Επτά στους δέκα ψηφοφόρους της Κυριακής του κατελόγισαν την χρεωκοπία
ΕΙΝΑΙ υποτιμητικό για έναν πρώην πρωθυπουργό να εκτίθεται στην διαδικασία εκλογής της ηγεσίας ενός κόμματος, του οποίου ήταν πρόεδρος και το οποίο μάλιστα είχε ο ίδιος εγκαταλείψει; Εκ του αποτελέσματος η απάντησις είναι ναι. Αναφερόμαστε βεβαίως στον Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος ως γνωστόν μετά την κατάρρευση της κυβερνήσεώς του και την απομάκρυνσή του από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ίδρυσε ως γνωστόν το ΚΙΔΗΣΟ. Πρώην πρωθυπουργοί επιστρέφουν αξιοπρεπώς, μόνον όταν το κόμμα τους, ή η χώρα τους καλεί να αναλάβουν καθήκοντα για να αντιμετωπίσουν μια δύσκολη συγκυρία, όταν οι άλλοι «σηκώνουν τα χέρια». Δεν υπήρξε τέτοιου είδους πρόσκλησις προς τον Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος -το χειρότερο- κατά τον πρώτο γύρο των προχθεσινών εσωκομματικών εκλογών κατετάγη δεύτερος και καταϊδρωμένος. Οι μεγάλη πλειοψηφία των 270.000 ψηφισάντων τον απεδοκίμασε. Η βάσις του ΠΑΣΟΚ τον κατεψήφισε. Οι μνήμες είναι ακόμη νωπές. Οι Έλληνες τον θυμούνται ως τον πρωθυπουργό του ΔΝΤ και των μνημονίων.
Θα μπορούσε βεβαίως ο κ. Παπανδρέου να διασώσει την αξιοπρέπειά του παραιτούμενος υπέρ του πρωτεύσαντος συνυποψηφίου του Νίκου Ανδρουλάκη. Φαντάζεται κανείς πόσο χειρότερα θα είναι για αυτόν τα πράγματα στην περίπτωση κατά την οποία παραμείνει δεύτερος και την προσεχή Κυριακή. Διερωτώμεθα αν έχει σταθμίσει όλα αυτά τα δεδομένα και, αν ναι, τι είναι αυτό που τον ωθεί να επιμένει σε μια προσπάθεια επανεκλογής του; Επιδιώκει κάποιου είδους «δικαίωση»; Αυτήν όμως την έχει χάσει από την στιγμή κατά την οποία το κόμμα του τον απεμάκρυνε χωρίς να θεωρήσει μέχρι σήμερα ότι τον έχει ανάγκη.
Να υπενθυμίσουμε ότι ο Γιώργος Παπανδρέου, εξελέγη πρωθυπουργός της Ελλάδος στις 6 Οκτωβρίου του 2009 με το γνωστό σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», σε μια στιγμή κατά την οποία τα μαύρα σύννεφα για την οικονομία και, γενικώτερα για την χώρα είχαν δημιουργήσει της προϋποθέσεις της μεγαλύτερης καταιγίδος της μεταπολιτευτικής περιόδου. Και καθώς η χώρα κλυδωνιζόταν ο Γιώργος Παπανδρέου, στις 6 Νοεμβρίου του 2011, παρητείτο για να αποχωρήσει αμέσως μετά και από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αφήνοντας το «κίνημα» στον Ευάγγελο Βενιζέλο, υπό την ηγεσία του οποίου, κατά τις εκλογές του 2012 έπεσε στο 12%.
Το ΠΑΣΟΚ έμελε να υποχωρήσει ακόμη στην λαϊκή προτίμηση, 4,68% το 2015,ενώ ο ίδιος ο Παπανδρέου «εγκατέλειπε το πλοίο» προχωρώντας στην ίδρυση του ΚΙΔΗΣΟ (Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών) στις 3 Ιανουαρίου του 2015. Δεν γνωρίζουμε τι μπορεί να περίμενε ο κ. Παπανδρέου, αλλά το εκλογικό αποτέλεσμα του ιδίου μηνός (2,54% με το κόμμα να κατατάσσεται όγδοο) ήταν τόσο ταπεινωτικό που ο ίδιος απεφάσισε να μην κατέβει στις εκλογές που ακολούθησαν επτά μήνες μετά.
Και ενώ το ΚΙΔΗΣΟ αποδεικνυόταν ένα εγχείρημα καταδικασμένο στην συνείδηση των Ελλήνων, η οικογένεια Παπανδρέου υφίστατο την δευτέρα εκλογική της ταπείνωση. Η μεγαλοψυχία της εκλιπούσης Φώφης Γεννηματά, εδέχθη το ΚΙΔΗΣΟ στην «Δημοκρατική Συμπαράταξη» και επέτρεψε την συμμετοχή στις ευρωεκλογές του 2019, του νεωτέρου αδελφού Νίκου Παπανδρέου. Η αποδοκιμασία προς τους «κληρονόμους» του ονόματος Παπανδρέου, ήταν και πάλι σαφής. Ο Νίκος Παπανδρέου κατετάγη τρίτος πίσω από τον Νίκο Ανδρουλάκη και την Εύα Καϊλή και δεν εξελέγη.
Οι εμφανείς αυτές αποδοκιμασίες δεν εδίδαξαν τίποτε στον Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος, ελησμόνησε το ΚΙΔΗΣΟ και θέλησε να διεκδικήσει εκ νέου την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, το οποίο έχει αλλάξει το όνομά του σε ΚΙΝΑΛ, υπό το βάρος της ασφυκτικής πολιτικής και οικονομικής (βαρύτατα χρέη) κληρονομιάς του.
Δεν χρειάζεται ενδελεχής ιστορική αποτίμησις για να δει κανείς ότι η υποψηφιότης Παπανδρέου, δεν είχε να προσφέρει κάτι ούτε στον ίδιο, ούτε στο κόμμα του. Αυτό άλλωστε ήταν το μήνυμα του 72,13% των ψηφοφόρων οι οποίοι τον απεδοκίμασαν. Παρά ταύτα ο πρωθυπουργός των μνημονίων επιμένει. Αποδύεται σε επικοινωνίες με στελέχη και άλλους υποψηφίους εκλιπαρώντας για υποστήριξη. Δεν διδάσκεται ούτε από την στάση του υπουργού της κυβερνήσεώς του, Παύλου Γερουλάνου, ο οποίος με απλότητα και σαφήνεια εδήλωσε: «Δεν περιμένουν οι ψηφοφόροι μου υποδείξεις για το τι θα κάνουν».