Πρώτη ἡ ἐφημερίς μας ἔθεσε ζήτημα ὀχυρώσεως τῶν νήσων πρίν προκύψει ζήτημα μέ τήν Τρίτη Στρατιά
Τῶν Ἐλευθερίου Γ. Σκιαδᾶ, Γενικοῦ Διευθυντοῦ τῆς «Ἑστίας», καί Θεοδώρου Κατσούφρου, Διεθνολόγου
Η ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΜΑΣ συμπληρώνει φέτος 146 χρόνια ἀπό τήν ἔκδοσή της. Καί γιά ὅλους ἐμᾶς πού ἔχουμε τήν εὐθύνη τῆς συντάξεώς της ἀποτελεῖ τεράστια πρόκληση ἡ διατήρησις τῆς ταυτότητός της, τῶν ἀξιῶν της καί τῆς φυσιογνωμίας της. Ἡ «Ἑστία» ἦταν ἀνέκαθεν πρώτη στούς Ἐθνικούς Ἀγῶνες: στό Κυπριακό, στά ἑλληνοτουρκικά, στό Μακεδονικό. Μόλις τήν ἑβδομάδα πού μᾶς πέρασε ἀπεκάλυψε σέ ἄρθρο τοῦ Θεόδωρου Κατσούφρου τά πρακτικά τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης τά ὁποῖα ἀποδεικνύουν ὅτι τά νησιά τοῦ Αἰγαίου δέν παρεχωρήθησαν στήν Ἑλλάδα ὑπό τόν ὅρο τῆς ἀποστρατιωτικοποίησης.
Ὁ Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ἐνέταξε ὅπως ἀπεκάλυψε ἡ Ντόρα Μπακογιάννη στό νομικό του ὁπλοστάσιο τίς ἀποκαλύψεις τῆς «Ἑστίας» προκειμένου νά ἀπαντήσει στόν Πρόεδρο Ἐρντογάν ἄν τυχόν αὐτός ὑλοποιοῦσε τήν ἀπειλή του νά ἀμφισβητήσει τήν κυριαρχία τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου. Δέν τό ἀπετόλμησε τελικῶς, καί σεμνυνόμεθα νά πιστεύουμε ὅτι δείλιασε γιατί ὁ κύριος Μητσοτάκης θά τοῦ διάβαζε αὐτολεξεί τήν ἱστορική ἀπόφαση τῶν συμμάχων ὅπως τήν παρέθεσε ἡ «Ἑστία».
Δύο μέρες μετά τήν ἀποκάλυψή μας γιά τήν Λωζάννη, ἡ ἐφημερίς μας ἔθεσε πρό τῶν εὐθυνῶν του τόν ἁρμόδιο ἀντιπρόεδρο τῆς Κομμισσιόν καί Ἕλληνα Ἐπίτροπο Μαργαρίτη Σχοινᾶ γιά τήν παράλειψή του νά ἀντιδράσει στήν τουρκική ἀπόπειρα ἰδιοποιήσεως τοῦ ὅρου Αἰγαῖο μέ τήν κατοχύρωση τοῦ ὅρου TurkAegean μέ ἀπόφαση Ἐπιτροπῆς Πνευματικῆς Ἰδιοκτησίας τῆς ΕΕ. Πρός τιμήν του ὁ κύριος Σχοινᾶς ἀπέστειλε μετά τήν παρέμβασή μας ὀργίλη ἐπιστολή διαμαρτυρίας πρός τόν ἁρμόδιο Ἐπίτροπο ἐσωτερικῆς Ἀγορᾶς.
Σήμερα ἡ ἐφημερίς μας μέ αἴσθημα εὐθύνης καί συγκινήσεως παρουσιάζει τήν παρέμβαση πού ἔκανε τό 1935 γιά τήν στρατιωτικοποίηση τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου πολύ πρίν προκύψει ἡ Τρίτη Στρατιά τοῦ Αἰγαίου μέ τά ἀποβατικά της στίς ἀκτές τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὁ διεθνολόγος Θεόδωρος Κατσοῦφρος ἐνετόπισε σέ διδακτορική διατριβή τῆς Τουρκάλας καθηγήτριας Hazal Papuççular μέ θέμα τά Δωδεκάνησα καί ἡ ἐξωτερική πολιτική ἀσφάλειας τῆς Τουρκίας (Boğaziçi University, 2015) τήν ἑξῆς ἀναφορά:
«Ἕνα χρόνο πρίν ἀπό τήν ἀναθεώρηση τοῦ καθεστῶτος τῶν Στενῶν (Ἰούλιος τοῦ 1935) ἡ πλέον ἐπιδραστική ἐφημερίδα “Ἑστία” ἐγκαινιάζει τόν δημόσιο διάλογο προτρέποντας τήν Ἑλλάδα σέ περίπτωση στρατιωτικοποίησης τῶν Τουρκικῶν Στενῶν νά μήν ἀδρανήσει προκειμένου νά ἐπιτύχει καί ἡ ἴδια τό δικαίωμα ἐπαναστρατιωτικοποίησης γιά τήν Σαμοθράκη, τήν Λῆμνο, τήν Λέσβο, τήν Χίο καί τήν Σάμο. Ὁ ἐπιτακτικός λόγος πού προβάλλει ἡ ἐφημερίς εἶναι ὅτι ἡ ὀχύρωσις τῶν Δαρδανελλίων γιά τήν ἀσφάλεια τῆς Τουρκίας ΘΑ ΣΥΝΙΣΤΟΥΣΕ ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΗΣΟΥΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ. Στήν ἀπηχοῦσα τίς ἀπόψεις τῆς τουρκικῆς κυβερνήσεως ἐφημερίς “Τζουμχουριέτ” ἡ ἀρνητική τουρκική ἀπάντησις θεμελιώνεται στήν ἀπόσταση τῶν ἑλληνικῶν νήσων ἀπό τήν ἠπειρωτική ἀκτή τῆς Ἑλλάδος ἐνῶ ἡ στρατιωτικοποίησις τῶν Στενῶν ἀφορᾶ τήν “ἐδαφική ἀσφάλεια τοῦ συνόλου τῆς Τουρκίας”.»
Ἡ Ἑστία ἐπανέρχεται μέ συμφιλιωτικό πνεῦμα διευκρινίζοντας ὅτι ἡ στρατιωτικοποίησις τῶν νήσων μετά τήν ὀχύρωση τῶν Δαρδανελλίων «δέ θά εἶχε ὡς σκοπό τυχόν ἐπίθεση κατά τῆς Τουρκίας ἀλλά τήν ἀπό κοινοῦ προστασία τῆς περιοχῆς ἀπό τόν ἐχθρό.» (Σελ. 244, 245 τῆς διατριβῆς) Κατόπιν αὐτῶν ὁ Γενικός Διευθυντής τῆς Ἑστίας καί ἐπίτιμος διδάκτωρ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἐλευθέριος Γ. Σκιαδᾶς ἐνετόπισε στό ἀρχεῖο τῆς κιβωτοῦ τῆς «Ἑστίας», στά φύλλα τῆς 24ης Ἰουνίου καί τῆς 1ης καί 10ης Ἰουλίου 1935, ἐκτεταμένα ἀποσπάσματα ἀπό τήν παρέμβασή μας ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Ἀκολουθεῖ τό πλῆρες κείμενο τοῦ Ἐλευθερίου Σκιαδᾶ:
«Καί ἄν ποτέ θελήσωμεν νά πολεμήσωμεν ὑπέρ τῶν Τούρκων, θά πρέπει αἱ νῆσοι νά εἶνε ὠχυρωμέναι!». Μέ αὐτό τό σαρκαστικό σχόλιο ἀνταπαντοῦσε ἡ «Ἑστία» στίς αἰτιάσεις τῆς τουρκικῆς ἐφημερίδος «Τσουμχουριέτ», ἡ ὁποία εἶχε σπεύσει νά σχολιάσει σχετικό ἄρθρο τῆς «Ἑστίας», ὑποστηρίζοντας ὅτι «ἄν εἶνε δικαίωμα τῆς Τουρκίας νά ὀχυρώσῃ τά Στενά (:Δαρδανέλλια), δέν εἶνε καί τῆς Ἑλλάδος, διότι αἱ νῆσοι διοικητικῶς… μόνον ἀνήκουν εἰς τήν Ἑλλάδα, ἐνῶ οὐσιαστικῶς ἀνήκουν εἰς τήν Τουρκικήν Ἀνατολήν».
Αὐτά συνέβαιναν στό γύρισμα τοῦ Ἰουνίου πρός τόν Ἰούλιο 1935, ὅταν ἡ Τουρκία ἀψηφοῦσε, γιά μία ἀκόμη φορά, τίς προσπάθειες προσεγγίσεως τῶν δύο χωρῶν καί προέβαινε σέ προκλητικές δηλώσεις καί ἐνέργειες πού προκαλοῦσαν ἀναστάτωση στήν περιοχή καί διεθνῆ διπλωματική κινητικότητα. Πρωθυπουργός καί ὑπουργός Ἐξωτερικῶν ἦταν ὁ Παναγῆς Τσαλδάρης (1868-1936).
Ἡ Τουρκία ἀκολουθῶντας τίς προαιώνιες πρακτικές της καί ἀπευθυνόμενη στήν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν ἔκανε λόγο γιά ἀσφάλεια τῶν συνόρων της, ἐκφράζοντας δῆθεν φόβους γιά τυχόν κινδύνους ἀπό «ἄλλες» δυνάμεις, προβάλλοντας μάλιστα, ἐμμέσως καί ἀμέσως, τό Σύμφωνο Ἑλληνοτουρκικῆς Φιλίας τοῦ 1930 (Βενιζέλου). Εἶναι μία ἀπό τίς σελίδες τῆς μακρᾶς βίβλου τῶν ἐπεισοδίων πού καταγράφονται, τούς δύο τελευταίους αἰῶνες, μέ τό βλέμμα στραμμένο στίς νήσους τοῦ Ἀνατολικοῦ Αἰγαίου.
Τακτική Χίτλερ
Ἡ «Ἑστία» διαθέτοντας καλή πληροφόρηση καί συνεργάτες μέ ἄριστη γνώση τῶν ἐξελίξεων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ διπλωμάτης Ἀλέξης Κύρου (1901-1969), φρόντιζε τόν Ἰούνιο 1935 νά προκαλέσει δημόσιο διάλογο. Ἡ «Ἑστία» προβάλλοντας πάντα ἐθνικές θέσεις, προσπαθοῦσε νά ἀποτρέψει τήν ὀλιγωρία τῶν ὑπευθύνων ἤ νά προσφέρει λύσεις προερχόμενες ἀπό χείλη ἁρμοδίων διπλωματῶν. Πλῆθος τέτοιων περιπτώσεων ἐξ ἄλλου ἐντοπίζονται ὄχι μόνον κατά τήν τελευταία προπολεμική ἀλλά καί τίς πρῶτες μεταπολεμικές δεκαετίες.
Ἐν ὀλίγοις, ἡ Τουρκία ἀκολουθοῦσε τήν πρακτική πού εἶχε ἐγκαινιάσει ὁ Ἀδόλφος Χίτλερ, ὁ ὁποῖος τό 1935 ἀνασύντασσε τόν γερμανικό στρατό γιά νά καταγγείλει σύντομα καί μονομερῶς συμφωνίες πού καθόριζαν ζῶνες πού εἶχαν χαρακτηριστεῖ ἀποστρατικοποιημένες ἀπό τά τέλη τοῦ Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Εἶναι γνωστά τά ἀποτελέσματα τῶν διαθέσεων καί τῶν ἐνεργειῶν τοῦ παράφρονος Χίτλερ, ὁ ὁποῖος αἱματοκύλισε τήν ἀνθρωπότητα. Τό παράδειγμά του, δηλαδή τίς μονομερεῖς καταγγελίες συνθηκῶν, ἀκολούθησαν καί ἄλλες χῶρες.
«Αἱ Ἑλληνικαί Νῆσοι»
Ἀνάμεσά τους καί ἡ Τουρκία ἡ ὁποία προχώρησε στήν ἀποστρατιωτικοποίηση τῶν Στενῶν τοῦ Βοσπόρου καί τῶν Δαρδανελλίων. Ἤδη ἀπό τό 1933 ἐπιδίωκε τήν τροποποίηση τοῦ καθεστῶτος πού εἶχε ἐπιβάλει ἡ Σύμβαση τῆς Λωζάννης μία δεκαετία νωρίτερα (1923). Τό 1935 ὁ Τοῦρκος ὑπουργός Ἐξωτερικῶν Τεβφήκ Ρουστού Ἀράς (1883-1972) προέβαινε σέ σχετικές δηλώσεις πρός τήν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν ὑποστηρίζοντας τήν ἀποστρατιωτικοποίηση τῶν Στενῶν, ζητοῦσε δηλαδή τροποποίηση τοῦ ὑφιστάμενου τότε καθεστῶτος ἰσχυριζόμενος ὅτι δημιουργεῖτο κατάσταση ἀνισότητος γιά τήν Τουρκία. Ἐπικαλεῖτο δέ λόγους ἀσφαλείας, καθώς καί ὅτι ἡ χώρα του συνεργαζόταν μέ εἰλικρίνεια σέ κάθε προσπάθεια πρός ἐνδυνάμωση τῆς εἰρήνης.
Ἡ «Ἑστία» ἀντέδρασε δημοσιεύοντας τό κεντρικό ἄρθρο της ὑπό τόν τίτλο «Αἱ Ἑλληνικαί Νῆσοι» (24 Ἰουνίου 1935), τό ὁποῖο καί παραθέτουμε αὐτούσιο:
«Κατά χθεσινάς πληροφορίας, ἡ Τουρκία ἀπεφάσισε ν’ ἀγοράσῃ 800 ἀεροπλάνα, παραλλήλως δέ νά λάβῃ καί ὅλα τά ἐπιβαλλόμενα μέτρα διά τήν ἄμυναν τῶν Στενῶν ἀπό ξηρᾶς καί θαλάσσης. Καί ὡς πρός μέν τό πρῶτον οὐδεμίαν ἡ Ἑλλάς θά ἠμποροῦσε νά ἔχῃ ἀνάμιξιν, τό δεύτερον ὅμως πρέπει νά ἐπισύρῃ τήν προσοχήν μας.
» Ἡ Τουρκία, εἶνε προφανές, προεξοφλεῖ ἐν προκειμένῳ τήν ἀναγνώρισιν εἰς αὐτήν τοῦ δικαιώματος τοῦ ἐπανεξοπλισμοῦ τῶν Στενῶν.
» Εἶνε ὅμως γνωστόν, ὅτι ἡ οὐδετεροποίησις τῶν Στενῶν συνδέεται ἀμέσως μέ τήν οὐδετεροποίησιν τῆς Λήμνου καί τῆς Σαμοθράκης καί τόν ἀφοπλισμόν τῆς Χίου, Ἰκαρίας, Λέσβου καί Σάμου, τῶν Ἑλληνικῶν δηλαδή νήσων, αἱ ὁποῖαι ἐθυσιάσθησαν εἰς τούς στρατηγικούς λόγους καί τούς φόβους τῆς Τουρκίας.
» Ποῖοι εἶνε οἱ Τουρκικοί αὐτοί φόβοι ἐξήγησεν ὁ ἴδιος ὁ Τοῦρκος πρωθυπουργός κατά τήν συνεδρίασιν τῆς Τουρκικῆς Ἐθνοσυνελεύσεως τῆς 25ης Νοεμβρίου 1922, ὁπότε ἐτόνισεν ὅτι εἰς τήν Τουρκίαν θά ἔπρεπε νά παραχωρηθοῦν ἐκτός τῆς Ἴμβρου καί Τενέδου καί ἡ Σαμοθράκη καί νά δοθῇ αὐτονομιακόν καθεστώς εἰς τάς άλλας νήσους “διότι ἡ Ἑλλάς δέν θά ἔπαυε νά τρέφῃ κατακτητικάς βλέψεις ἐπί τῶν Μικρασιατικῶν παραλίων”.
Ἔκτοτε ἡ ἀτμόσφαιρα τοῦ πολέμου διεσκεδάσθη καί ἡ δημιουργηθεῖσα κατάστασις πραγμάτων μεταξύ Ἑλλάδος καί Τουρκίας ἀπέκλεισε διά παντός πᾶσαν κατακτητικήν βλέψιν ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδος.
» Ἤδη ὅμως, μετά τήν ἀνακίνησιν τοῦ ζητήματος τοῦ ἀφοπλισμοῦ τῶν Στενῶν, δέν νομίζουν καί οἱ ἐν Ἑλλάδι ἁρμόδιοι ὅτι αὐτομάτως τίθεται καί ζήτημα ἄρσεως τῆς οὐδετεροποιήσεως τῶν Ἑλληνικῶν νήσων, αἱ ὁποῖαι ἐκ τοῦ λόγου τούτου διατελοῦν εἰς διαρκῆ κίνδυνον καί ἔν τινι μέτρῳ μαραζώνουν καί φθίνουν;
» Ἡ ἀπειλή, ἡ ὁποία τυχόν θά ὑφίστατο διά τά Στενά, θά ὑφίστατο καί διά τάς Ἑλληνικάς νήσους καί ἡ Κυβέρνησις θά ἔπρεπε νά ἔχῃ ἤδη ἀντιμετωπίσῃ τό ζήτημα τῆς ἄρσεως τῶν διεθνῶν δουλειῶν, αἱ ὁποῖαι βαρύνουν ἐπί τῶν Ἑλληνικῶν νήσων».
«Νῆσοι ὠχυρωμέναι»
Ὁπωσδήποτε τό ἄρθρο τῆς «Ἑστίας» προεκάλεσε ἀνησυχία, προβληματισμούς καί συζητήσεις στό ἐσωτερικό ἀλλά καί ἀντίδραση ἐκ μέρους τῆς τουρκικῆς ἐφημερίδος «Τζουχμουριέτ», ἡ ὁποία τότε ἀπηχοῦσε τίς ἐπίσημες θέσεις τοῦ τουρκικοῦ καθεστῶτος. Ἐξ ἄλλου οἱ πατριωτικές θέσεις τῆς «Ἑστίας», ἡ ὁποία ἐπηρέαζε καθοριστικά τήν κοινή γνώμη, εὑρίσκοντο στό «μικροσκόπιο» τῶν Τούρκων καί ἦταν πολλές οἱ περιπτώσεις στίς ὁποῖες ἡ δημοφιλής στό Τουρκικό κοινό «Τζουμχουριέτ» μετέφερε εἰδήσεις τῆς ἑλληνικῆς ἐφημερίδος, σχολιάζοντάς τες καί μεταφέροντας τίς τουρκικές ἀπόψεις.
Ἔτσι καί σέ αὐτή τήν περίπτωση ἡ «Τσουμχουριέτ» ἔσπευσε μέ πρωτοσέλιδο δημοσίευμα, τό ὁποῖο συνοδεύθηκε ἀπό φωτογραφία τῆς Μυτιλήνης, νά παραθέσει ἀποσπάσματα τοῦ δημοσιεύματος τῆς «Ἑστίας» κάνοντας λόγο γιά «περίεργες ἰδέες καί ἰσχυρισμούς». Ὁπότε ἐπανῆλθε καί ἡ «Ἑστία» (1 Ἰουλίου 1935) γράφοντας ὑπό τόν τίτλο «Ἡ ΑΜΥΝΑ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ»:
«Εἰς ἀπάντησιν τοῦ ἄρθρου τῆς Ἑστίας διά τήν ὀχύρωσιν τῶν Ἑλληνικῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου, ὁ Τουρκικός Τύπος προβάλλει ἤδη τόν ἰσχυρισμόν ὅτι ἄν εἶνε δικαίωμα τῆς Τουρκίας νά ὀχυρώσῃ τά Στενά (:Δαρδανέλλια), δέν εἶνε καί τῆς Ἑλλάδος, διότι αἱ νῆσοι διοικητικῶς… μόνον ἀνήκουν εἰς τήν Ἑλλάδα, ἐνῶ οὐσιαστικῶς ἀνήκουν εἰς τήν Τουρκικήν Ἀνατολήν. Ἡ Ἑλληνοτουρκική φιλία, ἡ Ἑλληνοτουρκική συνεργασία, ὅλα αὐτά τά ὡραῖα πράγματα, μέ τά ὁποῖα βαυκαλιζόμεθα, εἶνε ἀνύπαρκτα διά τήν Τουρκίαν, ἐφ’ ὅσον δέν θά ἔμεναν αἱ Ἑλληνικαί νῆσοι ἀνοχύρωτοι καί συνεπῶς ἕρμαιον τῆς πρώτης ἐπιβουλῆς.
» Ὁπωσδήποτε, ἐκεῖνο τό ὁποῖον δέν θά ἔπρεπε νά παραγνωρίζουν οἱ Τοῦρκοι εἶνε ὅτι ὁ ἐχθρός, ὁ ὁποῖος θά προσέβαλλε τά Στενά, θ’ ἀνεζήτει πρῶτον τήν κατάλληλον βάσιν διά τήν ἐξόρμησιν. Καί ἡ βάσις αὕτη οὐδαμοῦ ἀλλοῦ εἶνε δυνατόν νά εὑρεθῇ, ἤ μόνον εἰς τάς Ἑλληνικάς νήσους. Κατά συνέπειαν, πρό τῶν Τούρκων, θά δεχθῶμεν ἡμεῖς οἱ Ἕλληνες τήν ἐπίθεσιν, τήν ὁποίαν τότε μόνον θά εἶνε δυνατόν νά ἀντιμετωπίσωμεν –καί διά λογαριασμόν, φυσικά, τῶν Τούρκων– ὅταν αἱ νῆσοι ἐπαρκῶς ὠχυρωμέναι.
» Ὁπωσδήποτε, αὐτήν τήν στιγμήν, ἔχομεν τόσα ζητήματα τῆς ἰδικῆς μας ἀμύνης νά σκεφθῶμεν, ὥστε, βεβαίως, ἡ ὀχύρωσις τῶν νήσων, χάριν τῶν Τούρκων, νά ἐτίθετο εἰς δεκάτην τετάρτην μοῖραν. Πάντως ὅμως καί ἄν πότε θελήσωμεν νά πολεμήσωμεν ὑπέρ τῶν Τούρκων, θά πρέπει αἱ νῆσοι νά εἶνε ὠχυρωμέναι».
Σύμβασις Μοντρέ
Ἐν πάσῃ περιπτώσει ἡ κινητικότης καί τό αἴτημα τῆς Τουρκίας, τό ὁποῖο ἐστηρίχθη στήν ἀλλαγή τῶν περιστάσεων, διεβιβάσθη τόσο στά κράτη πού εἶχαν ὑπογράψει τήν Σύμβαση τῆς Λωζάννης (1923) ὅσο καί στά ὑπόλοιπα κράτη τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν, τά ὁποῖα καί ἀπήντησαν θετικά στήν Τουρκία. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ σύγκλησις μιᾶς νέας συνδιασκέψεως καί ἡ ἀντικατάστασις τῆς Συμβάσεως τῆς Λωζάννης μέ τήν ὑπογραφή τῆς Συμβάσεως στό Μοντρέ τῆς Ἑλβετίας (20 Ἰουλίου 1936). Μέ τήν τελευταία ἐγκαινιάσθηκε τό νέο καθεστώς τῶν Στενῶν ἀπηλλαγμένο ἀπό ἀποστρατιωτικοποιήσεις .
Ὅσο γιά τήν ἑλληνική συνέχεια ἐδόθη καί πάλι ἀπό τήν «Ἑστία», ἡ ὁποία συνέχισε νά πιέζει γιά στρατικοποίηση τῶν νήσων, ὡς φυσική συνέχεια τῶν ἀποφάσεων πού εἶχαν ληφθεῖ γιά τά Δαρδανέλλια. Δύο ἡμέρες πρίν ὑπογραφεῖ ἐπισήμως ἡ Σύμβασις στό Μοντρέ, δηλαδή 18 Ἰουλίου 1936, ἡ «Ἑστία» καλοῦσε τήν κυβέρνηση νά ἐνημερώσει τόν Ἑλληνικό λαό «ἄν παραλλήλως πρός τά Τουρκικά ἀνεγνωρίσθησαν καί τά Ἑλληνικά δικαιώματα» ἀφοῦ τά νησιά μας «ὑπέκειντο εἰς τό καθεστώς τό ὁποῖο διεῖπε τήν ζώνην τῶν Στενῶν.»
Ἐπί τρεῖς ἡμέρες ἡ ἐφημερίς ἐπανήρχετο στό ζήτημα ἀφ’ ἑνός παρουσιάζοντας τήν πραγματικότητα καί ἀφ’ ἑτέρου πιέζοντας τήν ἑλληνική πλευρά νά λάβει δημόσια θέση. Τήν 19η Ἰουλίου 1936, παραμονή τῆς ἐπισήμου ὑπογραφῆς, ἐπεσήμαινε ὅτι «ἐφ’ ὅσον ἡ νέα συνθήκη ἐπαναλαμβάνει τάς παλαιάς ἀπαγορευτικάς διατάξεις, εἶνε φανερόν ὅτι αὗται παύουν ἰσχύουσαι, ἄνευ διακρίσεως, μεταξύ τοῦ Ἑλληνικοῦ καί τοῦ Τουρκικοῦ τμήματος τῆς ζώνης τῶν Στενῶν.»
Νά ὀχυρωθοῦν!
Οἱ ἐπίμονες ἀναφορές τῆς ἐφημερίδος «Ἑστία» προεκάλεσαν ἐν τέλει, ἀνήμερα τῆς ὑπογραφῆς τῆς Συνθήκης (20 Ἰουλίου 1936), ἐπίσημη ἀπάντηση: «Τό Ὑπουργεῖον τῶν Ἐξωτερικῶν, ἀπαντῶν εἰς τήν ἀπό τῆς στήλης ταύτης διατυπωθεῖσαν ἀξίωσιν τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀνεκοίνωσεν ὅτι αἱ Ἑλληνικαί νῆσοι πρό τῶν Στενῶν θά ἀκολουθήσουν τά ἀποφασισθέντα διά τήν ὀχύρωσιν τῶν Δαρδανελλίων. Ἡ ἀνακοίνωσις σαφής καί ἀπροκάλυπτος, οὐδεμίαν ἀφήνει ἀμφιβολίαν. Ὀφείλομεν ὅμως νά τονίσωμεν ὅτι δέν εἶναι ἀρκετή μόνη ἡ δήλωσις τοῦ ὑπουργοῦ τῶν Ἐξωτερικῶν. Οἱ Τοῦρκοι πανηγυρικῶς εἰσῆλθον σήμερον εἰς τήν ζώνην τῶν Στενῶν καί εὐθύς ἀμέσως ἤρχισαν τάς ἐργασίας τῆς ἐπανοχυρώσεως, διά τήν ὁποίαν ἀπό καιροῦ εἶχαν παρασκευασθῇ. Ἡμεῖς ποῖα μέτρα ἐλάβομεν διά τήν διαδήλωσιν τῆς Ἑλληνικῆς ἀποφάσεως νά ὀχυρωθοῦν αἱ νῆσοι;».
Ἡ συνέχεια εἶναι γνωστή, καί ἡ τουρκική πλευρά ὑποκρίνεται συνήθως πώς δέν τήν γνωρίζει. Ὡς πρός τά ζητήματα τῆς στρατικοποιήσεως, ἡ Συνθήκη τῆς Λωζάννης συνέχισε νά διέπει τίς νήσους Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο καί Ἰκαρία, ἡ Σύμβασις τοῦ Μοντρέ (1936) τήν Λῆμνο καί τήν Σαμοθράκη καί ἡ Συνθήκη Εἰρήνης τῶν Παρισίων (1947) διεμόρφωσε τό καθεστώς τῶν Δωδεκανήσων.