Κονιορτοποίησε τήν «ἀποστρατιωτικοποίηση» ἐπικαλούμενος θέσεις Μέρκελ – Ὁλλάντ

Καί μέ προβολή ἐγγράφων τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Συμβουλίου, τοῦ ΟΗΕ καί τῆς Τουρκίας! Ὁμιλία-σταθμός τοῦ Προκοπίου Παυλοπούλου στό Καστελλόριζο

Η ΝΔ ἀπηγόρευσε τήν παρουσία τῶν τεσσάρων Βουλευτῶν της στήν ἐκδήλωση τῆς Ὀλομελείας τῶν Δικηγορικῶν Συλλόγων Ἑλλάδος στό Καστελλόριζο, ἐνῶ δέν ἐπέτρεψε τήν παρουσία κρατικῶν ἀξιωματούχων στό πάνελ τῶν ὁμιλητῶν. Ὄχι βεβαίως γιατί ἀντετίθετο στήν πρωτοβουλία. Ἀλλά διότι δέν ἤθελε ἐν ὄψει ἐνάρξεως τῶν διερευνητικῶν ἐπαφῶν μέ τήν Τουρκία νά… δυναμιτίσει τό κλῖμα. Ὁ Τοῦρκος Πρόεδρος χαρακτήρισε «ἀπόπειρα τετελεσμένου» τήν ἐπίσκεψη Σακελλαροπούλου στό Καστελλόριζο τήν προηγουμένη ἑβδομάδα. Καί ὅμως! Οἱ Βουλευτές γιά νά μήν ποῦμε καί οἱ διαπραγματευτές μας θά ἔπρεπε νά ἦταν ἐκεῖ προκειμένου νά ἀκούσουν ὁλοκληρωμένη τήν ἐθνική θέση ἀπό τά χείλη τοῦ τέως Προέδρου ὁ ὁποῖος μέ τίς δημόσιες παρεμβάσεις του διεκδικεῖ τό δικαίωμα νά βοηθεῖ τήν χώρα του. Τίποτε ἄλλο. Τό Μαξίμου ἀκόμη καί τώρα ἄλλως τε εἶναι ἐνήμερο. Ἡ ὁμιλία πού ἐξεφώνησε ὁ κύριος Παυλόπουλος στό Καστελλόριζο διεκδικεῖ τήν ἑξῆς νομική πρωτοτυπία. Θωράκισε τίς ἑλληνικές θέσεις γιά τήν ἀμυντική ἐνίσχυση μέ παραπομπές στήν συμφωνία τοῦ Ἄαχεν μεταξύ Γαλλίας – Γερμανίας τοῦ 2019, σέ γνωμοδότηση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Συμβουλίου τοῦ 2016, σέ δηλώσεις τῆς Καγκελλαρίου Μέρκελ καί τοῦ Προέδρου Ὁλλάντ γιά τήν ἀμοιβαία ἄμυνα μετά ἀπό ἐπιθέσεις ἐνόπλων στό Παρίσι, σέ ἔγγραφα καί δηλώσεις τοῦ ΟΗΕ γιά τήν ἔννοια τῆς ἐπικειμένης ἀπειλῆς μετά τήν ἐπίθεση τῆς 11ης Σεπτεμβρίου. Ἀκόμη καί μέ παραπομπές σέ ἔγγραφα τῆς Τουρκίας τοῦ 1975 πού δείχνουν ὅτι ἡ γείτων δέν θεωροῦσε τό θέμα «διαφορά» καί ἀντικείμενο πρός διαπραγμάτευσιν μέ τήν Ἑλλάδα καθώς δέν εἶναι ἀντισυμβαλλόμενο μέρος στήν Συνθήκη τῶν Παρισίων.

Τά ντοκουμέντα αὐτά σέ συνδυασμό μέ αὐτά πού θά παρουσιάσει προσεχῶς ὁ πρώην Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν Νῖκος Κοτζιᾶς γιά τήν εὐνοϊκή γιά τήν ἐπήρεια τοῦ Καστελλορίζου νομολογία τῆς Χάγης (2018) στήν περίπτωση τῆς διενέξεως Νικαράγουα-Κόστα Ρίκα καί τήν θετική γιά τήν Ἑλλάδα γνωμοδότηση τῆς νομικῆς ὑπηρεσίας τοῦ γερμανικοῦ κοινοβουλίου γιά τό τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, εἶναι μία προσφορά πρός τήν ἐθνική διαπραγματευτική ὁμάδα. Ἰδίως ἄν ἡ Γερμανία ὁρίσει μεσολαβητή ἐκπρόσωπό της στίς διαπραγματεύσεις! Οἱ θέσεις της τήν δεσμεύουν. Τά κύρια σημεῖα τῆς ὁμιλίας Παυλοπούλου στό Καστελλόριζο ἔχουν ὡς ἑξῆς:

Ι. Τό νομικό καθεστώς τῆς Συνθήκης Εἰρήνης τῶν Παρισίων τοῦ 1947.

Προκαταρκτικῶς διευκρινίζεται ὅτι τό καθεστώς τῆς τελικῆς παραχώρησης τῶν Δωδεκανήσων στήν Ἑλλάδα διέπεται ἀπό τίς διατάξεις τῆς Συνθήκης Εἰρήνης τῶν Παρισίων (Ἀπρίλιος τοῦ 1947) μεταξύ τῶν Συμμάχων, νικητῶν τοῦ Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, καί τῆς Ἰταλίας. Ἰδιαίτερη σημασία, ἐντός αὐτοῦ τοῦ θεσμικοῦ πλαισίου, ἔχουν οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 14 τῆς ὡς ἄνω Συνθήκης, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες: «1. Ἡ Ἰταλία ἐκχωρεῖ εἰς τήν Ἑλλάδα ἐν πλήρει κυριαρχία τάς νήσους τῆς Δωδεκανήσου τάς κατωτέρω ἀπαριθμουμένας, ἤτοι: Ἀστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τῆλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λιψόν, Σύμην, Κῶ καί Καστελλόριζον ὡς καί τάς παρακειμένας νησῖδας. 2. Αἱ ἀνωτέρω νῆσοι θά ἀποστρατιωτικοποιηθῶσι καί θά παραμείνωσιν ἀποστρατιωτικοποιημέναι». Ἀπό τίς διατάξεις αὐτές, ἑρμηνευόμενες μέ βάση τό σύνολο τοῦ Διεθνοῦς καί τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαίου –ἄρα καί μέ βάση τίς γενικές ἀρχές πού διέπουν τήν ἑρμηνεία τοῦ Διεθνοῦς καί τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαίου– συνάγονται καί τ’ ἀκόλουθα, ὡς πρός τό σημερινό καθεστώς τῶν Δωδεκανήσων.

Α. Οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 14 παρ. 1 τῆς Συνθήκης Εἰρήνης.

Ἡ διατύπωση τῶν διατάξεων τῆς παραγράφου 1 τοῦ ἄρθρου 14 τῆς Συνθήκης Εἰρήνης εἶναι τόσο σαφής, ὥστε δέν ἀφήνει περιθώριο ἀμφιβολίας ὡς πρός τήν οὐσία καί τήν ἔκταση τῆς Κυριαρχίας τῆς Ἑλλάδας ἐπί τῶν Δωδεκανήσων. Εἰδικώτερα:

1. Ἡ Κυριαρχία αὐτή εἶναι «πλήρης», πρᾶγμα τό ὁποῖο σημαίνει ὅτι οὐδένα περιορισμό ἐπιδέχεται κατά τήν ἄσκησή της. Τό δέ περιεχόμενο τῆς «πλήρους» Κυριαρχίας προσδιορίζεται, ὡς πρός τά Δωδεκάνησα, μέ βάση τούς κανόνες τοῦ ἰσχύοντος Ἑλληνικοῦ Συντάγματος περί Κυριαρχίας, καθώς καί μέ βάση τίς περί Κυριαρχίας τῶν Κρατῶν Μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης διατάξεις ἰδίως τοῦ ἄρθρου 4 παρ. 2 τῆς ΣΕΕ.

2. Ἡ Κυριαρχία τῆς Ἑλλάδας, μέ τήν ὡς ἄνω ἔννοια, ἐκτείνεται ὄχι μόνο σέ ὅλα τά Νησιά πού ἀναφέρονται ρητῶς στίς διατάξεις τῆς παραγράφου 1 τοῦ ἄρθρου 14 τῆς Συνθήκης Εἰρήνης ἀλλά, κατά τήν κατηγορηματική διατύπωση τῆς κατά τ’ ἀνωτέρω παραγράφου, καί ἐπί τῶν «παρακειμένων νησίδων», στό σύνολό τους. Ἐπειδή δέ οἱ διατάξεις αὐτές οὐδεμία διάκριση κάνουν ἐν προκειμένω, ἡ διατύπωσή τους καταλαμβάνει τίς κάθε εἴδους «παρακείμενες νησῖδες», ἀνεξαρτήτως μεγέθους τους ἤ ἄλλου χαρακτηριστικοῦ τους (π.χ. ἄν εἶναι κατοικημένες ἤ μή.)

Β. Ἡ ἐφαρμογή τῆς ἀρχῆς τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου «res inter alios acta».

Ὡς πρός τήν ἀποστρατιωτικοποίηση τῶν Δωδεκανήσων, τήν ὁποία προέβλεπαν οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 14 παρ. 2 τῆς Συνθήκης Εἰρήνης, μέ βάση τούς κανόνες τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου ἰσχύουν τά ἑξῆς:

1. Τά περί ἀποστρατιωτικοποίησης τῶν Δωδεκανήσων, κατά τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 14 παρ. 2 τῆς Συνθήκης Εἰρήνης, πρέπει νά ἑρμηνεύονται καί ὑπό τό φῶς τῆς ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδας ἄσκησης, ἔναντι τῆς Τουρκίας, τοῦ δικαιώματος «νόμιμης ἄμυνας» Κράτους-Μέλους τοῦ ΟΗΕ, ὅπως ἀναλύεται ἐκτενέστερα στήν συνέχεια.

2. Πέραν ὅμως τῆς ὡς ἄνω ἐπιχειρηματολογίας, ἡ Τουρκία δέν ἔχει, ἐν πάση περιπτώσει, δικαίωμα νά ἐπικαλεῖται τήν Συνθήκη Εἰρήνης τῶν Παρισίων τοῦ 1947. Καί τοῦτο διότι:

α) Οἱ διατάξεις τῶν ἄρθρων 34, 35 καί 36 τῆς Συνθήκης τῆς Βιέννης περί τοῦ Δικαίου τῶν Διεθνῶν Συνθηκῶν (1969) ὁρίζουν, μεταξύ ἄλλων, καί ὅτι:

α) Κάθε Συνθήκη ἰσχύει –ἐπέκεινα δέ δημιουργεῖ δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις– μόνον μεταξύ τῶν συμβαλλόμενων μερῶν. Ἔναντι, λοιπόν, τρίτων κρατῶν ἡ Συνθήκη συνιστᾶ «res inter alios acta».

β) Ἡ Τουρκία δέν εἶναι, ὑφ’ οἱανδήποτε νομικῶς παραδεκτή ἔννοια, συμβαλλόμενο μέρος στήν Συνθήκη Εἰρήνης τοῦ 1947. Ἄρα ἡ Συνθήκη αὐτή, ὡς πρός τήν ὁποία ἡ Τουρκία εἶναι τρίτο κράτος, δέν δημιουργεῖ δικαιώματα ἤ ὑποχρεώσεις ὑπέρ ἤ εἰς βάρος της ἀντιστοίχως. Ἐπιπλέον:

β1) Οὐδεμία διάταξη τῆς Συνθήκης Εἰρήνης –ὅπως ἄλλωστε ἀποδεικνύει ἡ ἕως τώρα ἐφαρμογή της– τεκμηριώνει, ἔστω καί καθ’ ὑποφοράν, ὅτι τά συμβαλλόμενα μέρη ἐπιδίωξαν δι’ αὐτῆς νά ἐκχωρήσουν οἱοδήποτε δικαίωμα στήν Τουρκία, πολλῷ δέ μᾶλλον δικαίωμα σχετικό μέ τήν ἀποστρατιωτικοποίηση τῶν Δωδεκανήσων. Πραγματικά, ὅπως ἀνενδοιάστως προκύπτει ἀπό τίς περιστάσεις, ὑπό τίς ὁποῖες εἶχε συναφθεῖ ἡ Συνθήκη Εἰρήνης τό 1947, ἡ ἀποστρατιωτικοποίηση τῶν Δωδεκανήσων ἀποφασίσθηκε ὕστερα ἀπό πρόταση τῆς τότε Σοβιετικῆς Ἕνωσης, προκειμένου αὐτή νά δεχθεῖ τήν παραχώρησή τους στήν Ἑλλάδα, λόγω τῶν ἐπιφυλάξεων τῆς σοβιετικῆς πλευρᾶς ἀναφορικά μέ τήν χρησιμοποίησή τους γιά στρατιωτικούς λόγους ἀπό Χώρα τοῦ δυτικοῦ μπλόκ, ὅπως ἡ Ἑλλάδα. Οὐδεμία, δηλαδή, σχέση εἶχε ἡ πρόβλεψη τῆς ἀποστρατιωτικοποίησης τῶν Δωδεκανήσων μέ τήν Τουρκία καί τήν ἀσφάλειά της.

β2) Τ’ ἀνωτέρω ἐνισχύονται καί ἀπό τό ὅτι οὐδέποτε ζητήθηκε συγκατάθεση τῆς Τουρκίας γιά ἐκχώρηση τέτοιου δικαιώματος καί οὐδέποτε, κατά συνέπεια, ὑπῆρξε ἐκ μέρους της τέτοια συγκατάθεση. Τήν ἀκρίβεια τοῦ ἐπιχειρήματος τούτου τεκμηριώνει, καί δή ἀμαχήτως, ἡ ἴδια ἡ συμπεριφορά τῆς Τουρκίας. Πραγματικά, π.χ. τό 1975 ἡ Τουρκία εἶχε ἀπευθυνθεῖ –βλ. τό τουρκικό Aide Memoire τῆς 3ης Ἀπριλίου 1975– στά συμβαλλόμενα μέρη τῆς Συνθήκης Εἰρήνης καταγγέλλοντας δῆθεν παραβιάσεις της, ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδας, στήν εὐρύτερη περιοχή τῶν Δωδεκανήσων.

Ἡ καταγγελία της αὐτή κατέληγε μέ τό ἑξῆς: «Ἐναπόκειται στίς κυβερνήσεις τῶν συμβαλλομένων χωρῶν… νά ἀπαιτήσουν ἀπό τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση νά συμμορφωθεῖ στό πνεῦμα καί στό γράμμα» τῆς Συνθήκης Εἰρήνης. Καί μόνο ἀπό τήν διατύπωση αὐτή προκύπτει, καταφανῶς, πώς οὔτε ἡ ἴδια ἡ Τουρκία ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἀντλεῖ δικαίωμα προερχόμενο ἐκ τῆς Συνθήκης Εἰρήνης, ὡς πρός τό καθεστώς τῶν Δωδεκανήσων.

ΙΙ. Ἡ ἔννοια τῆς «νόμιμης ἄμυνας» ἔναντι «ἐπικείμενης ἀπειλῆς» καί, a fortiori, «ἀπειλῆς χρήσης βίας».

Πέραν τῶν λοιπῶν νομικῶν θεμελίων, κατά τίς εἰδικώτερες διατάξεις τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου, ἡ Ἑλλάδα νομιμοποιεῖται νά θωρακίζει ἀμυντικῶς καί τά Νησιά της στό Αἰγαῖο, ἀσκώντας τό σχετικό δικαίωμα πού τῆς παρέχουν εἰδικές διατάξεις τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ.

Α. Τό νομικό θεμέλιο τῶν διατάξεων τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ.

Πρόκειται γιά δικαίωμα, τό ὁποῖο ἔχει γεννηθεῖ ὑπέρ τῆς Ἑλλάδας πρό πολλῶν δεκαετιῶν, δεδομένης τῆς διαχρονικῆς τουρκικῆς ἐπιθετικότητας καί προκλητικότητας. Ἰδίως ὅμως ἔχει θεμελιωθεῖ, μέ ἀμάχητα τεκμήρια, ὕστερα ἀπό τήν τουρκική εἰσβολή καί κατοχή στήν Κύπρο, τό 1974, κατ’ ἐξοχήν δέ μετά τήν «σύναψη», τό 2019, τοῦ λεγόμενου «τουρκολιβυκοῦ μνημονίου», μεταξύ τῆς Τουρκίας καί τοῦ φερόμενου ὡς πρωθυπουργοῦ τῆς Λιβύης. Τό δικαίωμα αὐτό τῆς Ἑλλάδας θεμελιώνεται στίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ, οἱ ὁποῖες καθιερώνουν –καί μάλιστα ὡς jus cogens– τό δικαίωμα τῆς «νόμιμης ἄμυνας» Κράτους-Μέλους τοῦ ΟΗΕ καί σέ περίπτωση «ἐπικείμενης ἀπειλῆς», πολλῷ δέ μᾶλλον σέ περίπτωση «ἀπειλῆς χρήσης βίας».

α) Παρά τήν διατύπωση τῶν ὡς ἄνω διατάξεων πού, prima faciae, φαίνεται νά θέτουν ὡς προϋπόθεση προσφυγῆς στήν διαδικασία τῆς κατά τ’ ἀνωτέρω «νόμιμης ἄμυνας» τήν ἐκδηλωμένη ἔνοπλη ἐπίθεση, ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν διεθνολόγων ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ διεθνής πρακτική δέχονται, ὅτι γιά τήν ἄσκηση τοῦ δικαιώματος τούτου ἀρκεῖ καί ἡ «ἐπικείμενη ἀπειλή», πολλῷ μᾶλλον ἡ «ἀπειλή χρήσης βίας», ἡ ὁποία καί συνιστᾶ εὐθεῖα παραβίαση τῶν διατάξεων τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ. Ἔτσι π.χ. οἱ ΗΠΑ, μετά τίς τρομοκρατικές ἐπιθέσεις τῆς 11ης Σεπτεμβρίου 2001, προσέφυγαν στήν ἄσκηση τοῦ δικαιώματος «νόμιμης ἄμυνας» –καί μάλιστα χωρίς χρονικό περιορισμό, ἀφοῦ ἡ ἀπειλή ἐμφανίσθηκε ἐπικείμενη ἐπ’ ἀόριστο– ὡς νόμιμης προληπτικῆς δράσης λόγω ἐπικείμενης ἀπειλῆς καί, κατ’ ἀκολουθία, ἐπικείμενης ἐπίθεσης. Τήν ἄποψη αὐτή υἱοθέτησε πλήρως ὁ ἴδιος ὁ Γενικός Γραμματέας τοῦ ΟΗΕ, δηλώνοντας –στίς 21 Μαρτίου 2005– μεταξύ ἄλλων καί ὅτι: «Ἐπικείμενες ἀπειλές καλύπτονται πλήρως ἀπό τό ἄρθρο 51, τό ὁποῖο διασφαλίζει τό φυσικό δικαίωμα τῶν κυρίαρχων κρατῶν νά ἀμυνθοῦν ἐναντίον ἔνοπλης ἐπίθεσης».

Β) Ἐν ὄψει τῶν προεκτεθέντων, a fortiori ἡ Ἑλλάδα νομιμοποιεῖται, ὅταν καί ἐφ’ ὅσον τό κρίνει σκόπιμο γιά τήν ἄμυνά της, νά κάνει χρήση καί ὡς πρός τά Νησιά της στό Αἰγαῖο, ἐν γένει, τοῦ κατά τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ δικαιώματος «νόμιμης ἄμυνας» ἔναντι τῆς Τουρκίας, δίχως μάλιστα χρονικό περιορισμό. Καί τοῦτο διότι, ἰδίως μετά τό 1974, κατά τ’ ἀνωτέρω, ἡ «ἀπειλή χρήσης βίας» ἐκ μέρους τῆς Τουρκίας –ἄρα καί ἡ συνακόλουθη «ἐπικείμενη ἀπειλή»– εἶναι ἀφ’ ἑνός κάτι παραπάνω ἀπό προφανής, καί δή μέ ἐπανειλημμένες καί διαφόρων μορφῶν προκλήσεις. Καί, ἀφ’ ἑτέρου, διαρκής, ὅπως καταδεικνύει ἀκόμη καί ἡ σημερινή τουρκική συμπεριφορά στό Αἰγαῖο, ἰδίως μετά τήν «σύναψη» τοῦ νομικῶς ἀνυπόστατου «τουρκολιβυκοῦ μνημονίου».

γ) Πρόσθετη ἀπόδειξη αὐτῶν συνιστᾶ καί τό γεγονός τοῦ, ἐντελῶς ἀντίθετου μέ κάθε ἔννοια τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου, «casus belli» τῆς Τουρκίας, ὡς πρός τήν ἐπέκταση τῆς Αἰγιαλίτιδας Ζώνης τῆς Ἑλλάδας.

Β. Οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ ὡς μέρος τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κεκτημένου.

​Οἱ προαναφερόμενες διατάξεις τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ, πέραν τῆς κατά τ’ ἀνωτέρω αὐτοτελοῦς κανονιστικῆς τους ἰσχύος ἀπό πλευρᾶς Διεθνοῦς Δικαίου, παράγουν ἔννομα ἀποτελέσματα καί ὡς μέρος τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κεκτημένου. Καί τοῦτο διότι οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 42 παρ. 7 ἐδ. α΄ τῆς ΣΕΕ παραπέμπουν εὐθέως στίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ, κατά τήν ὀργάνωση καί θέση σέ λειτουργία τῆς ρήτρας «ἀμοιβαίας ἄμυνας» μεταξύ τῶν Κρατῶν-Μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Ὅπως εἶναι προφανές, ἡ «ὄσμωση» αὐτή Διεθνοῦς καί Εὐρωπαϊκοῦ Δικαίου, στό πεδίο ἐφαρμογῆς τῶν διατάξεων τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ, ἔχει σημαντικές ἔννομες συνέπειες ὡς πρός τήν Ἑλλάδα. Καί τοῦτο τόσο σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ἐνεργοποίηση τῆς ρήτρας «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» ἀπέναντι στήν «ἐπικείμενη ἀπειλή» ἤ καί στήν «ἀπειλή χρήσης βίας» ἐκ μέρους τῆς Τουρκίας, ὅσο καί σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ἴδια τήν ἀμυντική θωράκιση τῶν Ἑλληνικῶν Νησιῶν τοῦ Αἰγαίου τά ὁποῖα, αὐτονοήτως, ἀποτελοῦν μέρος καί τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπικράτειας. Συγκεκριμένα:

1. Τήν προμνημονευόμενη ρήτρα «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» («Mutual Defence» clause) διαμορφώνουν ρυθμιστικῶς οἱ διατάξεις:

​α) Τοῦ ἄρθρου 42 παρ. 7 ἐδ. α΄ τῆς ΣΕΕ, κατά τίς ὁποῖες: «Σέ περίπτωση κατά τήν ὁποία κράτος-μέλος δεχθεῖ ἔνοπλη ἐπίθεση στό ἔδαφός του, τά ἄλλα κράτη-μέλη ὀφείλουν νά τοῦ παράσχουν βοήθεια καί συνδρομή μέ ὅλα τά μέσα πού ἔχουν στήν διάθεσή τους, σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν».

β) Τοῦ ἄρθρου 222 παρ. 1 τῆς ΣΛΕΕ, κατά τίς ὁποῖες: «Ἡ Ἕνωση καί τά κράτη-μέλη της ἐνεργοῦν ἀπό κοινοῦ, μέ πνεῦμα ἀλληλεγγύης, ἐάν ἕνα κράτος-μέλος δεχθεῖ τρομοκρατική ἐπίθεση ἤ πληγεῖ ἀπό φυσική ἤ ανθρωπογενῆ καταστροφή. Ἡ Ἕνωση κινητοποιεῖ ὅλα τά μέσα πού ἔχει στή διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένων τῶν στρατιωτικῶν μέσων πού θέτουν στή διάθεσή της τά κράτη-μέλη».

2. Οἱ συνδυαστικῶς –ἀλλά καί συμπληρωματικῶς ἐφαρμοζόμενες ρῆτρες «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» καί «Ἀλληλεγγύης» εἶναι, ἀπό πλευρᾶς κανονιστικῆς ἰσχύος, πλήρεις leges perfectae, ἄρα δεσμευτικές στό ἀκέραιο.

​α) Τοῦτο προκύπτει κυρίως ἀπό τήν Γνώμη, τήν ὁποία διατύπωσε –ὕστερα ἀπό σχετικό αἴτημα πρός τοῦτο– ἡ Νομική Ὑπηρεσία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Συμβουλίου, τό 2016. Γιά τήν ἀκρίβεια, στίς 12.7.2016 ἡ Νομική Ὑπηρεσία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Συμβουλίου ἀποφάνθηκε, μέ σειρά τεκμηριωμένων νομικῶν συλλογισμῶν, ὅτι οἱ κατά τ’ ἀνωτέρω ρῆτρες παράγουν πλήρη ἔννομα ἀποτελέσματα, ἐφ’ ὅσον συντρέχουν οἱ προϋποθέσεις ἐφαρμογῆς τους.

β) Κατά τήν ἴδια Γνώμη, ἡ θέση σ’ ἐφαρμογή τοῦ μηχανισμοῦ τῶν ρητῶν «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» καί «Ἀλληλεγγύης» μπορεῖ νά ὁδηγήσει στήν ἐφαρμογή σειρᾶς μέτρων, ἰδίως δέ διπλωματικῶν, διοικητικῶν, τεχνικῶν καί –κατ’ ἐξοχήν μάλιστα– στρατιωτικῶν, διά τῆς ἐνεργοποίησης τῶν κατά περίπτωση Ἔνοπλων Δυνάμεων.

β1) Εἶναι ἄκρως ἐνδεικτικό ὅτι στήν πρόσφατη Συνθήκη τοῦ Aachen, τοῦ 2019, μεταξύ Γαλλίας καί Γερμανίας, ἡ ὁποία τέθηκε σέ ἰσχύ τόν Ἰανουάριο τοῦ 2020 –καί εἰδικώτερα στό ἄρθρο 4 ἐδάφιο

β΄ αὐτῆς, πού περιλαμβάνεται στό Κεφάλαιο 2 «Εἰρήνη, Ἀσφάλεια καί Ἀνάπτυξη»– θεσπίζεται ρήτρα ἀμοιβαίας ἀμυντικῆς συνδρομῆς, «συμπεριλαμβανομένης τῆς χρήσης στρατιωτικῆς δύναμης», σέ περίπτωση ἔνοπλης ἐπίθεσης στήν ἐπικράτεια ἑνός ἐκ τῶν Μερῶν, ὑπό τό πρῖσμα, ὅπως ὁρίζεται ἐπί λέξει στό πρῶτο ἐδάφιο τοῦ ἴδιου ἄρθρου, τῶν ὑποχρεώσεων τῶν δύο Κρατῶν ὄχι μόνο μέ βάση τό ἄρθρο 5 τῆς Συνθήκης τοῦ ΝΑΤΟ, ἀλλά καί μέ βάση τό ἄρθρο 42 παρ. 7 τῆς ΣΕΕ.

β2) Μάλιστα ἡ Καγκελλάριος A. Merkel, στίς δηλώσεις της κατά τήν ὑπογραφή τῆς Συνθήκης, ἀνέφερε, ὅσον ἀφορᾶ εἰδικώτερα τίς διατάξεις τοῦ 2ου Κεφαλαίου γιά τήν ἀμυντική συνεργασία Γαλλίας καί Γερμανίας, ὅτι πρόκειται γιά τήν «συνεισφορά τῆς Γερμανίας στήν ἔλευση ἑνός Εὐρωπαϊκοῦ Στρατοῦ».

3. Ἀπό πλευρᾶς πρακτικῆς ἐφαρμογῆς τῶν διατάξεων τῶν ἄρθρων 42 παρ. 7 ἐδ. α΄ τῆς ΣΕΕ καί 222 παρ. 1 τῆς ΣΛΕΕ, ὡς πρός τίς ρῆτρες «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» καί «Ἀλληλεγγύης», ὑφίστανται ὥς τώρα δύο, τοὐλάχιστον, ἄκρως χαρακτηριστικά παραδείγματα:

​α) Τόν Νοέμβριο τοῦ 2015, μετά τίς πολύνεκρες τρομοκρατικές ἐπιθέσεις στό Παρίσι, ἡ Γαλλία, διά τοῦ Προέδρου της François Hollande, ζήτησε καί πέτυχε τήν ἐνεργοποίηση τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ρήτρας «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» τοῦ ἄρθρου 42 παρ. 7 ἐδ. α΄ τῆς ΣΕΕ. Ἄς σημειωθεῖ ὅτι ἡ Γαλλία στηρίχθηκε, ἐν προκειμένῳ, καί στό προηγούμενο τῆς ἐφαρμογῆς τῶν διατάξεων τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ ΟΗΕ ἀπό τίς ΗΠΑ, κατά τό τρομοκρατικό χτύπημα στούς Δίδυμους Πύργους στίς 11 Σεπτεμβρίου 2001. Τονίζεται ὅτι ἡ Γαλλική Κυβέρνηση ἀποφάσισε, συνειδητά, νά ἐπικαλεσθεῖ ἀποκλειστικῶς τήν ρήτρα «Ἀμοιβαίας Ἄμυνας» τοῦ ἄρθρου 42 παρ. 7 ἐδ. α΄ τῆς ΣΕΕ καί ὄχι τήν ἀντίστοιχη ρήτρα τοῦ ἄρθρου 5 τοῦ Βορειοατλαντικοῦ Συμφώνου. Μάλιστα, ὁ τότε Ὑπουργός Ἄμυνας καί νῦν Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν τῆς Γαλλίας Jean-Yves LeDrian ἀνέφερε σέ δήλωσή του ὅτι «ἡ Γαλλία δέν μπορεῖ νά κάνει τά πάντα», ἐπικαλούμενος εὐθέως, ὡς πρός τήν παροχή στρατιωτικῆς συνδρομῆς τῶν Κρατῶν-Μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, τίς αὐξημένες ἐπιχειρησιακές ἀνάγκες.

β) Ὡς τέτοιο προηγούμενο μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ καί ἡ ἀναφορά στίς προμνημονευόμενες ρῆτρες κατά τήν διάρκεια τῆς Συνόδου τῶν Ὑπουργῶν Ἄμυνας τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, στίς 16.6.2020, καί μάλιστα ἀκριβῶς ἐν ὄψει τῶν κρίσιμων δεδομένων πού ἔχει δημιουργήσει ἡ τουρκική προκλητικότητα στό Αἰγαῖο καί στήν Ἀνατολική Μεσόγειο. Εἰδικώτερα, στό στοιχεῖο 6 τῶν συμπερασμάτων ἡ Σύνοδος αὐτή: «Ἐπαναλαμβάνει τήν σημασία τῆς ἀλληλοβοήθειας ἤ καί ἀλληλεγγύης, σύμφωνα μέ τίς προβλέψεις τοῦ ἄρθρου 42 (7) τῆς ΣΕΕ καί τοῦ ἄρθρου 222 τῆς ΣΛΕΕ».

4. Ὑπό τό φῶς τῶν προηγούμενων διαπιστώσεων καθίσταται προφανές καί ὅτι: Τό δικαίωμα τῆς Ἑλλάδας νά θωρακίζει ἀμυντικῶς ὅλα, ἀνεξαιρέτως, τά Νησιά της στό Αἰγαῖο βρίσκει ἔρεισμα καί στό Εὐρωπαϊκό Δίκαιο, μέσω τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κεκτημένου πού περιλαμβάνει τίς κρίσιμες, ὡς πρός τοῦτο, διατάξεις τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου. Τό συμπέρασμα τοῦτο, στό πλαίσιο ἐφαρμογῆς τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαίου, ἐνισχύεται καταλυτικῶς καί ἀπό ὅλες τίς δηλώσεις τῶν ὀργάνων τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης ἀλλά καί μεμονωμένων Εὐρωπαίων Ἀξιωματούχων, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται εὐθέως στήν τουρκική αὐθαιρεσία εἰς βάρος τῆς Ἑλλάδας. Ἰδίως δέ ἐνισχύονται ἀπό τά προμνημονευόμενα συμπεράσματα τῆς Εὐρωμεσογειακῆς Διάσκεψης τῆς 10ης Σεπτεμβρίου 2020 στό Αἰάκειο τῆς Κορσικῆς.


Κεντρικό θέμα