Αυξημένη πιθανότης πολεμικής συρράξεως στην Μεσόγειο

Η ομιλία-παρέμβασις του πρώην ΥΠΕΞ της Κύπρου Ιωάννη Κασουλίδη στην Κίνηση Πολιτών

ΤΗΝ ομιλία-παρέμβαση του πρώην υπουργού Εξωτερικών της Κύπρου Ιωάννη Κασουλίδη σε εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών, η οποία επρόκειτο να γίνει αλλά ανεβλήθη λόγω κορωνοϊού στις αρχές Μαρτίου στο Μέγαρο Μουσικής δημοσιεύει σήμερα αποκλειστικώς η “Εστία”. Αν και ο πρώην υπουργός θεωρεί πως χρειάζεται «επικαιροποίηση», εμείς την θεωρούμε συγκλονιστικά επίκαιρη. Η πρόσφατη τουρκολιβυκή άσκησις, οι δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Αμύνης για τα νησιά μας, η μετάβασις του Μπαρμπαρός στην Κυπριακή ΑΟΖ, δείχνουν πως η πανδημία δεν άλλαξε τις προτεραιότητες Ερντογάν. Κατά τούτο ο κ. Κασουλίδης είναι εντυπωσιακά ακριβής!

Η ομιλία του στην Κίνηση Πολιτών του πρέσβεως Ιωάννη Ζέπου έχει ως εξής:

“Ήμουν μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όταν έλαβα τηλεφώνημα από τον κ. Ζέπο ο οποίος ήταν Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Μου ζήτησε να συναντηθούμε στο Γραφείο του, στην έδρα της Βορειο- Ατλαντικής Συμμαχίας. Κατά την συνάντηση,μου εξέφρασε την αγωνία του γιατί η Κύπρος ήταν εντελώς ανύπαρκτη στους κόλπους του ΝΑΤΟ φυσικά, αλλά και γενικότερα, κάτι που αποτελούσε πλήγμα στο κύρος και την υπόληψη της. Ήταν η εποχή που είχε παραλύσει ο προτεινόμενος πολιτικός διάλογος ΝΑΤΟ-ΕΕ γιατί η ΕΕ δεν δεχόταν διάλογο στον οποίο δεν θα συμμετείχαν όλα τα μέλη της και η Τουρκία δεν δεχόταν την πραγματοποίηση τέτοιου διαλόγου εάν παρίστατο η Κύπρος. Η πραγματοποίηση του διαλόγου ήταν σημαντική και για τις δύο πλευρές για λόγους συντονισμού σε θέματα όπως το Αφγανιστάν κ.α. Όλοι γνώριζαν ότι την ευθύνη φέρει η Τουρκία αλλά στην ουσία το κώλυμα ήταν η Κύπρος και το Κυπριακό πρόβλημα. Τις ίδιες διαπιστώσεις με τον Πρέσβη κ. Ζέπο είχα και εγώ.

Με την εκλογή του Προέδρου Αναστασιάδη πληροφορήσαμε όλες τις χώρες Κ-Μ του ΝΑΤΟ για την ετοιμότητα μας να ενταχθούμε στο πρόγραμμα Συνεταιρισμός για την Ειρήνη. Προσκρούσαμε στο βέτο της Τουρκίας και στη συμβουλή του Τζιών Κέρυ να περιμένουμε. Στα συμβούλια της ΕΕ μεριμνήσαμε να διευκολύνουμε τις σχέσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ.

Η Εξωτερική πολιτική της Κύπρου έπρεπε να αναδιαρθρωθεί και να αναβαθμιστεί. Μια εξωτερική πολιτική που περιστρέφεται κυρίως γύρω από το Κυπριακό μετά από παρέλευση δεκαετιών έχει κουράσει, είναι μια φοβική πολιτική που παρεμποδίζει την Κύπρο από του να συμμετέχει σε πολλά άλλα δρώμενα στη περιοχή μας και στον κόσμο και να εμφανίζεται και αυτή χρήσιμη σε εκείνους από τους οποίους ζητά την στήριξη όσο αφορά το Κυπριακό. Σίγουρα η προάσπιση της διεθνούς οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας πρέπει να παραμένει σε επαγρύπνηση αλλά δεν χρειάζεται να καταλαμβάνει το σύνολο των ενεργειών του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η γεωγραφία παίζει πάντα πρωταρχικό ρόλο στην διαμόρφωση εξωτερικής πολιτικής. Σαν Κ-Μ της ΕΕ όλοι γνωρίζουμε τι θα θέλαμε να μας προσφέρει η ΕΕ. Πρέπει όμως να προσφέρουμε και εμείς στην ΕΕ, πέραν από την ιδιότητα του αξιόπιστου και νομοταγούς εταίρου. Οι σχέσεις μας με τις χώρες της περιοχής μας ήσαν πάντοτε καλές αλλά ήσαν τυπικές. Μια εμβάθυνση των σχέσεων μας με τους άμεσους γείτονες μας, μια εμβάθυνση της γνώσης μας για όλα όσα συμβαίνουν στην γειτονιά μας, της πιο εύφλεκτης περιοχής του πλανήτη, καθορίστηκε σαν ο στόχoς της συμβολής μας ως προστιθέμενη αξία στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ. Αυτός εξακολουθεί πιστεύω να είναι ο στόχος και όχι η αντίπραξη προς την Τουρκία όπως προφασίζεται η ίδια και όπως πέρασε από το μυαλό κάποιων.

Το ίδιο πιστεύω ότι συμβαίνει και με την Ελλάδα. Η επόμενη μετά από εμάς σε εγγύτητα χώρα της ΕΕ στη Μέση Ανατολή, χώρα της Ανατολικής Μεσογείου, χώρα με παραδοσιακές ιστορικές σχέσεις με τον Αραβικό κόσμο η οποία βελτιώνει και αυτή τις σχέσεις της με το Ισραήλ.

Πράγματι στα Συμβούλια της ΕΕ η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν συμβάλει σημαντικά για την διαμόρφωση μιας πολιτικής της ΕΕ με περισσότερη κατανόηση και λιγότερο πατερναλισμό προς τις χώρες αυτής της γειτονιάς της Ευρώπης, τόσο απαραίτητη για τη σταθερότητα της ίδιας της Ευρώπης για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και το μεταναστευτικό. Σε αντιστάθμισμα Αίγυπτος, Ιορδανία, Λίβανος, ΗΑΕ και τώρα Σαουδική Αραβία σταμάτησαν τον περίπατο της Τουρκίας στους κόλπους του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας για το Κυπριακό και την Θράκη.

Η ιδέα των τριμερών συνεργασιών γεννήθηκε στην Αίγυπτο. Μετά την ανατροπή του Προέδρου Μόρσι, επέλεξα ότι έπρεπε να πάω χωρίς καθυστέρηση στην Αίγυπτο για συνεννόηση και στήριξη της νέας Αιγυπτιακής Κυβέρνησης. Η επιρροή της Τουρκίας στη διακυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων ήταν πασιφανής και στην Αιγυπτιακή Βουλή ξεκίνησαν κινήσεις για καταγγελία της συμφωνίας Κύπρου-Αιγύπτου που οριοθέτησε την μέση γραμμή ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών. Αρχές Ιουλίου ήταν η ανατροπή Μόρσι. Δεν ήταν πραξικόπημα όπως ισχυρίστηκαν πολλοί. Οι χώρες μας έχουν εμπειρία από πραξικοπήματα. Ποτέ δεν έχει παρατηρηθεί όμως σε πραξικοπήματα, να βρίσκονται στους δρόμους εκατομμύρια πολίτες, σε όλες τις μεγάλες Αιγυπτιακές πόλεις και να υποστηρίζουν ως λαοπρόβλητη την ανατροπή Μόρσι από τον στρατό. Τρείς Ιουλίου έγινε η ανατροπή Μόρσι, τρεις Σεπτεμβρίου ήμουν στο Κάιρο και στις πέντε Σεπτεμβρίου αναμένετο η επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας κ. Ευάγγελου Βενιζέλου. Ο Αιγύπτιος Υπουργός Εξωτερικών μου πρότεινε μια πιο συστηματική συνεργασία μεταξύ της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αιγύπτου. Απάντησα εκ μέρους της Κύπρου θετικά και εισηγήθηκα να θέσει το θέμα και στον κ Βενιζέλο κατά την επίσκεψη του που ακολουθούσε. Ασφαλώς ενημέρωσα αμέσως τηλεφωνικώς τον ΥΠεξ της Ελλάδας.

Συμφωνήθηκε να γίνει μια πρώτη συνάντηση των τριών Υπουργών στην Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γ.Σ. του ΟΗΕ στο οίκημα της Αιγυπτιακής Αντιπροσωπείας. Στη πρώτη αυτή συνάντηση ανασκοπήσαμε όλα τα θέματα που αφορούν την περιοχή μας και εκδώσαμε κοινό ανακοινωθέν. Η τριμερής συνεργασία με την Αίγυπτο πήρε μια εξελικτική πορεία, επεκτάθηκε σε πολλούς τομείς, όπως την γνωρίζετε.Το Κράτος του Ισραήλ ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το παράδειγμα της Αιγύπτου, και πρότεινε μια αντίστοιχη συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο. Στη συνέχεια προτείναμε μια τρίτη τριμερή συνεργασία με την Ιορδανία και βρίσκονται καθ’ οδόν συνεργασία με τον Λίβανο και την Παλαιστίνη. Ιδιαίτερα με την Παλαιστίνη εξηγηθήκαμε με το Ισραήλ πού στεκόμαστε, όσο αφορά τις παραδοσιακές σχέσεις μας με βάση την αρχή ότι οι σχέσεις με άλλους λαούς δεν αποτελούν μηδενικό άθροισμα (not a zero sum game).

Με αυτό το ιστορικό των τριμερών συνεργασιών επιθυμώ να ξεκαθαρίσω τα ακόλουθα:

1ον. Δεν πρόκειται περί συμμαχιών. Κάποιοι από την Αντιπολίτευση στην Κύπρο διερωτήθηκαν γιατί οι χώρες της συνεργασίας μας δεν έσπευσαν, στρατιωτικά να βοηθήσουν την Κύπρο όταν ο Τουρκικός στόλος παρεμπόδισε την γεώτρηση στο οικόπεδο Τρία της Κυπριακής ΑΟΖ ή στη συνέχεια με τις κατάφορες και αυθαίρετες γεωτρήσεις της Τουρκίας εντός της Κυπριακής ΑΟΖ. Το ερώτημα απαντάται με ένα άλλο ερώτημα. Είμαστε οι Κύπριο έτοιμοι να στείλουμε ένα άγημα στο Ισραήλ για παράδειγμα, για να ενισχύσουμε το Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας ή για την αντιμετώπιση της Χισμπολλάχ; Ή ένα αστυνομικό άγημα στο βόρειο τμήμα της Χερσονήσου του Σινά για να αντιμετωπίσουμε την εκεί τρομοκρατία; Η απάντηση είναι αυτονόητη.

2ον. Όλες οι σύνοδοι κορυφής όλων των τριμερών διακηρύσσουν ότι οι δραστηριότητες τους δεν στρέφονται εναντίον οποιασδήποτε τρίτης χώρας. Η Τουρκία όμως προφασίζεται ότι οι τριμερείς σκοπεύουν στον αποκλεισμό της από την Ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς με αυτή τη θέση συμπαρασύρονται και κάποιοι στην Κύπρο και στην Ελλάδα με το επιχείρημα ότι η οργή της Τουρκίας έχει περιπλέξει και το Κυπριακό και τα θέματα του Αιγαίου. Ας υποθέσουμε ότι λύθηκε το Κυπριακό ή ότι δεν υπήρχε Κυπριακό ή Αιγαίο. Με ποια άλλα Κράτη της Ανατολικής Μεσογείου θα μπορούσε να συνεννοηθεί η Τουρκία για να διαμοιράσουν την Ανατολική Μεσόγειο; Η εξωτερική πολιτική της του πολιτικού Ισλάμ και η πολιτική της νοσταλγίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πουεχθρεύεται την Αίγυπτο και υπονομεύει δια της στήριξης των κινημάτων των Αδελφών Μουσουλμάνων τις Μοναρχίες του Αραβικής Χερσονήσου και της Ιορδανίας, ενώ αυτόματη είναι στήριξη της προς την προσωρινή Κυβέρνηση της Λιβύης που στηρίζεται από τα Ισλαμιστικά καπετανάτα της χώρας αυτής. Μήπως μπορεί να συνεργαστεί με το Ισραήλ με το αφήγημα της που φτάνει στα όρια του αντισημιτισμού και στηρίζει την Χαμάς; Μήπως με τη Συρία που εισέβαλε στη χώρα της; Παρ’ όλες τις λυκοφιλίες με το Σιιτικό Ιράν μήπως τυγχάνει της εμπιστοσύνης των χωρών ή οργανώσεων που κατευθύνονται από αυτό; Για την απομόνωση της από όλες της χώρες της περιοχής, πλην Κατάρ, η Τουρκία δεν μπορεί μέμφεται κανένα άλλο παρά μόνο τον εαυτό της.

3ον. Επιθυμώ να θίξω και ένα λεπτό ζήτημα που με λύπησε ιδιαίτερα. Διάβασα κάποια άρθρα στον Ελλαδικό τύπο, τα οποία δεν θα λάμβανα υπ’ όψη εκτός από ένα δύο που υπογράφονται από πρόσωπα για τα οποία τρέφω μεγάλη εκτίμηση. Γράφτηκε λοιπόν ότι η Ελλάδα σύρθηκε από την Κύπρο στην πολιτική των τριμερών που οδήγησαν την Τουρκία στο να ανοίξει θέματα στο Αιγαίο που μέχρι σήμερα λαθροβίωναν. Κατά την πρώτη συνάντηση μας με όλους τους Υπουργούς Εξωτερικών της Ελλάδας στα πέντε χρόνια που ήμουν Υπουργός Εξωτερικών, η πρώτη μου αναφορά ήταν, ότι για την Κύπρο Εθνικό Κέντρο είναι η Αθήνα. Όλα τα εθνικά θέματα του Ελληνισμού είναι και δικά μας θέματα. Πλήρης συνταύτιση και στο Αιγαίο και στα Βαλκάνια. Στο μεταναστευτικό για παράδειγμα, για τις ειδικές συμφωνίες ΕΕ-Τουρκίας για αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών η Κύπρος στήριξε, έστω και αν εμάς η ροή στην Κύπρο κατευθύνεται από την Τουρκία. Δεν περιπλέξαμε το θέμα που ήταν τόσο σημαντικό και επείγον για την Ελλάδα. Υπενθυμίζω ότι την πολιτική της Ελλάδας για τις τριμερείς τις προχώρησαν με τον ίδιο ενθουσιασμό τρεις διαδοχικές Ελληνικές Κυβερνήσεις, Σαμαρά, Τσίπρα και Μητσοτάκη. Τις παρασύραμε και τις τρείς; Η πολιτική της Τουρκίας για το Αιγαίο χρονολογείται από την εποχή της Συνθήκης της Λωζάννης και πάλεψε στα Η.Ε από τις πρώτες συνάξεις για τη συνομολόγηση της Συνθήκης για Δίκαιο της θάλασσας να κερδίσει την θέση ότι τα νησιά δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδα. Όταν απέτυχε αρνήθηκε να γίνει συμβαλλόμενο μέρος.

Στην αναβάθμιση της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου επιδιώχθηκε και μια δεύτερη συνιστώσα. Η συστηματική βελτίωση των διμερών μας σχέσεων και με τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Με τη Ρωσσία οι σχέσεις ήσαν παραδοσιακά καλές και συνεχίζονται έτσι. Τους εξηγήσαμε ότι σε θέματα Κοινής Εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ υπάρχει μια διακριτή εξωτερική πολιτική. Επιζητούμε την αλληλεγγύη των εταίρων μας, και έπρεπε να επιδείξουμε και εμείς αλληλεγγύη σε κάποιους εταίρους που ένοιωσαν ιδιαίτερα ανασφαλείς με τα συμβαίνοντα στην Ουκρανία. Δεν μας σήκωνε να σπάσουμε την ομοφωνία για τις κυρώσεις αν και συμβάλαμε στο μετριασμό τους στο μέτρο του δυνατού.

Με την Κίνα η ενίσχυση των σχέσεων ήταν οικονομική στηρίζοντας την πολιτική της «μιας ζώνης, ενός δρόμου του μεταξιού» ενώ συμμετείχαμε στο κεφάλαιο της Ασιατικής Τράπεζας Υποδομών και Ανάπτυξης, παρ’ όλες τις οικονομικές μας δυσκολίες.

Διαδραματίσαμε ρόλο στη μάχη για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, αφετηρία της οποίας είναι η περιοχή μας. Ενταχθήκαμε στον διεθνή συνασπισμό για την καταπολέμηση της. Η γεωγραφική μας θέση ήταν καίρια για την τήρηση του εμπάργκο του ΟΗΕ και της ΕΕ στη Συρία. Επιβλέπαμε σχολαστικά τη διακίνηση από τα λιμάνια και αεροδρόμια μας.

Με τη Γαλλία ανταποκριθήκαμε αμέσως στο κάλεσμα τότε του Προέδρου Ολλάντ και παρέχουμε πλήρεις διευκολύνσεις στο Αεροπλανοφόρο Ντε Γκώλ και στην Γαλλική πολεμική Αεροπορία θέτοντας στη διάθεσή της τη Στρατιωτική Βάση Ανδρέας Παπανδρέου. Οι σημερινές εξελίξεις μαρτυρούν το πόσο στενές είναι οι σχέσεις μας.

Με τη Βρεταννία για πρώτη φορά η Ε.Φ συνεργάζεται στενά με τις Βρεταννικές Βάσεις, όταν αυτές με τη στήριξή μας, χρησιμοποιούνται ως ορμητήριο για τις επιχειρήσεις τους εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.

Για πρώτη φορά οι ΗΠΑ συνειδητοποίησαν πόσο αξιόπιστοι στρατηγικοί εταίροι αποδειχτήκαμε σε σύγκριση με την Τουρκία, και την ουσιαστική συμβολή μας στο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και τη καταπολέμηση της διάδοσης υλικών κατασκευής όπλων μαζικής καταστροφής. Αποτέλεσμα η ψήφιση του Νόμου Μενέντες –Ρούμπιο και το γεγονός ότι οι διμερείς μας σχέσεις δεν εξαρτώνται πλέον από το αν θα δυσαρεστηθεί η Τουρκία ή όχι.

Με αυτή την αναβαθμισμένη εξωτερική πολιτική βρισκόμαστε ενώπιον των σημερινών γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Νέες ρήξεις κάθονται πάνω σε προηγούμενες συγκρούσεις που δεν είχαν επιλυθεί. Ο κίνδυνος ενός γενικευμένου πολέμου είναι ορατός , ένα πόλεμο όμως που κανείς από τους δρώντες δεν επιθυμεί.

Πολλές από τις χώρες που αφορούν αυτές οι συγκρούσεις ευρίσκονται σε χαώδη κατάσταση, όπως η Συρία, η Λιβύη, η Υεμένη, το Ιράκ και ακόμα σήμερα ίσως και ο Λίβανος. Σε πολλές από αυτές είναι αναμεμειγμένοι και μη κρατικοί δρώντες, πολλές φορές ισχυρότεροι από το ίδιο το Κράτος στο οποίο ανήκουν, όπως η Χεσμπολλάχ, οι Χούτις, οι παραστρατιωτικές οργανώσεις στο Ιράκ και οι αντιμαχόμενες πλευρές στη Λιβύη.

Οι περισσότερες ελκύουν άλλους, ξένους δρώντες στις συγκρούσεις αυτές:

Στη Συρία βρίσκεται το Ιράν και η Χεσμπολλάχ, το Ισραήλ που παρεμβαίνει για να περιορίσει τη δράση των Φρουρών της Ιρανικής Επανάστασης από την έκθεση σε κίνδυνο του δικού του εδάφους. Η Τουρκία που από υπόγεια ανάμειξη πριν μερικά χρόνια, προχώρησε και κατέλαβε για πρώτη φορά Αραβικά εδάφη, μετά την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Συριακή σύγκρουση έφερε στα εδάφη της τουλάχιστον δύο από τις Μεγάλες δυνάμεις; Τη Ρωσσία που έσπευσε να στηρίξει και να διασώσει το σύμμαχό της Μπασάρ αλ Ασσάντ και οι ΗΠΑ οι οποίες στήριξαν τις Κουρδικές δυνάμεις που χρησίμευσαν ως το πεζικό (boots on the ground) για να επιφέρουν ριζικά πλήγματα στο Ισλαμικό Κράτος.

Στη Λιβύη η Αίγυπτος και τα ΗΑΕ στήριξαν τον Χαφτάρ για να προστατεύσουν το πορώδες σύνορο με την Αίγυπτο από την διείσδυση υποστηρικτών των Αδελφών Μουσουλμάνων, ενώ η Τουρκία και το Κατάρ στηρίζουν ακριβώς το στρατόπεδο των Ισλαμιστών, και με τον τρόπο αυτό διαιωνίζουν τον εμφύλιο πόλεμο.

Στην Υεμένη η κατάφωρη στήριξη των Χούτις από το Ιράν έφερε στη σύγκρουση την Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα για να διασφαλίσουν τα νώτα τους από αυτούς.

Γενικότερα στην περιοχή έχει προκύψει πόλωση και ταυτόχρονα κατακερματισμός των συγκρούσεων, συνδεδεμένων και αλληλοεξαρτωμένων. Ο κίνδυνος γενικότερης ανάφλεξης στην περιοχή μπορεί να προκύψει από επανάληψη των επιθέσεων στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στην Σαουδική Αραβία από το Ιράν ή από ομάδες υποτακτικών του ή σε προσπάθειες παρακώλυσης της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας στα Στενά του Χορμούζ. Αν οι ΗΠΑ υποχρεωθούν να αναλάβουν δράση τότε το Ιράν απειλεί να επιτεθεί εναντίον των χωρών της Αραβικής Χερσονήσου και του Ισραήλ.

Η ευρύτερη περιοχή έχει υποστεί ανακατατάξεις ενόψει των νέων απειλών που έχουν αλλάξει την ισορροπία των δυνάμεων. Το Ισραήλ ιεράρχησε τώρα ως πρωταρχική, την απειλή από το Ιράν και των μη κρατικών ομάδων συμμάχων του και έθεσε σε δεύτερη μοίρα το Παλαιστινιακό ενόσω είναι σε θέση να ελέγξει και περιορίσει τη διένεξη αυτή. Η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ και άλλες μετριοπαθείς χώρες των Σουνιτών Αράβων όπως η Αίγυπτος και σε μικρότερο βαθμό η Ιορδανία και άλλες μη κρατικές ομάδες όπως οι φιλοκυβερνητικοί στην Υεμένη και ο Χαφτάρ στη Λιβύη έχουν ομαδοποιηθεί αισθανόμενοι την ίδια απειλή, όπως και το Ισραήλ έναντι του Ιράν, και συνεργάζονται μεταξύ τους.

Υπάρχει και μια τρίτη ομάδα δια-σουνιτική αυτή τη φορά μεταξύ της Τουρκίας και του Κατάρ από τη μια και της ομάδας των υπολοίπων σουνιτικών μετριοπαθών δυνάμεων από την άλλη.

Εκείνο όμως που δημιούργησε την μεγαλύτερη πρόσφατη αλλαγή είναι το κενό που αφήνει η αποχώρηση των ΗΠΑ από την Συρία και η δήλωση ουσιαστικά της παραίτησής της από την απευθείας ανάμειξη στα δρώμενα της περιοχής. Η εγκατάλειψη των συμμάχων της Κούρδων στο έλεος της Τουρκίας, πέραν της ηθικής διάστασης, είναι ο χώρος που αφήνει για να πληρωθεί από την Ρωσσία, το Ιράν και την Τουρκία και υπάρχει τώρα μεγάλη ανησυχία για αναβίωση του Ισλαμικού Κράτους που μπορεί να ηττήθηκε επί του εδάφους όχι όμως και υπογείως. Πέραν όμως αυτού οι επιπτώσεις είναι γενικότερες.

Οι περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής επιτυγχάνουν αναβάθμιση του ρόλου τους. Γράφτηκε από σχολιαστές στις ΗΠΑ ότι την αναχαίτιση του Ιράν στη περιοχή αναλαμβάνουν το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία. Οι πρώτες δύο που κινδυνεύουν άμεσα από το Ιράν έχουν ένα ρόλο υπεράσπισης των εθνικών τους συμφερόντων. Στη Τουρκία όμως δόθηκε η ευκαιρία να παίξει τον ρόλο της αναθεωρητικής ηγεμονικής περιφερειακής δύναμης .

Από καιρό η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη τις αρχικές οικονομικές της επιτυχίες και τους άλλους συντελεστές ισχύος έκτισε σιγά –σιγά ένα πολεμικό στόλο που θεωρείται ο ισχυρότερος στην Ανατολική Μεσόγειο. Όταν έκρινε ότι ήταν έτοιμη, εγκαινίασε την πολιτική της «γαλάζιας πατρίδας». Πρόκειται για τα μεγαλεπήβολα σχέδια του Ερτογάν να ξεπεράσει τον Κεμάλ Ατατούρκ σε φήμη. Άνοιξε μέτωπα σταδιακά. Πρώτα με επιδρομές στην ΑΟΖ της Κύπρου που ήταν του χεριού της. Όταν διαπίστωσε ότι χλιαρή ήταν η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας, άνοιξε σταδιακά μέτωπα επί Συριακού εδάφους, αφού μίλησε τηλεφωνικά με τον Πρόεδρο Τραμπ και διέγνωσε τα δικά του σχέδια για την απόσυρση των ΗΠΑ. Διέγνωσε σωστά ότι του βγαίνει να παίζει το παιγνίδι πότε με την Ρωσσία και πότε με τις ΗΠΑ που αμφότεροι δεν επιθυμούν να χάσουν την Τουρκία λόγω της σημασίας της γεωγραφικής της θέσης. Η «γαλάζια πατρίδα» που προετοιμαζόταν από καιρό, πολύ πριν τις τριμερείς συνεργασίες της Ελλάδας και της Κύπρου, είναι η επινόηση μιας αναθεωρητικής πολιτικής στο Αιγαίο και την ΑΟΖ της Κύπρου με βάση τις από την Λωζάννη αναλλοίωτες διεκδικήσεις της. Αυτά τα διαβάζαμε πριν πολλά χρόνια, από άρθρα Τούρκων Ναυάρχων. Η από τότε διεκδίκηση της Γαύδου σήμερα εξηγείται. Στην υπηρεσία αυτής της πολιτικής εξαργύρωσε και την στήριξη από την προσωρινή Κυβέρνηση της Λιβύης με το από κάθε άποψης νομικά διάτρητο Σύμφωνο Συναντίληψης που τέμνει την Ανατολική Μεσόγειο καθέτως με όλες τις επιπτώσεις του κυρίως σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.

Θέλω να αποφύγω τις προβλέψεις. Θέλω όμως να αναφέρω εν κατακλείδι δύο πραγματικές επισημάνσεις:

Πρώτο ότι η Τουρκία έχει υπερεκτεθεί, σε αντίθεση με την συντηρητική εξωτερική πολιτική που ακολουθούσε για δεκαετίες. Κάποιοι συντελεστές ισχύος της δεν την ακολουθούν σε αυτή την υπέρ-έκθεση της. Η Τουρκική λίρα κλυδωνίζεται και τα συναλλαγματικά αποθέματα της μειώνονται σε επικίνδυνο βαθμό. Η εσωτερική πολιτική κατάσταση δεν είναι η ίδια όπως στα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης ΑΚΠ. Ούτε μόνο του το ΑΚΠ ούτε σε συνασπισμό με τους εθνικιστές δεν συγκεντρώνει σήμερα την πλειοψηφία. Έχασε στις δημοτικές εκλογές τις κυριότερες πόλεις και ο Δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης είναι δημοφιλέστερος από τον Ερντογάν. Της απομένει ως συντελεστής ισχύος η εργαλειοποίηση των μεταναστών που υστερόβουλα φιλοξένησε στην επικράτεια της. Αν θα παραμείνει συντελεστής ισχύος θα εξαρτηθεί από την σθεναρή αντίδραση της ΕΕ. Πάντως η Τουρκία εξαγγέλλει προηγουμένως τις προθέσεις της, αναλύει τις αντιδράσεις και μετά τις πραγματοποιεί.

Δεύτερο η εξωτερική πολιτική της Κύπρου την βρίσκει σε πολύ καλύτερη πολιτική και διπλωματική θέση από ό,τι πριν εφτά χρόνια. Έχει εταίρους που την στηρίζουν. Το ίδιο πιστεύω και η Ελλάδα.


Κεντρικό θέμα