν, ἀνακριβῶς, ὡς «Κίνα-Ταϊπέι» (Σ.Μ.: «China Taipei». Ταϊπέι εἶναι ἡ πρωτεύουσα τῆς Ταϊβάν), ἐπιδιώκοντα διά μίαν εἰσέτι φοράν τήν πρόκλησιν.
- Ἡ Ταϊβάν δέν πρόκειται νά ἐνδώσει εἰς τίς ἀπειλές τῆς Κίνας, ἐν οὐδεμίᾳ περιπτώσει. Ὅπως προανέφερα, θά ἐνισχύσομε τίς ἀμυντικές μας ἱκανότητες, ἀναλαμβάνοντες τήν εὐθύνην νά διασφαλίσομε τήν ἀσφάλειάν μας καί νά συμβάλομε ἐνεργῶς εἰς τήν περιφερειακήν εἰρήνην καί ἀσφάλειαν.
- Εὐτυχῶς, ἡ διεθνής κοινότης ἔχει ἀναγνωρίσει τήν σημασίαν τῆς εἰρήνης καί τῆς σταθερότητος εἰς τό Στενόν τῆς Ταϊβάν. Τό ζήτημα τοῦ Στενοῦ τῆς Ταϊβάν ἀνεφέρθη περισσότερες ἀπό εἴκοσι (20) φορές στίς Συνόδους Κορυφῆς καί τίς «Δύο σύν Δύο» (2+2) Συναντήσεις Ὑπουργῶν Ἐξωτερικῶν καί Ἀμύνης κατά τό προηγούμενον ἔτος. Ἀπετέλεσε, καί πάλιν, τό ἐπίκεντρον τῆς ἐφετινῆς Συνόδου Κορυφῆς Ἡνωμένων Πολιτειῶν – Ἰαπωνίας, τῆς Συναντήσεως Ἡγετῶν Ἰαπωνίας – Αὐστραλίας καί τῆς Ὑπουργικῆς Συναντήσεως Δύο σύν Δύο (2+2) μεταξύ Ἡνωμένου Βασιλείου καί Αὐστραλίας. Αὐτό δηλοῖ ὅτι ἡ κατάστασις τοῦ Στενοῦ ἔχει καταστεῖ ζήτημα παγκοσμίου ἐνδιαφέροντος, τῆς εἰρήνης καί σταθερότητος στό Στενόν τῆς Ταϊβάν ἀρρήκτως συνδεομένης μετά τῆς εὐημερίας στήν εὐρυτέραν περιοχήν. Ἐλπίζομε ὅτι οἱ δημοκρατικοί ἑταῖροι μας θά συνεχίσουν νά ὑποστηρίζουν τήν Ταϊβάν, νά διαφυλάσσουν τήν ἀσφάλειαν τῆς περιοχῆς Ἰνδο-Ειρηνικοῦ καί νά προστατεύουν τίς κοινές μας ἀξίες.
– Ἡ Πρόεδρος Tsai Ing-wen ἐξησφάλισε μίαν δευτέραν θητείαν εἰς τήν ἐξουσίαν διά τῆς συντριπτικῆς νίκης τῆς κατά τάς ἐκλογάς τοῦ Ἰανουαρίου 2020. Ἡ Κίνα ἐπεχείρησε νά τιμωρήσει οἰκονομικῶς τήν Ταϊβάν. Ταυτοχρόνως, κατέστημεν μάρτυρες μιᾶς προϊούσης πολώσεως τῆς ἐσωτερικῆς πολιτικῆς τῆς Ταϊβάν. Ὡς ἔξωθεν παρατηρητής δέν θά μποροῦσα νά φαντασθῶ ὅτι ὁ λαός τῆς Ταϊβάν θά ἠδύνατο νά παραπλανηθεῖ ἀπό τά διακηρυσσόμενα ὑπό τῆς Κίνας περί «εἰρηνικῆς ἑνοποιήσεως» ἐπί τῇ βάσει τοῦ δόγματος «Μία Χώρα, Δύο Συστήματα», ἰδίως ὑπό τό πρῖσμα τῆς ἐμπειρίας τοῦ Χόγκ-Κόγκ. Ὡστόσο, ὁρισμένοι πολιτικοί, ΜΜΕ καί ἐπιχειρηματικοί παράγοντες ἐντός Ταϊβάν φαίνεται νά ἐπιμένουν στήν «ἐθνικήν ἑνοποίησιν». Ὑφίσταται ἐθνικός διχασμός ἐντός τῆς Ταϊβάν, στήν πολιτικήν σφαῖραν ἀλλά καί μεταξύ τῆς κοινωνίας, σχετικῶς πρός τό ζήτημα τῆς «ἑνοποιήσεως» τῆς Ταϊβάν μετά τῆς ἠπειρωτικῆς Κίνας;
- Τό 1984 ἡ Κίνα (Σ.Μ.: Λαϊκή Δημοκρατία τῆς Κίνας) καί τό Ἡνωμένον Βασίλειον ὑπέγραψαν τήν Σινο-Βρεταννικήν Κοινήν Διακήρυξιν, δεσμευόμενοι ὅπως διασφαλίσουν ὅτι τό πλαίσιον «Μία Χώρα, Δύο Συστήματα», τό προβλεφθέν διά τό Χόγκ-Κόγκ [Hong-Kong], θά «παρέμενε ἀμετάβλητον ἐπί πεντήκοντα (50) ἔτη» (Σ.Μ.: «One Country, Two Systems», ἤγουν «Μία Χώρα, Δύο [Πολιτικοκοινωνικά] Συστήματα»: ἡ θεμελιώδης ἀρχή, ἡ ὁποία, κατά τά συμπεφωνημένα μεταξύ Λονδίνου καί Πεκίνου, θά ἔδει ὅπως διέπει τό ἡμιαυτόνομον καθεστώς τοῦ Χόγκ-Κόγκ, μετά τήν ἐνσωμάτωσιν τῆς πάλαι ποτέ βρεταννικῆς ἀποικίας εἰς τήν ἐπικράτειαν τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας.) Πλήν ὅμως, τό 2020, ἡ Κίνα ἐπέβαλε τόν Νόμον περί Ἐθνικῆς Ἀσφαλείας εἰς τό Χογκ-Κογκ, καί τό 2021 τό ἐκλογικόν σύστημα τοῦ Χόγκ-Κόγκ μετεβλήθη. Εἰσήχθη τό ἀποκαλούμενον σύστημα «Διακυβερνήσεως τοῦ Χόγκ-Κόγκ ὑπό τῶν πατριωτῶν», τό ὁποῖον ὄχι μόνον κατέστρεψεν τήν ἐλευθερίαν ἐκφράσεως καί τήν δικαστικήν ἀνεξαρτησίαν ἀλλ’ ἐπέτρεψεν, ἐπίσης, τήν αὐθαίρετον σύλληψιν ἀκτιβιστῶν ὑπέρ τῆς δημοκρατίας καί ἐπαγγελματιῶν δημοσιογράφων εἰς τό Χόγκ-Κόγκ. Στό σημερινόν Νομοθετικόν Συμβούλιον τοῦ Χόγκ-Κόγκ δέν κάθηνται, πλέον, μέλη φίλα προσκείμενα στήν δημοκρατίαν, ἡ δέ ἐκπαίδευσις καί ἡ πολιτική πολιτισμοῦ τοῦ Χόγκ-Κόγκ ὑπόκεινται εἰς πλήρη ἀναθεώρησιν καί ἔλεγχον ὑπό τῆς αὐταρχικῆς Κυβερνήσεως τῆς Κίνας καί τῶν ἐκπροσώπων της εἰς Χόγκ-Κόγκ. Τοῦτο παρέσχε στόν λαόν τῆς Ταϊβάν μίαν σαφῆ εἰκόνα τῆς κακοβούλου φύσεως τοῦ δικτατορικοῦ καθεστῶτος τῆς Κίνας –τῆς ἀναξιοπιστίας του καί τῆς καταστολῆς τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, τῆς δημοκρατίας καί τῆς ἐλευθερίας.
- Κατά τήν διάρκειαν ὁμιλίας του, ἀπό Ὀκτωβρίου 2021, ἐπί τῷ ἑορτασμῷ τῆς ἐπετείου τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ Xinhai τοῦ 1911 (Σ.Μ.: Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ Σινχάι ῆτο ἡ ἐπανάστασις τῶν ἐθνικιστῶν, ἡ ὁποία κατέλυσε τήν τελευταίαν σινικήν αὐτοκρατορικήν δυναστείαν τῶν Qing καί ἐγκαθίδρυσε τήν Δημοκρατίαν τῆς Κίνας. Ἡ ἐπέτειος τῆς ἐπαναστάσεως εἶναι ἡ ἐθνική ἑορτή τῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας, ἤτοι τῆς Ταϊβάν, ἀλλ’ ἑορτάζεται λαμπρῶς καί ὑπό τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Κίνας, ἡ ὁποία θεωρεῖ τήν μετέπειτα ἐπελθοῦσαν κομμουνιστικήν ἐπανάστασιν ὡς συνέχειαν καί ὁλοκλήρωσιν ἐκείνης τοῦ 1911), ὁ [Πρόεδρος τῆς ΛΔΚ] Xi Jinping ἐπανέλαβε ὅτι μία πολιτική «εἰρηνικῆς ἐπανενώσεως» καί ἕνα πλαίσιον τοῦ τύπου «Μία Χώρα, Δύο Συστήματα» θά ἐπεκρατοῦσαν, πρός προώθησιν τῆς εἰρηνικῆς ἀναπτύξεως τῶν σχέσεων μεταξύ Κίνας καί Ταϊβάν. Ἐν τούτοις, ἡ Κίνα ἀνεβάθμισε οὐσιωδῶς τήν ἔντασιν τόσον τῆς ἐπιθετικῆς ρητορικῆς της ὅσον καί τοῦ στρατιωτικοῦ ἐκφοβισμοῦ τῆς Ταϊβάν. Παρεμπόδισε δολίως τήν ἐνσωμάτωσιν τῆς Ταϊβάν στήν διεθνῆ κοινότηταν. Τά στρατιωτικά ἀεροσκάφη καί τά πολεμικά σκάφη της ἔχουν ἐνεργοτέραν παρουσίαν στά ὕδατα καί τόν ἐναέριον χῶρον τῆς Ἀνατολικῆς καί τῆς Νοτίου Σινικῆς Θαλάσσης καί πέριξ τῆς Ταϊβάν. Διαταράσσει ἐσκεμμένως τήν διεθνῆ ἔννομον τάξιν. Παρόμοιες προκλητικές ἐνέργειες ἔχουν προκαλέσει ὑψηλόν ἐπίπεδον ἀνησυχίας μεταξύ τῆς διεθνοῦς κοινότητος.
- Ἡ Ταϊβάν διαθέτει δημοκρατικόν πολίτευμα. Διατηροῦμε καί προστατεύομε τίς ἐλευθερίες μας –ἡ κοινωνία μας ἔχει ὠφεληθεῖ ὑπό τῆς πλουραλιστικῆς ἀναπτύξεως– καί οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ἐκφράζουν διαφορετικές ἀπόψεις σχετικῶς πρός τά ζητήματα τῶν σχέσεων μετά τῆς Κίνας. Ἡ Κίνα [ἀφ’ ἑτέρου] ἔχει καταπατήσει τήν δημοκρατίαν καί τά ἀνθρώπινα δικαιώματα εἰς Χόγκ-Κόγκ καί ἔχει θέσει εἰς τό στόχαστρον τήν Ταϊβάν, διά πολεμικῆς ρητορικῆς καί ἐκτοξεύσεως ἀπειλῶν. Αὐτές οἱ ἐνέργειες εἶναι ἀντίθετες μέ τήν προπαγάνδα της περί «Μιᾶς Χώρας, Δύο Συστημάτων» καί περί «εἰρηνικῆς ἑνοποιήσεως»-ψεύδη κατασκευασθέντα, ἀποσκοποῦντα στήν προσάρτησιν τῆς Ταϊβάν. Ὁ λαός μας ἔχει βαθεῖαν συναίσθησιν τούτου καί διαθέτει σαφήν ἀντίληψιν τοῦ θέματος. Συμφώνως πρός τό πόρισμα ἐρεύνης τοῦ Συμβουλίου Ὑποθέσεων τῆς Ἠπειρωτικῆς Χώρας (Σ.Μ.: «Mainland Affairs Council», θεσμός τῆς Ταϊβάν, πού ἐρευνᾶ καί ἀσχολεῖται ἐπισταμένως μέ τίς σχέσεις τοῦ νησιωτικοῦ κράτους μέ τήν ἠπειρωτικήν Κίναν), ἀπό Νοεμβρίου 2021, ποσοστόν τῆς τάξεως τοῦ 85,6% τῶν κατοίκων ἦσαν ἀντίθετοι πρός τό δόγμα «Μία Χώρα, Δύο Συστήματα», ἐνῶ ποσοστόν 77,7% συνεφώνησε μέ τό ἀντικειμενικόν γεγονός ὅτι οὔτε ἡ Ταϊβάν οὔτε ἡ Κίνα ὑποτάσσονται ἡ μία στήν ἄλλην –ὅπερ ἀποτελεῖ τό status quo στό Στενόν τῆς Ταϊβάν. Ἄρα, ἡ «ἑνοποίησις» εἶναι ἀπαράδεκτος διά τήν πλειοψηφίαν τοῦ λαοῦ τῆς Ταϊβάν. Ἡ εὐρυτάτη συναίνεσις μεταξύ τοῦ λαοῦ τῆς Ταϊβάν, ἀνεξαρτήτως ἐθνοτικοῦ ὑποβάθρου ἤ πολιτικῶν πεποιθήσεων, εἶναι ἡ κατηγορηματική ἄρνησις ἀποδοχῆς τῆς ὁλοκληρωτικῆς, δικτατορικῆς διακυβερνήσεως τῆς Κίνας.
** Ὁ κ. Ἠλίας Ἠλιόπουλος εἶναι Ἱστορικός-Διδάκτωρ (Dr. phil) τοῦ Λουδοβικείου-Μαξιμιλιανείου Πανεπιστημίου Μονάχου. Διετέλεσε Καθηγητής τῆς Σχολῆς Ἐθνικῆς Ἀμύνης, τῆς Ναυτικῆς Σχολῆς Πολέμου καί τοῦ Ἀμερικανικοῦ Κολλεγίου Ἑλλάδος καθώς καί Διευθυντής τοῦ Τμήματος Πολιτικῶν καί Στρατηγικῶν Σπουδῶν καί Καθηγητής τῆς Ἕδρας Πολιτικῶν καί Στρατηγικῶν Σπουδῶν τῆς Σχολῆς Πολέμου Βαλτικῆς. Σήμερα διδάσκει στό Τμῆμα Τουρκικῶν καί Ἀσιατικῶν Σπουδῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.