Ἀλλάζει ὁ ὁρισμός τῆς «δωροληψίας» καί τῆς «δωροδοκίας» – Στό στόχαστρο προϊστάμενοι πού κάνουν τά «στραβά μάτια» καί δικαστικοί λειτουργοί διεθνῶν ὀργανισμῶν – Τιμωρεῖται ἡ ὑποτροπή ἀλλοδαπῶν πού διέπραξαν ἐγκλήματα μετά τήν ἔκτιση τῆς ποινῆς μέ ἀπομάκρυνση ἀπό τήν χώρα ἕως δέκα ἔτη – Ἀλλαγές καί γιά τίς ἐγκληματικές ὀργανώσεις
ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΑΣΗ γιά τούς μετανάστες καί γενικῶς τούς πολῖτες τρίτων χωρῶν πού καταδικάζονται γιά ἐγκλήματα τά ὁποῖα διέπραξαν στήν Ἑλλάδα, προβλέπει τό νομοσχέδιο γιά τίς παρεμβάσεις στόν Ποινικό Κώδικα, τό ὁποῖο ἔχει τεθεῖ σέ δημοσία διαβούλευση καί τό ὁποῖο προβλέπει ρητῶς κάποια θέματα πού ἔπρεπε νά εἶναι αὐτονόητα. Δέν μπορεῖ νά ἐπιτρέπεται νά παραμένει στήν χώρα ἀλλοδαπός πού διέπραξε ἐγκλήματα μετά τήν ἔκτιση τῆς ποινῆς του.
Συγκεκριμένως, τό νομοσχέδιο ἀναφέρει ὅτι «τό δικαστήριο, ἀνεξάρτητα ἀπό τυχόν συντρέχουσα διοικητική διαδικασία σύμφωνα μέ τόν Κώδικα Μετανάστευσης, μπορεῖ νά διατάξει τήν ἀπέλαση κάθε ἀλλοδαποῦ (πολίτη τρίτης χώρας ἤ κράτους-μέλους τῆς ΕΕ) πού καταδικάσθηκε σέ κάθειρξη τοὐλάχιστον ἕξι (6) ἐτῶν» ἐάν κρίνει «ὅτι ἡ παραμονή του στήν χώρα δέν συμβιβάζεται πρός τούς ὅρους τῆς κοινωνικῆς συμβίωσης, λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψη ἰδίως τό εἶδος τοῦ ἐγκλήματος γιά τό ὁποῖο καταδικάσθηκε, τό βαθμό τῆς ὑπαιτιότητάς του, τίς εἰδικές συνθῆκες τέλεσης τῆς πράξης, τίς συνέπειες αὐτῆς, τόν χρόνο παραμονῆς του στό ἑλληνικό ἔδαφος, τή νομιμότητα ἤ μή τῆς παραμονῆς του, τήν ἐν γένει συμπεριφορά, τόν ἐπαγγελματικό προσανατολισμό, τήν ὕπαρξη οἰκογένειας καί γενικότερα τόν βαθμό ἔνταξης αὐτοῦ στήν ἑλληνική κοινωνία, καθώς καί τόν βαθμό ἐπικινδυνότητας γιά τή δημόσια ἀσφάλεια.»
Καί παρακάτω ὁρίζεται ἐλαχίστη περίοδος ἐπανεισόδου στήν χώρα πέντε ἤ δέκα ἐτῶν: «Τό δικαστήριο πού ἀποφασίζει τήν ἀπέλαση τοῦ ἀλλοδαποῦ δράστη ἐπιβάλλει σέ αὐτόν ἀπαγόρευση ἐπανεισόδου στή χώρα γιά χρονικό διάστημα τοὐλάχιστον δέκα (10) ἐτῶν ἄν εἶναι πολίτης τρίτης χώρας καί τοὐλάχιστον πέντε (5) ἐτῶν ἄν εἶναι πολίτης κράτους μέλους τῆς ΕΕ». Τίθεται βεβαίως τό ἐρώτημα πῶς θά ἀπαγορευθεῖ ἡ εἴσοδος σέ ἕναν πολίτη χώρας μέλους τῆς ζώνης Σένγκεν πού κινεῖται ἀπό τήν μία χώρα στήν ἄλλη, χωρίς ὑποχρέωση νά περνᾶ ἀπό ἔλεγχο ταυτότητος ἤ διαβατηρίου.
Τέλος, προβλέπονται τά ἀκόλουθα: «Ἄν ἡ ἀπέλαση εἶναι ἐφικτή, ἐκτελεῖται ἀμέσως μετά τήν ὑφ’ ὅρον ἀπόλυση ἤ τήν ἔκτιση τῆς ποινῆς τοῦ κρατουμένου». Ὑπάρχουν ἄραγε λόγοι γιά τούς ὁποίους δέν θά ἦταν ἐφικτή ἡ ἄμεσος ἀπέλασις ἑνός ἐγκληματίου; Τό συγκεκριμένο ἐδάφιο χρήζει περαιτέρω διευκρινήσεων. Ἀκόμη, διά τοῦ νομοσχεδίου, προβλέπεται περιορισμός τῆς ἀνασταλτικῆς δυνατότητος τῆς ἐφέσεως ἐπί πρωτοδίκων ἀποφάσεων γιά ἀδικήματα ἐγκληματικῆς ὀργανώσεως. Ἡ διάταξις αὐτή προφανῶς συνετάγη μετά τίς γνωστές καταδίκες στελεχῶν τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς γιά τέτοια ἀδικήματα. Ἀνεφέρετο συγκεκριμένως: «Στίς περιπτώσεις καταδίκης γιά τό ἀδίκημα τῆς ἐγκληματικῆς ὀργανώσεως “ἡ ποινή δέν ἀναστέλλεται οὔτε μετατρέπεται μέ κανέναν τρόπο. Τυχόν ἀσκηθεῖσα ἔφεση δέν ἔχει ἀναστέλλουσα ἰσχύ” ἐκτός “ἄν τό δικαστήριο κρίνει μέ εἰδική αἰτιολογία ὅτι πρέπει νά χορηγηθεῖ ἡ ἀνασταλτική δύναμη τῆς ἔφεσης. Στήν τελευταία περίπτωση ἐπιβάλλονται ὑποχρεωτικά οἱ κατάλληλοι περιοριστικοί ὅροι”».
Αὐστηρές ποινές προβλέπονται ἐξ ἄλλου γιά τίς περιπτώσεις δωροδοκίας καί δωροληψίας ὑπαλλήλων τοῦ Κράτους. Μέ ποινές τριῶν ἕως δέκα ἐτῶν τιμωροῦνται οἱ ὑπάλληλοι πού ἀποδέχονται τήν δωροδοκία, ἐνῷ γιά αὐτόν πού δωροδοκεῖ προβλέπεται ποινή καθείρξεως ἕως ὀκτώ ἐτῶν.
Εἰδικώτερα ἀναφέρεται: «Ὑπάλληλος ὁ ὁποῖος ζητεῖ ἤ λαμβάνει, ἄμεσα ἤ μέσῳ τρίτου, γιά τόν ἑαυτό του ἤ γιά ἄλλον, ὁποιασδήποτε φύσης ἀθέμιτο ὠφέλημα ἀνεξαρτήτως ἀξίας, ἤ ἀποδέχεται τήν ὑπόσχεση παροχῆς τέτοιου ὠφελήματος, γιά ἐνέργεια ἤ παράλειψή του σέ σχέση μέ τήν ἄσκηση τῶν καθηκόντων του, μελλοντική ἤ ἤδη τελειωμένη, τιμωρεῖται μέ φυλάκιση καί χρηματική ποινή.
Ἄν ὁ ὑπαίτιος τελεῖ τήν πράξη τοῦ προηγούμενου ἐδαφίου κατ’ ἐπάγγελμα τιμωρεῖται μέ φυλάκιση τοὐλάχιστον τριῶν (3) ἐτῶν καί χρηματική ποινή. Ἄν ἡ ὡς ἄνω ἐνέργεια ἤ παράλειψη τοῦ ὑπαιτίου ἀντίκειται στά καθήκοντά του, τιμωρεῖται μέ κάθειρξη ἕως δέκα (10) ἔτη καί χρηματική ποινή. Ἄν ὁ ὑπαίτιος τελεῖ τήν πράξη τοῦ προηγούμενου ἐδαφίου κατ’ ἐπάγγελμα, τιμωρεῖται μέ κάθειρξη καί χρηματική ποινή ἕως χίλιες (1.000) ἡμερήσιες μονάδες».
Ποινές προβλέπονται γιά προϊσταμένους καί ἐν γένει ὑπευθύνους ἀκόμη γιά ἀμέλεια πού ἐπέτρεψε δωροδοκία: «Προϊστάμενοι ὑπηρεσιῶν ἤ ἐπιθεωρητές ἤ πρόσωπα πού ἔχουν τήν ἐξουσία λήψης ἀποφάσεων ἤ ἐλέγχου σέ ὑπηρεσίες τοῦ Δημοσίου, τῶν ὀργανισμῶν τοπικῆς αὐτοδιοίκησης καί τῶν νομικῶν προσώπων δημοσίου δικαίου τιμωροῦνται μέ φυλάκιση ἕως τρία (3) ἔτη ἤ χρηματική ποινή, ἐφ’ ὅσον ἡ πράξη δέν τιμωρεῖται βαρύτερα ἀπό ἄλλη ποινική διάταξη, ἄν μέ παράβαση συγκεκριμένου ὑπηρεσιακοῦ καθήκοντος δέν ἀπέτρεψαν ἀπό ἀμέλεια πρόσωπο πού τελεῖ ὑπό τίς ἐντολές τους ἤ ὑπόκειται στόν ἔλεγχό τους ἀπό τήν τέλεση πράξης τῶν προηγούμενων παραγράφων».
Ἐξ ἄλλου τιμωρεῖται: «Ὅποιος προσφέρει, ὑπόσχεται ἤ παρέχει σέ ὑπάλληλο, ἄμεσα ἤ μέσῳ τρίτου, ὁποιασδήποτε φύσης ἀθέμιτο ὠφέλημα ἀνεξαρτήτως ἀξίας, γιά τόν ἑαυτό του ἤ γιά ἄλλον, γιά ἐνέργεια ἤ παράλειψη τοῦ ὑπαλλήλου σέ σχέση μέ τήν ἄσκηση τῶν καθηκόντων του, μελλοντική ἤ ἤδη τελειωμένη, τιμωρεῖται μέ φυλάκιση καί χρηματική ποινή. Ἄν ἡ ὡς ἄνω ἐνέργεια ἤ παράλειψη ἀντίκειται στά καθήκοντα τοῦ ὑπαλλήλου, ὁ ὑπαίτιος τιμωρεῖται μέ κάθειρξη ἕως ὀκτώ (8) ἔτη καί χρηματική ποινή».
»Οἱ ἴδιες διατάξεις ἰσχύουν καί ὅταν οἱ πράξεις τελοῦνται ἀπό ὑπαλλήλους πού ὑπηρετοῦν σέ διεθνεῖς ὀργανισμούς. Προσδιορίζεται λοιπόν ὅτι ἐφαρμόζονται καί γιά: α) λειτουργούς ἤ ἄλλους ὑπαλλήλους μέ ὁποιαδήποτε συμβατική σχέση ὀργάνου ἤ ὀργανισμοῦ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης καί κάθε δημόσιου διεθνοῦς ἤ ὑπερεθνικοῦ ὀργανισμοῦ ἤ φορέα ἀνεξαρτήτως ἄν ἑδρεύει στήν Ἑλλάδα ἤ ἡ Ἑλλάδα εἶναι μέλος, καθώς καί πρός κάθε πρόσωπο, ἀποσπασμένο ἤ ὄχι, πού ἐκτελεῖ καθήκοντα τά ὁποῖα ἀντιστοιχοῦν σέ αὐτά πού ἐκτελοῦν οἱ λειτουργοί ἤ ἄλλοι ὑπάλληλοι ἤ β) ὁποιοδήποτε πρόσωπο πού ἀσκεῖ δημόσιο λειτούργημα ἤ ὑπηρεσία γιά ξένη χώρα».
Μέ τό νομοσχέδιο μάλιστα προβλέπεται καί ἐπέκτασις τοῦ ἀξιοποίνου σέ δικαστές πού εἶναι ἀποσπασμένοι σέ διεθνεῖς ὀργανισμούς. Ἡ σχετική διάταξις διαμορφώνεται ὡς ἀκολούθως: «Οἱ διατάξεις τῶν προηγούμενων παραγράφων ἐφαρμόζονται καί ὅταν οἱ πράξεις τελοῦνται: α) ἀπό ἤ πρός μέλη τοῦ Δικαστηρίου ἤ τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, β) ἀπό ἤ πρός ὅσους ἀσκοῦν δικαστικά καθήκοντα ἤ καθήκοντα διαιτητῆ σέ διεθνῆ δικαστήρια τῶν ὁποίων ἡ δικαιοδοσία εἶναι ἀποδεκτή ἀπό τήν Ἑλλάδα ἤ γ) πρός δικαστές, ἐνόρκους ἤ διαιτητές ἄλλων κρατῶν σχετικά μέ τήν ἄσκηση τῶν δικαστικῶν τους καθηκόντων, δ) πρός δικαστές πού εἶναι ἀποσπασμένοι σέ ἑνωσιακούς ἤ διεθνεῖς ὀργανισμούς ἤ ὄργανα. Στίς περιπτώσεις αὐτές οἱ ἑλληνικοί ποινικοί νόμοι ἐφαρμόζονται καί ὅταν ἡ πράξη τελεῖται στήν ἀλλοδαπή ἀπό ἤ πρός ἡμεδαπό, ἀκόμα κι ἄν δέν εἶναι ἀξιόποινη κατά τούς νόμους τῆς χώρας ὅπου τελέστηκε».